Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΙ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΗ ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΗΣ ΙΑΠΩΝΙΑΣ ΩΣ ΤΟΝ ΜΕΣΟΠΟΛΕΜΟ ΚΑΙ ΟΙ ΟΜΟΙΟΤΗΤΕΣ ΤΗΣ ΜΕ ΤΟ ΣΗΜΕΡΑ
Γράφει ο Αλώπηξ
6-6-2015
Το έτος 1853 ο Αρχιπλοίαρχος
Μάθιου Πέρρυ που ανάγκασε με την δύναμη του στόλου που διοικούσε, την τότε
Ιαπωνική κυβέρνηση να ανοίξει έναν πολλά από τα λιμάνια της στο διεθνές
εμπόριο. Η ξαφνική αυτή εισβολή στην από
δική της επιλογή διεθνώς απομονωμένη χώρα του Ανατέλλοντος Ηλίου, ανησύχησε
σοβαρά την πολιτική ηγεσία της χώρας, που έβλεπε με τρόμο την υστέρηση έναντι
κάθε τομέα (κοινωνικό, πολιτικό, και στρατιωτικό) έναντι των άλλων ισχυρών
δυνάμεων της εποχής. Για αυτό τον λόγο ξεκίνησε ένα ταχύρυθμο πρόγραμμα
ανάπτυξης της χώρας και των θεσμών της σε κάθε πιθανό τομέα.
Ahttp://en.wikipedia.org/wiki/Empire_of_Japan#mediaviewer/File:Japanese_Empire_%28orthographic_projection%29.svg |
Παράλληλα η Ιαπωνία άρχισε να
στρέφεται φανατικά και όλο περισσότερο προς τις πατροπαράδοτες παραδόσεις της, προκειμένου να διαφυλάξει τον
πολιτισμό και τα πιστεύω της. Σαν αποτέλεσμα αυτής της στάσης της, μετά από 20
χρόνια εντατικού εκσυγχρονισμού να συμβεί και μία μεγάλη ανάπτυξη του
μιλιταρισμού και του εθνικισμού σε αυτή
την χώρα, συνεπικουρούμενες από την λατρεία του Σιντοϊσμού, που πρέσβευε την
λατρεία του αυτοκράτορα ως θεού επί της γης. Παράλληλα επέτυχε μεγάλη
οικονομική ανάπτυξη με την ίδρυση βιομηχανιών, ενώ αυξήθηκε και ο πληθυσμός
της. Αυτά τα επιτεύγματα της Ιαπωνίας όμως, ήταν και συνάμα προβλήματα για την
ίδια, διότι ούτε πολλές πρώτες ύλες διέθετε για να κινεί την βιομηχανία της,
ούτε είχε και πολλά επαρκή και εύφορα εδάφη που να φτάνουν για την θρέψη και
την κατοικία του συνεχώς αυξανόμενου πληθυσμού της.
Έτσι
«αναγκάστηκε» να στραφεί
προς το εξωτερικό, για την κατάκτηση και οικειοποίηση εδαφών που θα τις
παρείχαν πρώτες ύλες για τις επιχειρήσεις της και εύφορα εδάφη για
κατοίκιση
και θρέψη για τους κατοίκους της, όσο και νέες οικονομικές αγορές για να
επεκταθεί. Για αυτό τον λόγο βοήθησε στην περαιτέρω ανάπτυξη του
Ιαπωνικού
εθνικισμού που είχε ήδη ξεκινήσει, ενώ συνάμα αύξησε σε πολύ μεγάλο
βαθμό και
τις δαπάνες της για τον στρατό. Σύντομα, φρόντισε να κάνει και την πρώτη
της
επίδειξη δύναμης. Το 1894-95 συγκρούστηκε με την Κίνα για την κατοχή
της Κορέας, και κατάφερε να την κερδίσει, και προσάρτησε την Ταϊβάν, η
Κίνα αναγκάστηκε
να πληρώσει βαριά πολεμική αποζημίωση, αλλά αναγκάστηκε από τη Ρωσία και
την
Γαλλία όποια άλλα εδάφη είχε έως τότε καταλάβει.
Αντίστοιχα τα έτη 1904-05,
πολέμησε με την Ρωσία, για την κατοχή της
Κορέας και της Μαντζουρίας, και κατάφερε να την νικήσει (με την
στρατιωτική της συμμαχία και την οικονομική ενίσχυση της Μεγάλης Βρετανίας και
των ΗΠΑ κατέλαβε την Ρωσική βάση του Λουσούν) τόσο στην στεριά, όσο και στην
θάλασσα, με αποτέλεσμα να καταστήσει την Κορέα προτεκτοράτο της, να αποκτήσει
τον έλεγχο των σιδηροδρόμων της Μαντζουρίας, να καθώς και τα ορυχεία της
περιοχής, να προσαρτήσει την νότια Σαχαλίνη και τελικά προσάρτησε επίσημα την
Κορέα το 1910.
Στον Πρώτο Παγκόσμιο πόλεμο έλαβε
το μέρος των Συμμάχων και κατέλαβε τα Γερμανικά εδάφη και αποικίες στον
Ειρηνικό, ενώ παράλληλα ανάγκασε με ένα εκβιαστικό τελεσίγραφο την Κίνα να της
δώσει περαιτέρω εδάφη. Το 1918 έστειλαν στρατό στην περιοχή της Σιβηρίας,
προκειμένου να ρίξει το δικτατορικό κομμουνιστικό καθεστώς που είχε
εγκαθιδρυθεί εκεί, να καταλάβει νέα εδάφη και να δημιουργήσει ένα νέο μέτωπο
στα ανατολικά των Μπολσεβίκων, και διατήρησε το στρατό της εκεί έως το 1922,
οπότε αναγκάστηκε να αποχωρήσει λόγω της πίεσης των Σοβιετικών, του υψηλού
κόστους και των μεγάλων απωλειών.
Την ίδια περίοδο έχοντας
εξασφαλίσει νέα εδάφη και σταθερή ροή πρώτων υλών από αυτά, κατάφερε να παράγει
συνεχώς καινούργια βιομηχανικά προϊόντα, τα οποία διοχέτευε στις αγορές,
δίνοντας έτσι μεγάλη ώθηση στην οικονομία της, αποκτώντας και μία σχετική αυτάρκεια,
μειώνοντας με αυτόν τρόπο και το κόστος παραγωγής. Παράλληλα, λόγω του ότι οι
ευρωπαϊκές χώρες λόγω του Πρώτου Παγκοσμίου πολέμου δεν μπορούσαν να στείλουν
τα προϊόντα της στην Ασία, η Ιαπωνία βρήκε την ευκαιρία να πωλεί μονοπωλιακά
εκεί τα δικά της εμπορεύματα, γνωρίζοντας έτσι μεγάλη οικονομική ευκαιρία.
Αλλά αυτή η κατάσταση δεν κράτησε
πολύ. Με το τέλος του πολέμου τα ευρωπαϊκά προϊόντα επέστρεψαν στις Ασιατικές
αγορές, οι Ιαπωνικές εξαγωγές μειώθηκαν σε μεγάλο βαθμό, υπήρξε άνοδος του πληθωρισμού, το 1923 ένας
μεγάλος σεισμός που έγινε στην επαρχία του Κάντο προκάλεσε πολλά θύματα, υλικές
καταστροφές και οικονομικά προβλήματα, πολλές επιχειρήσεις πτώχευσαν, η ανεργία
αυξήθηκε, πολλές τράπεζες κήρυξαν πτώχευση και η κοινωνική δυσαρέσκεια μεγάλωσε.
Εξαιτίας όλων των παραπάνω παραγόντων η τότε κυβέρνηση αποφάσισε να αρχίσει μία
εκτενή επεκτατική πολιτική κατάκτησης νέων εδαφών, προκειμένου να αποκτήσει νέα
εδάφη στα οποία θα έστελνε το φτωχό πληθυσμό της, δούλους για να υπηρετεί τους αποίκους
και να δουλεύει στις βιομηχανίες της, νέα ορυκτά, αγορές και πολιτική αίγλη και
επιρροή. Για αυτό τον λόγο σύνηψε συμμαχία με την Ιταλία και την Γερμανία,
προκειμένου να έχει συμμάχους που θα πολεμούν μαζί της, τους κοινούς τους
εχθρούς (Αγγλία, Γαλλία, ΗΠΑ, ΕΣΣΔ), για να μπορεί αυτή να αφεθεί χωρίς
απρόσκοπτα στην πραγματοποίηση της πολιτικής της.
Σαν αποτέλεσμα όλων των παραπάνω,
με πρόφαση την έκρηξη μιας βόμβας στο σιδηροδρομικό σταθμό της πόλης Μούκντεν
στην Μαντζουρία, οι Ιάπωνες κατέλαβαν την επαρχία στις 18 Σεπτεμβρίου του 1931,
και άρχισαν τον Β’ Σινοιαπωνικό πόλεμο. Αργότερα έλαβαν μέρος και στον Β’
Παγκόσμιο πόλεμο στο πλευρό του άξονα και εναντίον των Συμμάχων και ως γνωστόν
ηττήθηκαν.
Στην νεότερη εποχή η Ιαπωνία μετά
το τέλος του Β’ Παγκόσμιου πολέμου, και ως την το τέλος του Ψυχρού πολέμου που
ακολούθησε, κατόρθωσε χάρις και στην μεγάλη οικονομική στήριξη των ΗΠΑ, να
δημιουργήσει για το έθνος της μεγάλη οικονομική ευημερία, καταφέρνοντας έτσι να
γίνει μία από τις μεγαλύτερες βιομηχανικές δυνάμεις. Το 1997 όμως, η Ιαπωνία αντιμετώπισε την πιο σοβαρή
οικονομική κρίση μετά τον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο, συνέπεια της οικονομικής κρίσης
που έπληξε ολόκληρη την Ασία. Η ανεργία αυξήθηκε σε 4,2%, οι δείκτες
οικονομικής ανάπτυξης έπεσαν, ενώ η αξία του γιεν στα διεθνή χρηματιστήρια
γνώρισε τη μεγαλύτερη πτώση από το 1990. Αυτό είχε σαν συνέπεια την στασιμότητα του
ιαπωνικού εθνικού προϊόντος, την κατάρρευση της κερδοφορίας πολλών μεγάλων
εταιριών, πολλές επιχειρήσεις πτώχευσαν, η ανεργία αυξήθηκε, πολλές τράπεζες
κήρυξαν πτώχευση και η κοινωνική δυσαρέσκεια μεγάλωσε και μία παρατεταμένη
κρίση του πιστωτικού συστήματος που διαρκεί ως τις μέρες μας.
Επιπρόσθετα, εξαιτίας του σεισμού
(όπως ακριβώς και ο σεισμός στην επαρχία του Κάντο το 1923), του τσουνάμι και του πυρηνικού ατυχήματος στην περιοχή της
Φουκοσίμα που συνέβη στην Ιαπωνία στις
11 Μαρτίου 2011, η ιαπωνική οικονομία εισήλθε σε ακόμα μεγαλύτερη κρίση. Οι
ζημιές αναμένεται να φθάσουν τα 14-15 τρισεκατομμύρια γιεν (171-183
δισεκατομμύρια δολάρια, 123-131 δισεκατομμύρια ευρώ) μόνο στις περιοχές, οι
οποίες υπέστησαν ζημιές εξαιτίας του σεισμού.
Μετά τη συντριπτική νίκη του
Φιλελεύθερου Δημοκρατικού Κόμματος στις εκλογές της 16ης Δεκεμβρίου 2012, έγινε
πρωθυπουργός ο Σίνζο Αμπε. Αυτός άρχισε
προκειμένου να αποπροσανατολίσει τον κόσμο από τα υπάρχοντα προβλήματα της
χώρας, άρχισε όπως και η Ιαπωνική κυβέρνηση στον Μεσοπόλεμο να ασκεί μία πιο
επιθετική πολιτική προς τις γύρω χώρες και να ξανακαλιεργεί τον εθνικισμό, που
τόσα δεινά έφερε στην περιοχή στην διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου πολέμου.
Για αυτό τον λόγο είναι
αποφασισμένος να καταργήσει το ιδιότυπο Ιαπωνικό καθεστώς, που ισχύει στις
Ιαπωνικές ένοπλες δυνάμεις και είναι απόρροια της ήττας της χώρας στον Δεύτερο
Παγκόσμιο Πόλεμο (το σύνταγμα που ουσιαστικά επιβλήθηκε από τις Συμμαχικές
δυνάμεις κατοχής, προέβλεπε μειωμένες αρμοδιότητες των ενόπλων δυνάμεων που η
αποστολή τους περιοριζόταν μονάχα στο εσωτερικό της Ιαπωνίας και για αυτοάμυνα,
ενώ επίσης δεν επιτρεπόταν η κατασκευή και χρήση πυρηνικών όπλων).
Η τωρινή κυβέρνηση σκέφτεται να
αναθεωρήσει το άρθρου 9 του Συντάγματος το οποίο απαγορεύει την κήρυξη πολέμου
ως μέσο επίλυσης διαφορών με μία άλλη χώρας, να αυξήσει τις στρατιωτικές
δαπάνες, και αποφάσισε να ασκήσει μια πιο επιθετική εξωτερική πολιτική, να
αυξήσει τον αμυντικό προϋπολογισμό κατά 5% την περίοδο 2014-2019, μία ανανεώσει
την συμφωνία με τις ΗΠΑ, να αγοράσει νέα οπλικά συστήματα, να επιτρέψει στις
ιαπωνικές ένοπλες δυνάμεις τη συμμετοχή σε εξωτερικές στρατιωτικές επιχειρήσεις,
να διεκδικήσει την «επιστροφή» από την Ρωσία των Κουρίλων Νήσων, να διεκδικήσει τα νησιά Σενκάκου, τα
διεκδικεί και η Κίνα λόγω των κοιτασμάτων σε υδρογονάνθρακες που διαθέτουν, ενώ
ταυτόχρονα στράφηκε κατά της Ρωσίας λόγω του ζητήματος της Ουκρανίας και τις
επέβαλε οικονομικό εμπάργκο και άλλες οικονομικές κυρώσεις.
Παράλληλα μπορεί σε περίπτωση
στρατιωτικής σύγκρουσης ΝΑΤΟ-Ρωσίας να της «ανοίξει» ως σύμμαχος των ΗΠΑ (όπως
έκανε το 1918), νέο μέτωπο στα Ανατολικά, ενώ με την ανανέωση της παραμονής των
Αμερικανικών βάσεων στην χώρα, να αποτελέσει σημαντικό κίνδυνο και για την Κίνα
στην περίπτωση σύγκρουσης αυτής της χώρας με τις ΗΠΑ.
Συμπερασματικά θα μπορούσε κανείς
να πει ότι η Ιαπωνία για άλλη μία φορά στην ιστορία της επαναλαμβάνει τις ίδιες
ακριβώς πολιτικές συμπεριφορές, και λόγω της επιθετικής τακτικής τους, είναι
πιθανό ένα θερμό επεισόδιο να συμβεί στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής
Ασιατικής Ηπείρου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου