Την ίδια εποχή υπέταξαν το μεγαλύτερο μέρος των Οστρογότθων και ανάγκασαν τους Βησιγότθους να μεταναστεύσουν στην Δύση. Η βίαιη προώθηση των Ούννων είχε σαν συνέπεια επίσης, να υπάρξει πίεση προς πολλούς από τους Βάρβαρους λαούς που κατοικούσαν στην περιοχή, με συνέπεια αυτοί να μετακινηθούν μακριά τους, προς τα εδάφη της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας για να γλιτώσουν.
Αυτό είχε σαν συνέπεια την δημιουργία του σημαντικού γοτθικού προβλήματος στο Βυζάντιο και τις βίαιες-αιματηρές εξεγέρσεις των γότθων στα μετέπειτα χρόνια, παράλληλα με την προσπάθεια μερικών από αυτών να καταλύσουν το κράτος (Γαϊνάς), με αποτέλεσμα να υπάρξει εξέγερση των πολιτών της Κωνσταντινούπολης το 400 μ.Χ., στην οποία ηττήθηκαν ολοκληρωτικά οι Γότθοι και σώθηκε οριστικά το κράτος από την απειλή που αυτοί αντιπροσώπευαν.
Αυτό το έπραξε τρεις φορές (το 400, το 408 αμέσως μετά την πτώση και εκτέλεση του Στηλίχωνα, και το 410), ενώ διόρισε το 408 για ένα διάστημα τον Άτταλο Πρίσκο ως Αυτοκράτορα της Ρώμης και μαριονέττα του (ο νόμιμος Αυτοκράτορας Ονώριος βρισκόταν στην Ραβέννα) και το τέλος το 410 κατέλαβε με έφοδο και λεηλάτησε την ίδια την Ρώμη (Σημαντικό γεγονός της βασιλείας του Ονώριου ήταν το 402, όταν ο Ονώριος μετέφερε την πρωτεύουσα της δυτικής ρωμαϊκής αυτοκρατορίας από το Μιλάνο στην Ραβέννα).
Η προσπάθεια των Βησιγότθων να συμμαχήσουν με τους Βανδάλους, για να σπάσουν τον ρωμαϊκό αποκλεισμό, ματαιώθηκε από τον Ρωμαίο στρατηγό Αέτιο (442). Ο τελευταίος πάντως συνεργάστηκε με τους Βησιγότθους στην καταστροφική για τους Ούννους μάχη στα Καταλαυνικά Πεδία (451).
Στην Δύση οι Γότθοι δημιουργούσαν τα ίδια προβλήματα όπως και στην Ανατολή και οι ντόπιοι έτρεφαν έντονη αντιπάθεια για αυτούς. Επίσης η Δυτική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία κλυδωνιζόταν από έντονες εξεγέρσεις, χωριστικά κινήματα, οικονομική κρίση, εξαθλίωση και μεγάλη οικονομική καταπίεση, εξωτερικές εισβολές, αναγέννηση των ντόπιων γλωσσών, πολιτισμών και εθνικισμών (π.χ. Νέο-Ίβηρες, Νέο-Γαλάτες, Νέο-Βρετανοί κλπ), οι οποίοι πρέσβευαν τον αποχωρισμό των περιοχών τους από την αυτοκρατορία με την πλήρη ανεξαρτητοποίηση τους).
Οι Βουργούνδιοι αρχικά περνούν τον Ρήνο κατόπιν άδειας, και εγκαθίστανται σε ρωμαϊκό έδαφος, αλλά σχεδόν άμεσα ιδρύουν το δικό τους ανεξάρτητο από την Ρώμη κράτος (εκμεταλλευόμενοι τις εισβολές των άλλων βαρβάρων στα ρωμαϊκά εδάφη), το οποίο διαλύεται το 436 από τον Αέτιο, ο οποίος τους μετακινεί νοτιότερα.
Στην συνέχεια μια τεράστια ορδή βαρβάρων, αποτελούμενη από Οστρογότθους, Αλανούς και Βάνδαλους (που ήταν ομόφυλοι του Στηλίχωνα και που για πολλούς τους άφησε επίτηδες να διαβούν τα αφύλακτα πια σύνορα της Αυτοκρατορίας, με πρόσχημα την εισβολή του Ραδάγαισου και την μετακίνηση όλων των λεγεώνων της Γαλατίας και της Βρετανίας στην Ιταλία, αφήνοντας ουσιαστικά αφύλακτο τα σύνορα στον Ρήνο, αλλά παράλληλα και την Βρετανία), διέσχισε το παγωμένο Ρήνο και εισέβαλε στην Γαλατία.
Πρώτα όως επιτέθηκαν στην παλιά πρωτεύουσα των Τρεβήρων και την κατέστρεψαν, δείχνοντας έτσι πως ήταν ομόσπονδοι μόνο κατ’ όνομα και στην ουσία ανεξάρτητοι. Σύντομα κατά τον υπόλοιπο 5ο αι. κατέλαβαν την Βελγική και αργότερα, όλη την Γαλατία, όπου ίδρυσαν το Φραγκικό Βασίλειο υπό τη δυναστεία των Μεροβιγγείων και σταδιακά αφομοιώθηκαν από τον τοπικό πληθυσμό.
Μετά την διάλυση του Βουργουνδικού Κράτους από τους Ούννους, ο Ρωμαίος στρατηγός Αέτιος εγκατέστησε τους εναπομείναντες Βουργουνδούς στην Σαβοΐα (Ιστορική περιοχή της Γαλλίας, η οποία καταλαμβάνει το βόρειο τμήμα των Γαλλικών Άλπεων.
Ουσιαστικά μέχρι την στιγμή του θανάτου του Ονωρίου στο 423, η Βρετανία, η Ισπανία και μεγάλα τμήματα της Γαλατίας είχε ουσιαστικά περάσει υπό βαρβαρικό έλεγχο. Όλα αυτά σε συνδυασμό με την τεράστια οικονομική, κοινωνική, πολιτική και ιδεολογική κρίση στην Ρώμη και την συγκέντρωση της γης και του πλούτου της Αυτοκρατορίας στα χέρια μιας μικρής ομάδας ολιγαρχών, και την φτωχοποίηση του πληθυσμού, οδήγησαν τελικά στην οριστική πτώση και την καταστροφή της.
Αυτό σε συνδυασμό με την προσφυγική κρίση και τα τραπεζικά bail-in, τα οποία αναμένονται σε πολλές χώρες της ΕΕ (μετά την Αυστρία υπάρχουν και άλλες υποψήφιες χώρες με παρεμφερή προβλήματα, όπως π.χ. η Ελλάδα, η Ιταλία, η Ισπανία, η Πορτογαλία, ακόμα και η Γαλλία και η Γερμανία-http://yiorgosthalassis.blogspot.com/2016/04/blog-post_805.html#more, https://hellasforce.com/2016/04/11/h-%CF%84%CF%81%CE%B1%CF%80%CE%B5%CE%B6%CE%B9%CE%BA%CE%B7-%CE%BA%CF%81%CE%B9%CF%83%CE%B7-%CE%B5%CE%BE%CE%B5%CF%81%CF%81%CE%B1%CE%B3%CE%B7-%CF%84%CF%83%CE%BF%CF%85%CE%BD%CE%B1%CE%BC%CE%B9-%CE%B5%CE%BE/), μπορεί να οδηγήσουν σε αντίστοιχα δημοψηφίσματα αποχώρησης και σε άλλες χώρες (ήδη αναγγέλθηκε πως η Ολλανδία θα κάνει αντίστοιχο δημοψήφισμα αν φύγει από την ΕΕ η Αγγλία (http://yiorgosthalassis.blogspot.com/2016/02/czexit.html), ενώ σε πρόσφατο δημοψήφισμα η ίδια χώρα ψήφισε κατά της «ειδικής» οικονομικής συμφωνίας της ΕΕ με την Ουκρανία-http://www.ethnos.gr/giorgos_kapopoulos/arthro/diplo_oxi_stin_europi-64358575/-http://www.crashonline.gr/%ce%b7-%ce%b1%cf%81%cf%87%ce%b7-%cf%84%ce%bf%cf%85-%cf%84%ce%b5%ce%bb%ce%bf%cf%85%cf%83-%ce%b3%ce%b9%ce%b1-%cf%84%ce%b7%ce%bd-%ce%b5%ce%b5-%ce%bf%ce%b9-%ce%b2%cf%81%ce%b5%cf%84%ce%b1%ce%bd/).
Τις ίδιες σκέψεις για δημοψήφισμα ανακοίνωσαν πρόσφατα και η Τσεχία και η Φιλανδία (https://hellasforce.com/2016/03/11/%CE%B1%CF%81%CF%87%CE%B9%CF%83%CE%B1%CE%BD-%CF%84%CE%B1-%CE%BF%CF%81%CE%B3%CE%B1%CE%BD%CE%B1-%CF%80%CE%B7%CE%B4%CE%B1%CE%B5%CE%B9-%CE%B1%CF%80%CE%BF-%CF%84%CE%BF-%CF%80%CE%BB%CE%BF%CE%B9%CE%BF/).
(Μετά την ήττα του Ρέντσι στο δημοψήφισμα στην Ιταλία τον Δεκέμβριο του 2016 εκλογές αναμένονται στην χώρα αυτή ακόμα και μέσα στο 2017).
Παράλληλα στην Γαλλία σημειώνει άνοδο το ακροδεξιό κόμμα της Λεπέν (όπου το 2017 αναμένεται να διεξαχθούν εκλογές), ενώ στην Ολλανδία του Ουίλντερς, στην Αυστρία το κόμμα του Στράσε και στην Γερμανία το κόμμα AfD (Εναλλακτική για την Γερμανία) της Φράουκε Πίτρι και του Χόκε, αλλά και το κίνημα της PEGIDA του Λουτς Μπάχμαν (και στην Γερμανία το 2017 αναμένεται να διεξαχθούν εκλογές).
Παρεφερή κινήματα υπάρχουν σε Ισπανία (PODEMOS, CIUDADANOS), Πορτογαλία, Ουγγαρία και Πολωνία.
Αν και μετά τα κατορθώματα του Τσίπρα στην Ελλάδα και στην Ευρώπη, τα «αριστερά συμμαχικά του κόμματα και ηγέτες αρχίζουν να παραπαίουν (http://www.eleftherostypos.gr/apopseis/56423-o-tsipras-allaxe-tin-eyropi-pros-ta-dexia/) και ο ίδιος αρχίζει να χάνει όλους του τους «συμμάχους» (http://www.matrix24.gr/2016/12/ponokefalos-gia-to-maximou-i-apolia-simmachon/).
{Στις μέρες μας, τον Φεβρουάριο του 2022 μ.Χ,
εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι, όπως και το 2014 μ.Χ., μπορεί να φθάσουν στην
περιοχή του Ροστόφ από το Ντονμπάς εξαιτίας της όξυνσης της κατάστασης στα
σύνορα των αυτοανακηρυχθεισών δημοκρατιών Ντονέτσκ και Λουγκάνσκ (https://www.defence-point.gr/news/rosia-endechomena-na-yparxoyn-ekatontades-chiliades-prosfyges-apo-to-ntonmpas).
Αντιστοιχα σε πιθανή Ρωσοουκρανική πολεμική
σύγκρουση και πλήρης ήττα των Ουκρανών εκατοντάδες χιλιάδες ή και εκατομμύρια
φιλοδυτικών και αντιρώσων Ουκρανών μπορούν να αφήσουν την Ουκρανία.
Και να κατευθυνθούν σε χώρες της ΕΕ (π.χ. Πολωνία)
και να της προκαλέσουν μία νέα κρίση προσφύγων ανάλογη με αυτή του 2015 μ.Χ.,
(ενώ παράλληλα μπορεί να έρθουν στην ΕΕ καιι εκατομμύρια λαθρομετανάστες από
την Τουρκία σαν το 2015 μ.Χ.).
Με τελικό αποτέλεσμα τον ισχυρό κλονισμό και την μετέπειτα ακόμα και την διάλυση της, όπως ακριβώς οι βαρβαρικές εισβολές των Γερμανικών λαών λόγω των επιθέσεων του Αττίλα (http://alophx.blogspot.com/2017/04/blog-post_96.html, http://alophx.blogspot.com/2021/01/blog-post.ht, http://alophx.blogspot.com/2016/11/blog-post.html, http://alophx.blogspot.com/2017/04/blog-post_96.htmlml, http://alophx.blogspot.com/2017/09/blog-post_31.html) το 406 μ.Χ. οδήγησαν στην διάλυση της Δυτικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας όταν εισήλθαν σε αυτή (http://alophx.blogspot.com/2016/12/406.html)}.
ΕΞΤΡΑ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝΤΑ ΑΡΘΡΑ
Η μεγάλη μετανάστευση των λαών κατά
τα τέλη 4ου και τον 5ο Aιώνα μ.Χ.
Τα Αίτια της Μετανάστευσης
Ένα
από τα βασικά χαρακτηριστικά της Ευρωπαϊκής ιστορίας κατά τον πρώιμο Μεσαίωνα
είναι η μετανάστευση και η εγκατάσταση γερμανικών λαών στα εδάφη της Δυτικής
Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας κατά τον 5ο Αι.
Οι
Γερμανοί ανήκουν στην Ινδοευρωπαϊκή γλωσσική οικογένεια. Σχετικά με την
προέλευση τους και το χρόνο της μετακίνησής τους από τις αρχέγονες εστίες τους
υπάρχει πολύ μεγάλη αβεβαιότητα. Η εγκατάστασή τους σε ρωμαϊκά εδάφη ευνοήθηκε
από ορισμένες μεταβολές στο εσωτερικό της Αυτοκρατορίας που έγιναν αισθητές στην
διάρκεια του 4ου Αι.
Αυτές
ήταν η υποχώρηση του εμπορίου και της χρηματικής οικονομίας, η αναβίωση μορφών
φυσικής οικονομίας (Τύπος οικονομίας στον οποίον η παραγωγή είναι κλειστή,
περιορισμένη και με αργούς ρυθμούς ανάπτυξης, έχοντας ως αποστολή της την
ικανοποίηση των προσωπικών αναγκών του παραγωγού.
Η
φυσική οικονομία εμφανίσθηκε την προϊστορική περίοδο και εκτοπίσθηκε σταδιακά
από οικονομικά συστήματα όπου επικρατούσαν οι εμποροχρηματικές ανταλλαγές, αν
και επανεμφανίσθηκε σε ορισμένες ιστορικές περιόδους και διατηρήθηκε επί μεγάλο
χρονικό διάστημα σε οικονομικά καθυστερημένες περιοχές της υφηλίου.) και η
εντατικοποίηση της γεωργίας, η μείωση του πληθυσμού και η συρρίκνωση των
πόλεων, η αύξηση της ισχύος των γαιοκτημόνων μελών της Συγκλήτου (Σύγκλητος
(λατ. senatus):
Το
κυβερνητικό και συμβουλευτικό σώμα της Αρχαίας Ρώμης, το οποίο αποτελούσε τον
μακροβιότερο θεσμό της ρωμαϊκής πολιτείας. Την αποτελούσαν αρχικά τα μέλη της
τάξης των πατρικίων και η εξουσία της ήταν απεριόριστη.
Την
εποχή της Δημοκρατίας κατέστη το κύριο κυβερνητικό σώμα στην Ρώμη. Την συνεχώς
αυξανόμενη ισχύ της προσπάθησαν να περιορίσουν οι ηγέτες των πληβείων. Επί
Ηγεμονίας έχασε τις περισσότερες αρμοδιότητές της.
Ο
Μ. Κωνσταντίνος δημιούργησε δεύτερο σώμα στην Κωνσταντινούπολη. Η Σύγκλητος
διατηρήθηκε στην Ρώμη έως τον 6ο αι. μ.Χ. και στο Βυζάντιο έως την Άλωση.) και
ο αυξανόμενος κατακερματισμός της εξουσίας.
Οι
εξελίξεις αυτές προκάλεσαν την κατάρρευση της ρωμαϊκής διοίκησης στην Δύση και
το γεγονός αυτό με τη σειρά του ευνόησε την εγκατάσταση των Γερμανών και την
ίδρυση των αυτοτελών βασιλείων τους.
Πέρα,
όμως, από τις μεταβολές αυτές, οι ιστορικοί επισημαίνουν και άλλους παράγοντες,
οι οποίοι αφορούν τους ίδιους τους Γερμανούς, συνέβαλαν όμως και αυτοί στην
μεγάλη γερμανική μετανάστευση.
Τέτοιοι
παράγοντες ήταν οι αναστατώσεις που συνέβησαν στην μακρινή Ανατολή, οι διαμάχες
μεταξύ των διαφόρων βαρβαρικών φύλων, πιθανές κοινωνικές συγκρούσεις μέσα σε
αυτά, η έλλειψη καλλιεργήσιμων εδαφών, ίσως ακόμη δυσμενείς κλιματικές
μεταβολές και, τέλος, η έλξη που ασκούσε η Μεσόγειος και η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία
στον κόσμο των βαρβάρων.
Το Εύρος της Μετανάστευσης
Η
σπουδαιότερη από τις μεταναστεύσεις μέσα στην ρωμαϊκή επικράτεια έλαβε χώρα
στις αρχές του 5ου Αι. Διάφορα γερμανικά φύλα πέρασαν τον Ρήνο και
εισέβαλαν στην ρωμαϊκή επικράτεια. Μία επιστολή του Αγίου Ιερωνύμου, που
στάλθηκε από την Ρώμη το 409 μ.Χ., περιγράφει με δραματικό τόνο το μέγεθος της
καταστροφής:
«…
Αναρίθμητα και εξαιρετικά άγρια έθνη κατέκτησαν ολοκληρωτικά την Γαλατία
(Ιστορική περιοχή της Ευρώπης, που περιλαμβάνει την έκταση ανάμεσα στον ποταμό
Πάδο και τις Άλπεις, καθώς και την έκταση ανάμεσα στις Άλπεις, την Μεσόγειο, τα
Πυρηναία και τον Ατλαντικό Ωκεανό, δηλ. την σημ. Β. Ιταλία, την Γαλλία, το
Λουξεμβούργο, το Βέλγιο και τμήματα της Ολλανδίας και της Ελβετίας. Κατοικούταν
από τα φύλα των Κελτών, τους οποίους οι Ρωμαίοι αποκαλούσαν Γαλάτες, εξ ου και
το όνομα της περιοχής.).
Όλη
η χώρα που απλώνεται ανάμεσα στις Άλπεις και τα Πυρηναία, ανάμεσα στον Ωκεανό
και τον Ρήνο ερημώθηκε από Κουάδους (Αρχαίο γερμανικό φύλο που τον 1ο Αι. μ.Χ.
κατοικούσε στην περιοχή της σημερινής Μοραβίας, ανάμεσα στους ποταμούς Δούναβη,
Έλβα και Όντερ.
Αρχικά
βρίσκονταν σε ειρηνικές σχέσεις με τους Ρωμαίους, αλλά αργότερα (166-180 μ.Χ.)
ενώθηκαν με τους Μαρκομάννους στον πόλεμο εναντίον των Αυτοκρατόρων Μάρκου
Αυρηλίου και Κόμμοδου. Μετά την ήττα τους, αναγκάστηκαν να αναγνωρίσουν
προσωρινά την επικυριαρχία των Ρωμαίων.
Στις
αρχές του 5ου Αι ένα μέρος των Κουάδων ακολούθησε τους Βανδάλους
στην Ισπανία, όπου ίδρυσαν ένα βασίλειο στα Βορειοδυτικά της Χερσονήσου. Το Βασίλειο
των Κουάδων στην Ισπανία κατακτήθηκε από τους Βησιγότθους το 585 μ.Χ.),
Βανδάλους, Σαρμάτες (Λαός Ιρανικής καταγωγής, συγγενής με τους Σκύθες.
Είναι
γνωστοί στις πηγές και ως Σαυρομάτες ή Σαυρομάτοι. Απαρτίζονταν από διάφορα
φύλα, όπως τους Αλανούς, τους Ροξολανούς κ.ά. Τον 6ο-4ο Αι.
π.Χ. μετανάστευσαν από την Κεντρική Ασία στα Ουράλια. Τον 4ο Αι. π.Χ. διέβησαν
τον ποταμό Ντον και, έως τον 2ο αι. π.Χ., υπέταξαν τους Σκύθες της σημερινής Ν.
Ρωσίας.
Τον
1ο Αι. μ.Χ. και αργότερα διείσδυσαν στις ρωμαϊκές επαρχίες της
περιοχής του Δούναβη και συμμάχησαν με ορισμένα γερμανικά φύλα εναντίον των
Ρωμαίων. Τον 3ο Αι. συνετρίβησαν από τους Γότθους και τους
ακολούθησαν στην εισβολή τους στη Δυτική Ευρώπη.
Η
χώρα των Σαρματών καταστράφηκε από τους Ούννους μετά το 370 μ.Χ. Όσοι επέζησαν
αφομοιώθηκαν από τους κατακτητές τους ή τους ακολούθησαν στην Δύση. Τα
τελευταία ίχνη του λαού των Σαρματών είχαν χαθεί έως τον 6ο Αι.),
Αλανούς (Σαρματικό φύλο το οποίο μετανάστευσε μαζί με τους υπόλοιπους Σαρμάτες
από την Κεντρική Ασία προς τα Δυτικά και εγκαταστάθηκε στα Βόρεια του Καυκάσου.
Από εκεί επεκτάθηκαν και στις στέππες της σημερινής Νότιας Ρωσίας.
Από
τον 1ο αι. π.Χ. έως τον 3ο Αι. μ.Χ. διεξήγαν επιδρομές στις ρωμαϊκές
επαρχίες της Ανατολής. Στα τέλη του 4ου αι. μ.Χ. υποτάχθηκαν στους Ούννους και ένα
μεγάλο μέρος των Αλανών τους ακολούθησε στην μετανάστευση τους στην Δυτική
Ευρώπη, όπου ενώθηκαν με τους Βανδάλους και τους Σουηβούς και πέρασαν στην Β.
Αφρική.
Οι
Αλανοί αυτοί αφομοιώθηκαν γρήγορα από τους Βανδάλους. Οι Αλανοί που παρέμειναν
στην Αλανία ήλθαν σε στενή επαφή με το Βυζάντιο. Εκχριστιανίστηκαν από τους
Βυζαντινούς στις αρχές του 10ου Αι.
Η
υποταγή τους στους Μογγόλους τον 13ο Αι. είχε ως αποτέλεσμα την
διασπορά τους κατά φυλές και την αφομοίωση τους από άλλους λαούς μετά τον 16ο
Αι.), Γεπίδες (Αρχαίο γερμανικό φύλο το οποίο αρχικά κατοικούσε στην
Σκανδιναβία.
Κατά
τον 1ο και 2ο Αι. μ.Χ. μετανάστευσαν μαζί με τους Γότθους
και εγκαταστάθηκαν στην περιοχή των εκβολών του ποταμού Βιστούλα. Στα μέσα του
3ου Αι. μετακινήθηκαν και πάλι προς Νότον και εγκαταστάθηκαν στο Βόρειο
τμήμα της Δακίας.
Στις
αρχές του 5ου Αι. υποτάχθηκαν στους Ούννους και έλαβαν μέρος στις
επιδρομές του Αττίλα στα βυζαντινά εδάφη. Μετά τον θάνατο του Αττίλα (453 μ.Χ.)
πρωτοστάτησαν στην διάλυση του κράτους των Ούννων και εγκαταστάθηκαν στην
περιοχή του Σιρμίου στον Δούναβη.
Από
το 552 μ.Χ. ήλθαν σε σύγκρουση με τους Λογγοβάρδους της Παννονίας και του
Νωρικού. Το 567 μ.Χ. το κράτος τους διαλύθηκε από τους συνασπισμένους
Λογγοβάρδους και Αβάρους. Ένα μέρος των Γεπίδων ακολούθησε τους Λογγοβάρδους
στην Β. Ιταλία, ενώ οι υπόλοιποι υποτάχθηκαν στους Αβάρους.
Μικρό
μέρος τους κατατάχθηκαν στον Βυζαντινό στρατό ως μισθοφόροι. Τα ίχνη τους
χάνονται μετά τον 7ο Αι.), Ερούλους (Αρχαίο γερμανικό φύλο που
αρχικά κατοικούσε στην Σκανδιναβία. Στα μέσα του 3ου Αι. μ.Χ.
αναγκάστηκαν να μεταναστεύσουν προς Νότον υπό την πίεση των Δανών.
Κατά
την μετακίνηση τους διασπάστηκαν σε δύο κλάδους. Ο δυτικός κλάδος εγκαταστάθηκε
στην περιοχή του Κάτω Ρήνου, από όπου διενεργούσαν επιδρομές στα ρωμαϊκά εδάφη
της Γαλατίας. Ο Ανατολικός κλάδος των Ερούλων έφτασε περί το 267 μ.Χ. στις
ακτές του Ευξείνου.
Από
εκεί διενήργησαν εκτεταμένη επιδρομή στις ρωμαϊκές επαρχίες του Ελλαδικού χώρου
και του Αιγαίου. Το 269 μ.Χ. συνετρίβησαν μαζί με τους Γότθους από τους
Ρωμαίους σε μάχη στην Ναϊσσό. Στα τέλη του 4ου Αι. υποτάχθηκαν στους
Ούννους και πήραν μέρος στις εκστρατείες του Αττίλα.
Στα
μέσα του 5ου Αι. ελευθερώθηκαν από την κυριαρχία των Ούννων και το
470 μ.Χ. κατέλαβαν την Παννονία. Ένα μέρος τους ακολούθησε τον Οδόακρο στην
Ιταλία. Όσοι έμειναν υποτάχθηκαν στους Λογγοβάρδους στις αρχές του 6ου
Αι.
Το
512 μ.Χ. πέρασαν τον Δούναβη με άδεια του Βυζαντινού Αυτοκράτορα και
εγκαταστάθηκαν στην σημερινή Βουλγαρία ως σύμμαχοι του Βυζαντίου. Σταδιακά
αφομοιώθηκαν από τον τοπικό πληθυσμό. Την ίδια εποχή οι Έρουλοι του δυτικού
κλάδου ενσωματώθηκαν στο Φραγκικό Βασίλειο.), Σάξωνες (Αρχαίο γερμανικό φύλο το
οποίο μνημονεύεται για πρώτη φορά στα μέσα του 1ου Αι. μ.Χ.
Αρχικά
κατοικούσαν στα παράλια της Βαλτικής και στο σημερινό Σλέσβιχ. Τον 4ο
Αι. μ.Χ. διενεργούσαν πειρατικές επιδρομές στην Βόρεια Θάλασσα. Στα πρώτα
χρόνια του 5ου Αι. επεκτάθηκαν στην Β. Γερμανία, ενώ μεγάλο μέρος
τους εγκαταστάθηκε, μαζί με τους Άγγλους, στην Βρετανία.
Στα
τέλη του 8ου Αι. ήλθαν σε σύγκρουση με τους Φράγκους και, τελικά,
ενσωματώθηκαν στην Αυτοκρατορία του Καρλομάγνου.), Βουργουνδούς, Αλαμαννούς
(Ομοσπονδία γερμανικών φύλων που είχαν εγκατασταθεί στην περιοχή του Άνω Ρήνου
και του Κάτω Δούναβη στις αρχές του 3ου Αι. μ.Χ., από όπου διενεργούσαν
επιδρομές στα ρωμαϊκά εδάφη της Γαλατίας, της Ιταλίας και του Ιλλυρικού.
Στα
τέλη του 3ου και τις αρχές του 4ου Αι. ηττήθηκαν από τον
Κωνσταντίνο Α’, το 357 μ.Χ. από τον Ιουλιανό στην Γαλατία και το 368 μ.Χ. από
τον Βαλεντινιανό Α’ στον ποταμό Νέκαρ. Στα τέλη του 4ου Αι. η ενοχλητική παρουσία τους στα ρωμαϊκά
εδάφη είχε εξουδετερωθεί.
Τον
5ο Αι. απωθήθηκαν Βορειότερα από τους Βησιγότθους και το 496 μ.Χ.
υποτάχθηκαν στους Φράγκους. Στα πλαίσια του Φραγκικού Κράτους διατήρησαν για
πολλούς Αιώνες έναν βαθμό αυτονομίας.) και Ούννους (Ομάδα τουρκόφωνων νομαδικών
φύλων που κατοικούσαν αρχικά στην Κεντρική Ασία και μνημονεύονται για πρώτη
φορά τον 2ο Αι. μ.Χ., ενώ ήταν γνωστοί και στους Κινέζους ως
Χουννού.
Κατάγονταν,
πιθανότατα, από τους Εφθαλίτες ή Λευκούς Ούννους. Η μετακίνησή τους από την
Κεντρική Ασία προς τα δυτικά τον 4ο αι. μ.Χ. προκάλεσε την Μεγάλη Μετανάστευση
των Λαών. Στα μέσα του 4ου Αι. μ.Χ. υπέταξαν την Σογδιανή και λίγο
αργότερα τους Αλανούς του Β. Καυκάσου.
Από
εκεί διέβησαν τον ποταμό Δον περί το 370 μ.Χ. Το 375-376 μ.Χ. περίπου νίκησαν
τους Γότθους και κατέλυσαν το κράτος τους. Τότε υπέταξαν το μεγαλύτερο μέρος
των Οστρογότθων και ανάγκασαν τους Βησιγότθους να μεταναστεύσουν στην Δύση.
Έως
το 390 μ.Χ. είχαν εγκατασταθεί στην Παννονία, ενώ άλλο τμήμα τους επέδραμε στην
Συρία και την Καππαδοκία το 394-395 μ.Χ. Η συμμαχία τους με τους Βυζαντινούς
τους επέτρεψε να επεκτείνουν έως τις αρχές του 5ου Αι. την κυριαρχία
τους σε πολλούς γερμανικούς και άλλους λαούς της Κεντρικής Ευρώπης.
Από
το 430 μ.Χ. διενήργησαν πολλές καταστροφικές επιδρομές στα Βυζαντινά εδάφη της
Βαλκανικής, αναγκάζοντας τους Αυτοκράτορες να υπογράφουν συνθήκες και να τους
καταβάλλουν φόρο υποτέλειας.
Το
μέγιστο σημείο ακμής του κράτους τους ήταν η περίοδος Βασιλείας του Αττίλα
(434-453 μ.Χ.). Μετά το 450 μ.Χ. και την τελική συνθήκη ειρήνης με το Βυζάντιο
οι επιδρομές τους στράφηκαν προς την Δύση.
Το
451 μ.Χ. επέδραμαν στην Γαλατία (όπου νικήθηκαν από τον στρατηγό Αέτιο) και το
452 μ.Χ. στην Ιταλία. Μετά τον θάνατο του Αττίλα τα γερμανικά φύλα που ήταν έως
τότε υποτελή στους Ούννους εξεγέρθηκαν.
Το
455 μ.Χ. οι συνασπισμένοι Γεπίδες, Οστρογότθοι και Έρουλοι νίκησαν τους γιους
του Αττίλα σε μάχη στον ποταμό Νεντάο. Η Αυτοκρατορία των Ούννων διαλύθηκε και
τράπηκαν σε φυγή προς την περιοχή της Μαύρης Θάλασσας.
Το
469 μ.Χ. προσπάθησαν ανεπιτυχώς να διεισδύσουν στην Βαλκανική. Σταδιακά
εξέλιπαν ως λαός.). Η Βορματία αφανίστηκε ύστερα από μακρόχρονη πολιορκία. Η
πανίσχυρη civitas Remorum [Ρενς, Reims], η Αμιένη, το Αρράς [Arras] και οι
ακροτελεύτιες πόλεις της οικουμένης, οι Μορινοί, η Τουρναί [Tournai], η Σπείρα
[Speyer] και το Στρασβούργο έγιναν τμήματα της Γερμανίας.
Στην
Ακουϊτανία (Ιστορική περιοχή της Ευρώπης, στα Νοτιοδυτικά της σημερινής
Γαλλίας, ανάμεσα στα Πυρηναία και τον ποταμό Γαρούννα. Αποτελούσε τμήμα της
Γαλατίας και κατακτήθηκε από τους Ρωμαίους στα μέσα του 1ο Αι. π.Χ.
Επί Αυγούστου έγινε ρωμαϊκή επαρχία.
Κατά
την διοικητική μεταρρύθμιση του Αυτοκράτορα Διοκλητιανού χωρίστηκε σε τρεις
επαρχίες, την Πρώτη Ακουϊτανία (Aquitania Prima), την Δευτέρα Ακουϊτανία
(Aquitania Secunda) και την Νοβεμποπουλανία (Novempopulana) ή Τρίτη Ακουϊτανία.
(Aquitania Tertia).) ερημώθηκαν τα πάντα.
Ακόμη
και η Ισπανία τρέμει κάθε μέρα, καθώς θυμάται την εισβολή των Κίμβρων (Αρχαίο γερμανικό
φύλο που κατοικούσε αρχικά στο Βόρειο τμήμα της χερσονήσου της Γιουτλάνδης. Στα
τέλη του 2ου Αι. π.Χ., μαζί με τους Τεύτονες και τους Άμβρωνες,
μετανάστευσαν προς Νότον.
Το
113 π.Χ. νίκησαν σε μάχη στην Καρινθία τους Ρωμαίους και εγκαταστάθηκαν στην
Γαλατία, όπου αντιμετώπισαν νικηφόρα τους Ρωμαίους σε πολλές μάχες. Το 102 π.Χ.
εισέβαλαν στην Β. Ιταλία, αλλά το 101 π.Χ. συνετρίβησαν από τον Ρωμαίο στρατηγό
Μάριο.)». Δέκα χρόνια αργότερα, γύρω στα 420 μ.Χ., ο ιστορικός Ορόσιος
περιέγραψε την κατάσταση που είχε διαμορφωθεί με τα ακόλουθα λόγια:
«Οι
Γερμανοί, αφού διέσχισαν τις Άλπεις, τη Ραιτία και όλη την Ιταλία, έχουν φθάσει
κιόλας μπροστά στη Ραβέννα. Οι Αλαμαννοί οργώνουν την Γαλατία και φθάνουν ακόμη
και στην Ιταλία. Η Ελλάδα, η Μακεδονία, ο Πόντος και η Μικρά Ασία αφανίζονται
από τον κατακλυσμό των Γότθων. Η Δακία πέρα από τον Δούναβη χάθηκε για πάντα.
Οι Κουάδοι και οι Σαρμάτες καταστρέφουν την Παννονία. Οι Γερμανοί κατακτούν την
εξαντλημένη Ισπανία».
Η Μετανάστευση των Βανδάλων
Οι
Βάνδαλοι πέρασαν τον Ρήνο στα τέλη του έτους 406 μ.Χ. και εισέβαλαν στην
Ισπανία (409 μ.Χ.), όπου ασπάστηκαν τον αρειανισμό. Αργότερα ο βασιλιάς
Γιζέριχος οδήγησε τον λαό του στην Αφρική (429 μ.Χ.) και ίδρυσε το Βανδαλικό
Βασίλειο (429-534 μ.Χ).
Την
Βανδαλική κατάκτηση της Αφρικής διευκόλυναν διάφορα εθνικά, θρησκευτικά και
κοινωνικά κινήματα, καθώς και η αντιπαράθεση του Ρωμαίου διοικητή με την
κεντρική κυβέρνηση. Με την συνθήκη του 435 μ.Χ. μεταξύ Βανδάλων και Ρωμαίων, οι
Βάνδαλοι έλαβαν τις κυριότερες Βορειοαφρικανικές επαρχίες.
Ακολούθησε
η κατάληψη από τους Βανδάλους της Καρχηδόνος (439 μ.Χ.) και της Σικελίας. Με
μια νέα συνθήκη ο Αυτοκράτορας Βαλεντινιανός Γ’ αναγνώρισε την κυριαρχία των
Βανδάλων στην Βόρεια Αφρική και στα νησιά Σαρδηνία, Κορσική, Σικελία και Βαλεαρίδες
(476 μ.Χ.).
Ο
Γιζέριχος και οι διάδοχοί του εφάρμοσαν τον υποχρεωτικό προσηλυτισμό του
ρωμαϊκού πληθυσμού της Βόρειας Αφρικής στον Αρειανισμό. Αυτό επιδείνωσε τις
σχέσεις μεταξύ κατακτητών και κατακτημένων. Σημαντικές ήταν οι γενικότερες
συνέπειες της Βανδαλικής κατάκτησης.
Η
απώλεια της Βόρειας Αφρικής, σιτοβολώνα της Ιταλίας, έκανε πολύ δύσκολο τον
επισιτισμό της Ρώμης. Οι Βανδαλικές επιδρομές υπονόμευσαν την οικονομία και την
δύναμη του Ρωμαϊκού Κράτους (κατάληψη και λεηλασία της Ρώμης το 455 μ.Χ.) και
κατέστησαν εξαιρετικά επισφαλείς τις μεσογειακές επικοινωνίες.
Η Μετανάστευση των Βησιγότθων
Η
κατάσταση αυτή ευνόησε το Βησιγοτθικό Βασίλειο της Τουλούζης (418-507 μ.Χ.). Οι
Βησιγότθοι, που είχαν εγκατασταθεί αρχικά στην Θράκη με την άδεια των Βυζαντινών
αρχών (376 μ.Χ.), ξεσηκώθηκαν και στην μάχη της Αδριανούπολης συνέτριψαν τις
δυνάμεις της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Ο ίδιος ο Αυτοκράτορας Ουάλης
(Φλάβιος Ουάλης (ή Βάλης) (Flavius Valens). Γεννήθηκε το 328 μ.Χ. περίπου στην
Παννονία. Σταδιοδρόμησε στον στρατό και διακρίθηκε επί Βασιλείας Ιουλιανού και
Ιοβιανού.
Τον
Μάρτιο του 364 μ.Χ. ο Ουάλης αναγορεύθηκε στην Κωνσταντινούπολη Αυτοκράτορας
του Ανατολικού Ρωμαϊκού Κράτους από τον αδελφό του Βαλεντινιανό, τον οποίον ο
στρατός είχε ανακηρύξει Αυτοκράτορα της Δύσης μετά τον θάνατο του Ιοβιανού.
Το
365-366 μ.Χ. αντιμετώπισε την στάση του σφετεριστή Προκοπίου, συγγενούς του
Ιουλιανού. Το 366-367 μ.Χ. βαπτίστηκε Χριστιανός και ασπάστηκε το δόγμα του
Αρειανισμού. Το 373/4 μ.Χ. και το 377/8 μ.Χ. εξεστράτευσε στο Ανατολικό σύνορο
για να αντιμετωπίσει τους Πέρσες.
Το
376 μ.Χ. έδωσε άδεια στους Γότθους να εγκατασταθούν στην Θράκη. Έχασε την ζωή
του στις 9 Αυγούστου 378 μ.Χ. κατά την διάρκεια μάχης στην Αδριανούπολη
εναντίον των Γότθων και το επόμενο έτος τον διαδέχθηκε ο στρατηγός Θεοδόσιος.)
έπεσε στο πεδίο της μάχης (378 μ.Χ.).
Ο
διάδοχός του Θεοδόσιος Α’ εγκατέστησε τους Βησιγότθους στην Κάτω Μοισία
(Ρωμαϊκή επαρχία στην ιστορική παραδουνάβια περιοχή της Μοισίας, η οποία πήρε
το όνομά της από το Θρακικό φύλο των Μοισών που κατοικούσαν στην περιοχή.
Αποτελούσε
το Ανατολικό τμήμα της Μοισίας με πρωτεύουσα την Μαρκιανούπολη και χωρίστηκε
από την Άνω (δυτική) Μοισία το 86 μ.Χ. Σήμερα αποτελεί τμήμα της Βουλγαρίας.)
(382 μ.Χ.). Αργότερα ο βασιλιάς των Βησιγότθων Αλάριχος (395-410 μ.Χ.) οδήγησε
τον λαό του στην Ιταλία και κατέλαβε την Ρώμη (410 μ.Χ.).
Ακολούθησε
νέα μετανάστευση στις ακτές του Ατλαντικού, όπου οι Βησιγότθοι κατέκτησαν την
Δεύτερη Ακουιτανία (Aquitania Secunda) (418 μ.Χ.). Εδώ οι Βησιγότθοι
οργανώθηκαν και εξελίχθηκαν σε έθνος (gens) με άξονα τη γοτθική παράδοση.
Οι
Ρωμαίοι, όμως, κρατούσαν κλειστή την διέξοδο προς την Μεσόγειο. Η προσπάθεια
των Βησιγότθων να συμμαχήσουν με τους Βανδάλους, για να σπάσουν τον ρωμαϊκό
αποκλεισμό, ματαιώθηκε από τον Ρωμαίο στρατηγό Αέτιο (442 μ.Χ.).
Ο
τελευταίος πάντως συνεργάστηκε με τους Βησιγότθους στην καταστροφική για τους
Ούννους μάχη στα Καταλαυνικά Πεδία (451 μ.Χ.). Οι Βησιγότθοι έφθασαν στο
απόγειο της δυνάμεώς τους επί της βασιλείας του Ευρίχου (466-484 μ.Χ.), ο
οποίος κατόρθωσε να ολοκληρώσει την κατάκτηση της Γαλατίας και να ιδρύσει ένα
ανεξάρτητο κράτος.
Ωστόσο,
μετά την ήττα τους από τους Φράγκους και την απώλεια της Τουλούζης (507 μ.Χ.),
οι Βησιγότθοι αναγκάστηκαν να μεταναστεύσουν στην Ισπανία. Πρωτεύουσα του νέου
Βησιγοτθικού Κράτους έγινε η Μέριδα και ακολούθως (μετά το 580 μ.Χ.) το Τολέδο.
Το Βησιγοτθικό Βασίλειο της Ισπανίας καταλύθηκε από τους Άραβες το 711/712 μ.Χ.
Η Μετανάστευση των Βουργουνδών
Ο
λαός των Βουργουνδών, μετά την διάβαση του Ρήνου (406 μ.Χ.), εγκαταστάθηκε στην
περιοχή Μαγεντίας (Mainz) και Βορματίας (Worms) μεταξύ 409 και 413 μ.Χ.. Η
αύξηση του πληθυσμού και η ανάγκη απόκτησης νέας γης, πιθανώς σε συνδυασμό με
την πίεση των Ούννων, υποχρέωσε τον λαό αυτό να μεταναστεύσει δυτικότερα (435
μ.Χ.).
Μετά
την διάλυση του Βουργουνδικού Κράτους από τους Ούννους, ο Ρωμαίος στρατηγός
Αέτιος εγκατέστησε τους εναπομείναντες Βουργουνδούς στην Σαβοΐα (Ιστορική
περιοχή της Γαλλίας η οποία καταλαμβάνει το Βόρειο τμήμα των Γαλλικών Άλπεων.
Στο
δεύτερο μισό του 4ου Αι. μ.Χ. ήταν γνωστή ως Σαπαυδία ή Σαβαυδία και
από την ονομασία αυτή προέρχεται το σημερινό της όνομα, το οποίο εμφανίζεται
τον 9ο Αι.) (443 μ.Χ.). Από εδώ επεκτάθηκαν κατά μήκος των ποταμών
Ροδανού (Rhône) και Άραρος (Saône).
Το
Βουργουνδικό Βασίλειο έφθασε στην ακμή του, όταν βασίλευε ο Αρειανός βασιλιάς
Γουνδοβάδος (περ. 480-516 μ.Χ.). Εξαιτίας της αριθμητικής αδυναμίας τους, οι
Βουργουνδοί δεν έλυσαν ποτέ την συμμαχική σχέση τους με τους Ρωμαίους και
αποδέχθηκαν την ιδέα υποταγής των Γερμανών στο Ρωμαϊκό Κράτος. Το βραχύβιο αυτό
Βασίλειο καταλύθηκε μετά το 534 μ.Χ. από τους Φράγκους.
Η Πτώση του Δυτικού Ρωμαϊκού Κράτους
Μετά
το 461 μ.Χ., η Δυτική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία κυβερνήθηκε από σκιώδεις Αυτοκράτορες
που είχαν έδρα την Ραβέννα και κηδεμονεύονταν από Γερμανούς στρατηγούς. Ο
αξιωματούχος Ορέστης, ο οποίος είχε υπηρετήσει στην αυλή του Αττίλα,
αντικατέστησε τον Αυτοκράτορα Ιούλιο Νέπωτα με τον γιο του Ρωμύλο Αυγουστύλο
(476 μ.Χ.).
Το
μεγαλύτερο μέρος της Δυτικής Αυτοκρατορίας, με εξαίρεση την Ιταλία και μερικές
περιφερειακές περιοχές, είχε ήδη περάσει στην κυριαρχία των Γερμανών βασιλέων.
Μία εξέγερση του στρατού έθεσε τέρμα στην εξουσία του Ορέστη.
Ο
Οδόακρος, ο οποίος ανήκε στο φύλο των Σκίρων (Γνωστοί και ως Σκύροι ή Σκίρροι.
Αρχαίο γερμανικό φύλο που κατοικούσε αρχικά στην περιοχή της δεξιάς όχθης του
ποταμού Βιστούλα. Από τον 3ο έως τον 5ο Αι. μ.Χ. ακολούθησαν τους Γότθους, τους
Σαρμάτες και τους Ούννους στις επιδρομές και μετακινήσεις τους.
Σταδιακά
ενσωματώθηκαν σε άλλα γερμανικά φύλα, καθαίρεσε τον Ρωμύλο και με την σύμφωνη
γνώμη της Συγκλήτου αναγορεύθηκε rex, δηλαδή βασιλιάς (476 μ..Χ.). Ο Αυτοκράτορας
Ζήνων δεν μπορούσε παρά να δεχθεί την αλλαγή εξουσίας στην Ιταλία, θεωρούσε
όμως τον Οδόακρο ως σφετεριστή και περίμενε να παρουσιασθεί μια ευκαιρία για
την ανατροπή του. Την ευκαιρία αυτή του την προσέφεραν οι Οστρογότθοι.
Η Μετανάστευση των Οστρογότθων
Οι
Οστρογότθοι είχαν εγκατασταθεί στην Παννονία ως φοιδεράτοι (Ρωμαϊκός και
βυζαντινός νομικός όρος που δήλωνε τις βαρβαρικές φυλές που είχαν εγκατασταθεί
σε εδάφη της Αυτοκρατορίας ως σύμμαχοι.
Αργότερα
δήλωνε και τα επίλεκτα στρατιωτικά σώματα που στρατολογούνταν από τους
βαρβάρους.), μετά την κατάρρευση του κράτους των Ούννων (453 μ.Χ.). Αργότερα
μετανάστευσαν Νοτιότερα και συνεργάστηκαν με την βυζαντινή κυβέρνηση.
Πολλοί
Γότθοι, μάλιστα, κατόρθωσαν να διεισδύσουν στην στρατιωτική και πολιτική
διοίκηση του Ανατολικού Ρωμαϊκού Κράτους. Ο ηγεμόνας τους Θεοδώριχος ο Μέγας
(471-526 μ.Χ.) αναρριχήθηκε στα ύψιστα ρωμαϊκά αξιώματα και απέκτησε μεγάλη
ισχύ, γι’ αυτό ο Αυτοκράτορας φρόντισε να τον στείλει στην Ιταλία:
Είναι
το τελευταίο βήμα στην προσπάθεια απαλλαγής του Ανατολικού Ρωμαϊκού Κράτους από
τα γερμανικά στοιχεία (489 μ.Χ.). Ο Θεοδώριχος δολοφόνησε τον Οδόακρο (493 μ.Χ.)
και έγινε κύριος της Ιταλίας.
Ο
Αυτοκράτορας Αναστάσιος τον αναγνώρισε ως rex Gothorum («βασιλέα Γότθων») και
κύριο της Ιταλίας (497 μ.Χ.), θέλοντας να δείξει ότι του μεταβίβαζε απλώς την
κυβερνητική εξουσία της Δύσης. Κατά μία άποψη, η Βασιλεία του Θεοδωρίχου ήταν
ενισχυμένη σε σχέση με τις υπόλοιπες Βασιλείες της Δύσης.
Ο
Θεοδώριχος γνώριζε ότι η Βυζαντινή κυβέρνηση τον έβλεπε ως σφετεριστή και ήταν
βέβαιος ότι οι Βυζαντινοί θα προσπαθούσαν να απαλλαγούν από αυτόν με την πρώτη
ευκαιρία. Έτσι, για να διασφαλίσει το Βασίλειο του από εξωτερικές απειλές, ο
Θεοδώριχος δημιούργησε, με την στήριξη των Βησιγότθων, ένα σύστημα συμμαχιών
και οικογενειακών σχέσεων με Γερμανούς βασιλείς.
Υπέγραψε
συμφωνίες με τους βασιλείς των Βουργουνδών (494 μ.Χ.) και των Βανδάλων (περ.
500 μ.Χ.), ενώ προσπάθησε να αντιμετωπίσει τις απόπειρες για συγκρότηση
συμμαχίας μεταξύ Φράγκων και Βυζαντινών συμμαχώντας με τους βασιλείς των
Θουριγγίων (Γνωστοί και ως Θουριγγοί. Αρχαίο γερμανικό φύλο το οποίο
μνημονεύεται για πρώτη φορά τον 5ο Αι. μ.Χ.
Καταγόταν
από το γερμανικό φύλο των Ερμουνδούρων (σε επιμιξία με Σλάβους) ή, κατ' άλλους,
από αυτά των Τουρώνων και των Τευριοχαίμων. Επί Αττίλα υποτάχθηκαν στους
Ούννους. Αργότερα ίδρυσαν μεγάλο κράτος, που εκτεινόταν από τα όρη Χαρτς έως
τον Δούναβη.
Μετά
την ήττα τους από τους Φράγκους, το βασίλειό τους περιορίστηκε στα όρη Χαρτς
και τον Θουρίγγιο Δρυμό και ηγεμονευόταν από Φράγκους δούκες. Εκχριστιανίστηκαν
στις αρχές του 8ου Αι.) (περ. 510 μ.Χ.), των Ερούλων (περ. 508 μ.Χ.)
και μικρότερων γερμανικών φύλων Βορείως των Άλπεων. Η εξέχουσα θέση του
Θεοδωρίχου βασιζόταν στο κύρος που είχε ως κύριος της Ρώμης και προστάτης του
ρωμαϊκού πολιτισμού. Επί της Βασιλείας του η Ιταλία έγινε και πάλι κέντρο με
πολιτική σημασία.
Οι Λόγοι του Μη Εκγερμανισμού της
Ρωμαϊκής Κοινωνίας
Η
μικρή αριθμητική δύναμη των γερμανικών φύλων που μετανάστευσαν στο Ρωμαϊκό
Κράτος καθόρισε αρχικά την σχέση τους με τους Ρωμαίους. Οι Βάνδαλοι αριθμούσαν
περίπου 80.000 ανθρώπους, από τους οποίους 15.000 πρέπει να ήταν πολεμιστές. Οι
Γότθοι ήταν λίγο περισσότεροι, οι Βουργουνδοί λιγότεροι.
Αντίθετα,
ο ρωμαϊκός πληθυσμός, αν και είχε μειωθεί σε σχέση με προηγούμενους Αιώνες και
είχε χάσει την ζωτικότητα του, ανερχόταν σε εκατομμύρια. Η αριθμητική υπεροχή
του απέτρεψε τον εκγερμανισμό της ρωμαϊκής κοινωνίας.
Πέρα
από αυτό, στην μετανάστευση δεν έλαβαν μέρος συγκροτημένοι λαοί, αλλά ομάδες με
μεταβαλλόμενη σύνθεση, οργανωμένες γύρω από την ακολουθία του στρατιωτικού
αρχηγού και το γένος. Έτσι, στην διάρκεια της μετανάστευσης πολλά φύλα
εξαφανίστηκαν ή διασπάστηκαν.
Με
τους Βανδάλους ενώθηκαν τα υπολείμματα των Αλανών και των Βησιγότθων, με τους
Βησιγότθους αργότερα μέρος των Οστρογότθων, με τους Οστρογότθους υπολείμματα
Ρούγων (Γνωστοί και ως Ρούγιοι ή Ρογοί. Αρχαίο γερμανικό φύλο που κατοικούσε
αρχικά στην περιοχή των παραλίων της Βαλτικής Θάλασσας, μεταξύ των ποταμών
Όντερ και Βιστούλα.
Στα
τέλη του 4ου Αι. μ.Χ. υποτάχθηκαν στους Ούννους και τους ακολούθησαν
στις μετακινήσεις τους στην Κεντρική Ευρώπη. Μετά τον θάνατο του Αττίλα (453
μ.Χ.) και την διάλυση της αυτοκρατορίας του (455 μ.Χ.), οι Ρούγοι ίδρυσαν νέο
κράτος στην αριστερή όχθη του Δούναβη, σε περιοχές της σημερινής Αυστρίας και
Ουγγαρίας.
Το
κράτος τους καταλύθηκε από τον βασιλιά των Ερούλων Οδόακρο το 487 μ.Χ. και οι
Ρούγοι σταδιακά ενσωματώθηκαν σε άλλα γερμανικά φύλα.). Η συνοχή αυτών των λαών
δεν στηριζόταν στην φυσική ενότητα τους, αλλά στην κυρίαρχη βούληση των βασικών
ομάδων.
Οι πολιτικοί θεσμοί των μεταναστών
Η
Βασιλεία, θεσμός στρατιωτικής προέλευσης, αντιπροσώπευε την κύρια πολιτική
δύναμη στα γερμανικά κράτη. Το κύρος της αποδίδεται στην διαρκή ανάγκη
διεξαγωγής πολεμικών επιχειρήσεων, αλλά και στο ρωμαϊκό πρότυπο της εξουσίας
του στρατηγού.
Ο
βασιλικός θεσμός νομιμοποιήθηκε και δημιούργησε δυναστείες χάρη στην Αρχαϊκή
αντίληψη για την ιερότητα και την θεία καταγωγή του βασιλεύοντος γένους (όπως
ήταν το γένος των Αμαλών (Γοτθική δυναστεία, το όνομα της οποίας προέρχεται από
τον γενάρχη της, Αμάλα, ο οποίος έζησε στα τέλη του 2ου Αι. μ.Χ. και θεωρείται ο ιδρυτής του Βασιλικού
γένους των Οστρογότθων.
Από
τα μέσα του 4ου αι. βασίλευσαν αδιάκοπα στους Οστρογότθους. Ο σημαντικότερος
εκπρόσωπος της δυναστείας ήταν ο Θεοδώριχος ο Αμαλός, ο οποίος οδήγησε τους
Οστρογότθους στην Ιταλία. Η δυναστεία έληξε με την δολοφονία του βασιλιά
Θευδάτου στην Ιταλία το 536 μ.Χ. Όργανο της Βασιλικής εξουσίας έγινε η νέα
υπηρετική αριστοκρατία που πλούτισε γρήγορα και απορρόφησε την παλαιά εξ
αίματος αριστοκρατία.
Η επίδραση του ρωμαϊκού πολιτισμού
στους Γερμανούς
Οι
Γερμανοί επηρεάστηκαν έντονα από τους Ρωμαίους στους τομείς του δικαίου, της
πολιτικής και κοινωνικής οργάνωσης και της θρησκείας και επέδειξαν ιδιαίτερο
ενδιαφέρον για τον ρωμαϊκό πολιτισμό. Με εξαίρεση τον βασιλιά των Βανδάλων
Γιζέριχο, οι νεοφερμένοι δεν επεδίωξαν να καταστρέψουν τον ρωμαϊκό κόσμο, αν
και κατά καιρούς εξεδήλωσαν αντιρωμαϊκές διαθέσεις.
Οι
Βουργουνδοί ένιωθαν ως απόγονοι Ρωμαίων από τον 4ο Αι., ενώ ο
Οστρογότθος βασιλιάς Ατάουλφος δήλωσε ότι, ενώ αρχικά επεδίωκε να εξαλείψει το
όνομα “Ρωμαίος”, να μετατρέψει την Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία (“Ρωμανία”) σε Γοτθικό
Κράτος (“Γοτθία”) και να γίνει ο ίδιος Καίσαρ Αύγουστος, διέβλεψε ότι οι
ατίθασοι Γότθοι δεν θα υπάκουαν στους νόμους, που συγκρατούν μια πολιτεία, και
γι’ αυτό έθεσε τους Γότθους στην υπηρεσία του Ρωμαϊκού Κράτους, προκειμένου να
μείνει στην μνήμη των μεταγενεστέρων ως ανορθωτής του.
Η συνύπαρξη Ρωμαίων και μεταναστών
Η
εγκατάσταση των Γερμανών έγινε σύμφωνα με το jus hospitalitatis («δίκαιον
φιλοξενίας»), δηλαδή την αρχή της εκχώρησης στους εποίκους του ενός τρίτου
(Οστρογότθοι) ή των δύο τρίτων (Βουργουνδοί και Βησιγότθοι) της γης στην
περιοχή υποδοχής. Η διανομή αφορούσε μικρό μόνο μέρος των γαιών εξαιτίας του
μικρού αριθμού των Γερμανών και δεν προκάλεσε ιδιαίτερα προβλήματα στη ρωμαϊκή
συγκλητική αριστοκρατία που κατείχε την γη.
Πάντως,
οι Γότθοι παρέμειναν στο ρωμαϊκό έδαφος, ξένοι και χωρισμένοι από τους
Ρωμαίους, εξαιτίας της απαγόρευσης επιγαμιών με αυτούς. Το γεγονός αυτό οδήγησε
στην έκδοση νομικών συλλογών που προορίζονταν αποκλειστικά για τους Ρωμαίους
υπηκόους μέσα στο Βουργουνδικό και το Βησιγοτθικό Κράτος.
Μόνο
σε εξαιρετικές περιπτώσεις μάθαιναν οι Ρωμαίοι γοτθικά και οι Γότθοι λατινικά.
Η εσωτερική αποξένωση έγινε αγεφύρωτη με την θρησκευτική αντίθεση που απέτρεψε
το ρίζωμα των Γερμανών στο ρωμαϊκό έδαφος.
Θρησκευτικές διαφορές
Οι
Γότθοι δεν αποδέχθηκαν την Ορθόδοξη εκδοχή του Χριστιανισμού, αλλά ασπάσθηκαν
την αίρεση του Αρείου και έμειναν πιστοί σ’ αυτή και μετά την οριστική καταδίκη
του αρειανισμού. Στις περιοχές όπου εγκαταστάθηκαν χωρίς άδεια ξέσπασαν
δογματικές έριδες, ενώ οι Βάνδαλοι προέβησαν σε διώξεις των Ορθοδόξων.
Πολύ
ηπιότερη ήταν η θρησκευτική πολιτική των Βησιγότθων βασιλέων, ενώ ο Θεοδώριχος
εφάρμοσε πολιτική θρησκευτικής ανοχής και κατά καιρούς συνεργάστηκε με την Εκκλησία
της Ρώμης. Παρά ταύτα η δογματική αντίθεση δηλητηρίασε τις σχέσεις των Γερμανών
με τη Ρωμαϊκή Εκκλησία.
Η ιδεολογική παράμετρος της συμβίωσης
Το
γερμανικό πρόβλημα απασχόλησε την ρωμαϊκή διανόηση, αλλά η συζήτηση δεν οδήγησε
σε οριστικά συμπεράσματα. Ο Άγιος Αυγουστίνος τόνισε ότι η κατάληψη της Ρώμης
από τον Αλάριχο δεν ήταν το τέλος του κόσμου και ότι η Ρώμη δεν ταυτιζόταν με
τον Χριστιανισμό τόσο όσο φαντάζονταν οι Ρωμαίοι.
Η
ιδέα της παροδικότητας του Ρωμαϊκού Κράτους απέκτησε πολλούς οπαδούς στην
διάρκεια του 5ου Αι., ενώ η Ρωμαϊκή Εκκλησία θεωρήθηκε πνευματική
κληρονόμος της Αυτοκρατορίας. Ο ιστορικός Κασσιόδωρος επιχείρησε να εξωραΐσει
το ιστορικό παρελθόν των Γότθων και να συνδέσει τον λαό αυτό με τους Γέτες
(Ένωση θρακικών φύλων, συγγενών με τους Δάκες, που κατοικούσαν στον Κάτω
Δούναβη, στη σημερινή Βορειοανατολική Βουλγαρία και την ρουμανική Δοβρουτσά.
Μνημονεύονται
για πρώτη φορά στα τέλη του 6ου Αι. π.Χ., όταν υποτάχθηκαν στους
Πέρσες. Τον 5ο Αι. π.Χ. ενσωματώθηκαν στο κράτος των Οδρυσσών
Θρακών, ενώ τον 4ο Αι. π.Χ. ήλθαν σε σύγκρουση με τους Σκύθες και
κατόπιν υποτάχθηκαν στους Μακεδόνες του Μ. Αλεξάνδρου.
Στις
αρχές του 3ου Αι. π.Χ. βρέθηκαν υπό την κυριαρχία των Γαλατών
εισβολέων, αλλά στα μέσα του αιώνα κατάφεραν να ιδρύσουν κράτος το οποίο έλεγχε
και τα πέραν του Δούναβη εδάφη. Στα μέσα του 1ου Αι. π.Χ. ενώθηκαν
προσωρινά με το κράτος των Δακών.
Από
τα τέλη του αιώνα βρίσκονταν σε σύγκρουση με τους Ρωμαίους, οι οποίοι τους
υπέταξαν οριστικά το 106 μ.Χ.) και τους Σκύθες (Νομαδικός λαός Ιρανικής
καταγωγής, ο οποίος μετανάστευσε από την Κεντρική Ασία στην σημερινή Νότια
Ρωσία τον 8ο και 7ο Αι. π.Χ. Η κυριαρχία τους είχε ως
κέντρο την χερσόνησο της Κριμαίας.
Το
κράτος τους καταλύθηκε από τους Σαρμάτες τον 4ο-2ο Αι.
π.Χ. Τα υπολείμματα των Σκυθών ενσωματώθηκαν στους λαούς της Μεγάλης
Μετανάστευσης τον 4ο Αι. μ.Χ. Η γλώσσα τους ήταν συγγενής με την
Σαρματική και την Αλανική, γνήσιος απόγονός της θεωρείται σήμερα η Οσετική, που
ομιλείται σε περιοχή του Καυκάσου.), επιδιώκοντας να συμφιλιώσει τους Ρωμαίους
με τους Γότθους.
Η εδραίωση των νέων γερμανικών κρατών
Ωστόσο
η Βυζαντινή ανάκτηση στην Δύση δεν διήρκεσε πολύ. Το 568 μ.Χ. οι Λογγοβάρδοι
(Αρχαίο γερμανικό φύλο που αποτελούσε τμήμα των Σουηβών και τον 1ο Αι.
μ.Χ. κατοικούσε στην αριστερή όχθη του Άνω Έλβα.
Κατά
τον 4ο-5ο Αι. μετακινήθηκαν στην λεκάνη του Μέσου
Δούναβη. Το 546 μ.Χ. εγκαταστάθηκαν στην Παννονία και το Νωρικόν ως σύμμαχοι
του Βυζαντίου. Το 567 μ.Χ. κατέλυσαν το κράτος των Γεπίδων.
Το
568 μ.Χ., πιεζόμενοι από τους Αβάρους, εισέβαλαν υπό την ηγεσία του βασιλιά
Αλβοΐνου στα Βυζαντινά εδάφη της Β. Ιταλίας, επικεφαλής συμμαχίας γερμανικών
και άλλων φυλών. Έως τα τέλη του 6ου Αι. είχαν καταλάβει τα εδάφη
της σημερινής Τοσκάνης και Λομβαρδίας, τα οποία αποτέλεσαν το Λογγοβαρδικό
Βασίλειο.
Αργότερα
ομάδες Λογγοβάρδων κατέλαβαν το Μπενεβέντο και το Σπολέτο, όπου ίδρυσαν
ανεξάρτητα δουκάτα. Το 751 μ.Χ. κατέλαβαν την Ραβέννα και κατέλυσαν την
Βυζαντινή εξουσία στο Βόρειο και Κεντρικό τμήμα της Ιταλίας.
Το
773-774 μ.Χ. το κράτος τους καταλύθηκε από τον Φράγκο βασιλιά Καρλομάγνο και οι
Λογγοβάρδοι σταδιακά αφομοιώθηκαν από τον τοπικό πληθυσμό.) άρχισαν την
κατάκτηση της Βυζαντινής Ιταλίας.
Στις
αρχές του 7ου Αι. το Βυζάντιο έχασε και τις βάσεις του στην Ισπανία,
ενώ οι εισβολές των Αβάρων (Ένωση τουρκόφωνων νομαδικών φύλων μογγολικής
καταγωγής που κατοικούσαν στην Κεντρική Ασία. Μνημονεύονται για πρώτη φορά στα
μέσα του 5ου Αι. μ.Χ.
Στα
μέσα του 6ου εισέβαλαν στις στέππες των δυτικών περιοχών της Κασπίας
και αργότερα εγκαταστάθηκαν στην περιοχή του Κάτω Δούναβη. Από εκεί ήλθαν σε
διπλωματικές επαφές με το Βυζάντιο το 558 μ.Χ..
Το
567 μ.Χ, από κοινού με τους Λογγοβάρδους, κατέλυσαν το κράτος των Γεπίδων και
το 568 μ.Χ. εξεδίωξαν τους Λογγοβάρδους και εγκαταστάθηκαν στην Παννονία. Έως
τα τέλη του 6ου Αι. επεξέτειναν την κυριαρχία τους στην Δαλματία,
την Ιλλυρία, την Μοισία και τα Σλαβικά φύλα της περιοχής, ενώ παράλληλα
διενεργούσαν επιδρομές στα εδάφη των Βυζαντινών, των Φράγκων, των Λογγοβάρδων
και των λαών του Καυκάσου.
Το
626 μ.Χ. πολιόρκησαν ανεπιτυχώς την Κωνσταντινούπολη. Σταδιακά η δύναμη τους
άρχισε να εξασθενίζει λόγω των εσωτερικών διενέξεων και της αντίστασης των
γειτονικών λαών. Στα μέσα του 7ου Αι. εκδιώχθηκαν από τις Βόρειες
περιοχές της Μαύρης Θάλασσας και το 680 μ.Χ. η εξουσία τους στην Παννονία
περιορίστηκε από την ίδρυση του Βουλγαρικού Κράτους.
Το
791 μ.Χ. συνετρίβησαν από τον Φράγκο βασιλιά Καρλομάγνο και το 796 μ.Χ. το
μεγαλύτερο μέρος της χώρας τους κατελήφθη από τους Φράγκους. Έως τον 9ο
Αι. οι Άβαροι είχαν αφομοιωθεί ολοκληρωτικά από τους λαούς των περιοχών της
Μαύρης Θάλασσας και του Δούναβη.) και των Σλάβων (Αρχαίος λαός Ινδοευρωπαϊκής
καταγωγής, οποίος σήμερα κατοικεί κυρίως στην Ανατολική Ευρώπη και σε τμήμα της
Κεντρικής Ευρώπης και των Βαλκανίων.
Αρχικά
κατοικούσαν μεταξύ των ποταμών Βιστούλα και Δνείπερου. Οι πρώτες μαρτυρίες για
τους προγόνους των Σλαβικών λαών προέρχονται από τον Ηρόδοτο και Ρωμαίους
συγγραφείς. Αν και ήταν πολυπληθείς, δεν μπόρεσαν να σχηματίσουν ισχυρό κράτος
και ζούσαν κατά φυλές, με μόνους κοινούς δεσμούς την γλώσσα και τα ήθη και
έθιμα.
Στα
τέλη του 4ου Αι. μ.Χ. υποτάχθηκαν στους Ούννους και τον 6ο
Αι. στους Αβάρους. Τον 7ο Αι. ένα μέρος των Σλάβων εγκαταστάθηκε στην
Βαλκανική, ενώ ήδη είχαν επεκταθεί προς τα Δυτικά και τα Βόρεια.
Την
εποχή εκείνη δημιουργήθηκαν και τα πρώτα Σλαβικά κράτη. Στους Σλαβικούς και Σλαβόφωνους
λαούς ανήκουν σήμερα οι Ρώσοι, οι Ουκρανοί, οι Λευκορώσοι, οι Τσέχοι, οι
Σλοβάκοι, οι Πολωνοί, οι Σέρβοι, οι Κροάτες, οι Σλοβένοι και οι Βούλγαροι.) στην
Χερσόνησο του Αίμου διέκοψαν τις χερσαίες επικοινωνίες με την Δύση.
Το
κέντρο του Δυτικού κόσμου μετατοπίσθηκε από την κατεστραμμένη Ιταλία στο
Φραγκικό Κράτος. Έτσι ο Ιουστινιανός, που επιδίωκε να καταλύσει την γερμανική
κυριαρχία στην Δύση, κατέλυσε μόνο την αυτοτελή πολιτική παράδοση της Δυτικής
Ρώμης που προστάτευε ο Θεοδώριχος.
Στην
εδραίωση των Βασιλείων των Βησιγότθων (508-711 μ.Χ.) και των Λογγοβάρδων
(568-774 μ.Χ.) συνέβαλε πολύ η μεταστροφή τους στην επίσημη εκδοχή του
Χριστιανισμού. Αυτή διευκόλυνε την ανάμειξη Ρωμαίων και Γερμανών και συνέβαλε
στην εθνογένεση του Ισπανικού και του Ιταλικού λαού σε μεταγενέστερους Αιώνες.
Οι
Ορθόδοξοι Xριστιανοί
ηγεμόνες της φραγκικής Γαλατίας, της βησιγοτθικής Ισπανίας και της
λογγοβαρδικής Ιταλίας συγκρίνονται με τον Μέγα Κωνσταντίνο και επιχειρούν να
μιμηθούν τηn
Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία (imitatio imperii), δεν αποδέχονται όμως στην πράξη την
ρωμαϊκή θεωρία της «οικογένειας των ηγεμόνων» και την εξάρτηση τους από τον
Ρωμαίο (δηλαδή τον Βυζαντινό) Αυτοκράτορα.
Η
τάση για διαμόρφωση σχέσεων ισοτιμίας με το πανίσχυρο Βυζαντινό Κράτος
χαρακτηρίζει ιδιαίτερα την φραγκική δυναστεία των Μεροβιγγείων, που εγκαινιάζει
μια νέα φάση αλληλεπίδρασης μεταξύ Γερμανών, Χριστιανοσύνης και ρωμαϊκής
παράδοσης.
Η Μετανάστευση των Φράγκων
Οι
Φράγκοι Σάλιοι (Τμήμα του αρχαίου γερμανικού φύλου των Φράγκων. Τον 3ο
Αι. μ.Χ. ήταν εγκατεστημένοι στην περιοχή του ποταμού Άισελ. Στις αρχές του 4ου
Αι. ο Κωνστάντιος Χλωρός τους εγκατέστησε στην «Νήσο των Βαταυών», μεταξύ των
ποταμών Λεκ και Βαάλ.
Τον
5ο Αι. κατέλαβαν την Βελγική και, αργότερα, την Γαλατία, όπου
ίδρυσαν το Φραγκικό Βασίλειο υπό την δυναστεία των Μεροβιγγείων και σταδιακά
αφομοιώθηκαν από τον τοπικό πληθυσμό.) και Ριπουάριοι (Τμήμα του αρχαίου
γερμανικού φύλου των Φράγκων.
Τον
3ο Αι. μ.Χ. ήταν εγκατεστημένοι στην δεξιά όχθη του Ρήνου. Τον 4ο
Αι. απωθήθηκαν από τον Ιουλιανό και τον 5ο Αι. από τον Αέτιο. Μετά
το 454 μ.Χ. εγκαταστάθηκαν στην κοιλάδα του ποταμού Μοζέλα.
Τον
6ο - 7ο Αι. εποίκησαν τα εδάφη της αριστερής όχθης του
Ρήνου, τα οποία είχαν εγκαταλείψει οι Σάλιοι Φράγκοι. Εκχριστιανίστηκαν στις
αρχές του 8ου Αι.), οι οποίοι στα μέσα του 4ου Αι. είχαν
εγκατασταθεί στο σύνορο του Ρήνου, άρχισαν βαθμιαία να επεκτείνονται Νοτιοδυτικά
και στα μέσα του 5ου Αι. έφθασαν στην περιοχή του ποταμού Σομ
(Somme).
Με
την βοήθεια τους οι Ρωμαίοι εμπόδισαν τους Βησιγότθους να περάσουν τον Λείγηρα
(Loire). Ο ανταγωνισμός των Φράγκων με τους Βησιγότθους συνέβαλε στην ίδρυση
ενός αυτοτελούς ρωμαϊκού κρατιδίου στην Βόρεια Γαλατία με κέντρο την Σουασσόν (Soissons)
που είναι γνωστό ως κράτος του Συαγρίου.
Οι αρχικά φιλικές σχέσεις μεταξύ Φράγκων και ρωμανικού πληθυσμού δεν άργησαν να γίνουν εχθρικές και να κλιμακωθούν σε πολεμική σύγκρουση. Ο Φράγκος βασιλιάς Χλωδοβίκος (482-511 μ.Χ.) συνέτριψε τις δυνάμεις του Συαγρίου και κατέλυσε το κράτος του (486-487 μ.Χ.)-(http://orthodoxhpisth.eu/viewtopic.php?f=21&t=366).
Πώς οι Δυτικοί και οι εγχώριοι πράκτορές
τους επιχείρησαν να παρουσιάσουν το Βυζάντιο ως μη Ελληνικό
Η
Δύση επί αιώνες εχθρεύονταν το Βυζάντιο τον Ελληνισμό και την Ορθοδοξία. Το
όνειρο των δυτικών πάντοτε ήταν να κόψουν την συνέχεια του Ελληνισμού από την ένδοξη
Αρχαιότητα μέχρι σημερα. Επίδωκαν λοιπόν
να εμφανίσουν τον λαμπρό Μεσαιωνικό Ελληνισμό του Βυζαντίου ως κάτι ξένο
και αποκομμένο από τον Ελληνορωμαϊκό πολιτισμό και την ρωμαϊκή κληρονομιά.
Οι
Ρωμαιοι μεγαλούργησαν πάνω στον δικό μας πολιτισμό. Και εκεί οικοδόμησαν την
Αυτοκρατορία τους. Από την στιγμή που η πρωτεύουσα μεταφέρθηκε στην
Κωνσταντινούπολη, η κληρονομιά της Αυτοκρατορίας πέρασε σε Ελληνικά χέρια.
Επειδή
οι καιροί είναι πονηροί και οι νεοταξιτες της Δύσεως χτυπούν ανελέητα Ελληνισμό
και Ορθοδοξία, υπάρχουν κάποια πράγματα που πρέπει να γίνουν κατανοητά ως προς
την Χιλιόχρονη Αυτοκρατορία, την οποία ζήλεψε και ο Αδόλφος Χίτλερ, ο οποίος
ήθελε να φτιάξει το "χιλιόχρονο Ράιχ".
O
Clifton R. Fox Καθηγητής Ιστορίας στο Tomball College, USA επισημαίνει: “Οι
άνθρωποι που ζούσαν στην ‘Βυζαντινή Αυτοκρατορία’ ποτέ δεν ήξεραν ούτε και
χρησιμοποίησαν την λέξη ‘Βυζαντινός’. Αυτοί ήξεραν για τον εαυτό τους ότι είναι
Ρωμαίοι, τίποτα παραπάνω και απολύτως τίποτα λιγότερο.
Με
την μεταφορά της πρωτεύουσας της Αυτοκρατορίας από την Ρώμη του Τίβερη στην Νέα
Ρώμη του Βοσπόρου, την μετέπειτα Κωνσταντινούπολη, ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος
ο 1ος μετέφερε την πραγματική ταυτότητα της Ρώμης σε καινούργια
τοποθεσία.
Πολύ
πριν τον Κωνσταντίνο τον 1ο, η ιδέα της ‘Ρώμης’ είχε αρχίσει να
διαχωρίζεται από την Αιώνια Πόλη του Τίβερη. Έτσι που το Ρωμαίος σήμαινε τον
Ρωμαίο πολίτη, όπου κι αν ζούσε. Πριν την Αυτοκρατορική περίοδο (89 π.Χ.), το
Ρωμαϊκό Δίκαιο χορήγησε δικαιώματα Ρωμαίου πολίτη σε όλους τους κατοίκους της
Ιταλίας. (σ.σ. και άρα και στους υπόλοιπους Έλληνες της Μ. Ελλάδος).
Κατόπιν,
το δικαίωμα του Ρωμαίου πολίτη προσφερόταν σε όλο και μεγαλύτερο αριθμό
ανθρώπων παντού στην Αυτοκρατορία. Το 212 μ.Χ., ο Αυτοκράτορας Καρακάλας
διακήρυξε ότι όλοι οι ελεύθεροι πολίτες της Αυτοκρατορίας μπορούσαν να γίνουν
Ρωμαίοι πολίτες, δίνοντάς τους την δυνατότητα να αυτοαποκαλούνται Ρωμαίοι, και
όχι απλά υποτελείς των Ρωμαίων.
Σε
μερικές δεκαετίες οι άνθρωποι αναφερόμενοι στην Αυτοκρατορία άρχισαν να
χρησιμοποιούν σπανιότερα (το Λατινικό) ‘Imperium Romanorum’ (Κράτος των
Ρωμαίων) και συχνότερα το ‘Ρωμανία’ (Χώρα των Ρωμαίων)”
(http://www.tc.nhmccd.cc.tx.us/people/crf01/romaion/, «Celator», Τόμος 10,
Αριθμός 3: Μάρτιος 1996. Μετάφραση στα Ελληνικά, του ξενόγλωσσου άρθρου,
στο:www.romanity.org ).
Ο
Lorenz Gyomorey, λέει: “Στην ονομασία της ΡΩΜΗΟΣΥΝΗΣ διαψεύστηκε και
διαψεύδεται κάθε δυτική προσπάθεια να επικαλείται μια νεφελώδη ‘Ελληνορωμαϊκή’
κληρονομιά σαν υψηλή αποστολή της Δύσης.
Η
ύπαρξη της ΡΩΜΗΟΣΥΝΗΣ αποκαλύπτει την ‘Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία του Γερμανικού
Έθνους’ ως φάρσα και αποδείχνει ότι η Αναγέννηση τίποτα άλλο δεν αναγέννησε
παρά ένα φάντασμα, που ούτε καν υπήρχε.
Έτσι,
η ύπαρξη της Ρωμηοσύνης βεβαιώνει ότι κάθε επίκληση της Αρχαίας Ελλάδας, της
αρχαίας Ρώμης, της Αυτοκρατορίας, του πολιτισμού, δεν ήταν τίποτα άλλο παρά η
ιδεολογική συγκάλυψη κατακτητικών, αποικιοκρατικών δυναστικών προσπαθειών”
(Lorenz Gyomorey, «Η δύση της Δύσης», εκδ. Παπαζήση). Ο ιστορικός Otto Mazal,
γράφει:
“Οι
ρίζες της αρνητικής τοποθέτησης των Δυτικών, που ήθελαν να βλέπουν την Βυζαντινή
περίοδο μόνο ως μια διαρκή πορεία κατάπτωσης μετά την ένδοξη εποχή της Ελληνορωμαϊκής
Αρχαιότητας, βρίσκονται στους χρονογράφους του Μεσαίωνα, για τους οποίους οι
δυτικοί Αυτοκράτορες ήταν οι νόμιμοι συνεχιστές του Imperium Romanum,ενώ το
κατά την αντίληψη της Δύσης, αιρετικό Ανατολικό κράτος, είχε χάσει ως ‘Βασίλειο
των Γραικών’ (Regnum Graecorum) την οικουμενικότητά του και είχε αποκλεισθεί
από τη σκηνή της ιστορίας.
Για
πρώτη φορά η Βυζαντινολογία του παρόντος δείχνει και πάλι με σαφήνεια την
μεγάλη κοσμοϊστορική σημασία του Βυζαντίου (σ.σ. διάβαζε: Ρωμανίας) και δίνει
ώθηση για μια αναθεώρηση” (“Byzanz und das Abendland”, Wien 1981, s. 8,11). Στην
Εγκυκλοπαίδεια Britannica, διαβάζουμε:
“Η
ονομασία της Αυτοκρατορίας συνδέεται κατά την Βυζαντινή περίοδο μόνο με την
πρωτεύουσά της, που είχε ιδρυθεί στον χώρο της μικρής πόλης Βυζάντιο. Η Αυτοκρατορία
ονομαζόταν Ρωμαϊκή, οι πολίτες της Ρωμαίοι και ο Αυτοκράτορας ήταν imperator
Romano rum.
Η
σύνδεση της ονομασίας Βυζάντιο με την αυτοκρατορία έγινε στους νεώτερους
χρόνους, με την έκδοση από τον Ιερώνυμο Wolf έργων των Βυζαντινών ιστορικών
(“Corpus Byzantinae Historiae”, 1562 μ.Χ.) και καθιερώθηκε γενικά, αδιάφορα από
τις μερικότερες κατά καιρούς επιλογές (Ελληνική Αυτοκρατορία ή Ανατολικό
Ρωμαϊκό Κράτος).
Μερική
επίσης, ήταν η χρήση της ονομασίας Γραικού σ’ όλη την διάρκεια της ζωής της
αυτοκρατορίας, παρά το γεγονός ότι από τον 9ο Αιώνα στις λατινικές
πηγές κυρίως του φραγκικού κράτους γίνεται συστηματική χρήση της για ολόκληρη
την Αυτοκρατορία, με σκοπό την εξουδετέρωση της ονομασίας Ρωμαίου και Ρωμαϊκή
Αυτοκρατορία για το Ανατολικό Ρωμαϊκό Κράτος) (…) και την αποκλειστική
οικειοποίηση τους για το φραγκικό κράτος.
Η
συνέχεια της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και η νομιμότητα της συνέχειας αυτής,
συνδεόταν άρρηκτα με τις ονομασίες που θεμελίωναν την νόμιμη χρήση του τίτλου
αυτοκράτωρ Ρωμαίων (imperator Romanorum) και εξασφάλιζαν τη μοναδικότητα και
την αποκλειστικότητα της νόμιμης αυτοκρατορίας στην Οικουμένη” (Εγκυκλ.
Britannica, «Βυζάντιο»). Λέει ο Κολοκοτρώνης στον Στρατηγό Hamilton:
“Εμείς,
καπετάν Άμιλτον, δεν εκάμαμε ποτέ συμβιβασμό με τους Τούρκους. Άλλους έκοψαν,
άλλους σκλάβωσαν με το σπαθί και άλλοι, καθώς εμείς, ζήσαμε ελεύθεροι από γενεά
σε γενεά. Ο βασιλιάς μας (ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος) εσκοτώθη, δεν έκαμε καμιά
συνθήκη με τους Τούρκους.
Η
φρουρά του είχε παντοτινό πόλεμο με τους Τούρκους και δύο φρούρια ήσαν
ανυπόταχτα. Η φρουρά του είναι οι κλέφτες και τα φρούρια η Μάνη, το Σούλι και
τα βουνά.” (Θ. Κολοκοτρώνη, «Aπομνημονεύματα», εκδ. Αφών Τολίδη).
“Στο
16ο Διεθνές Βυζαντινολογικό Συνέδριο της Βιέννης, ο ίδιος ο πρόεδρος
της Αυστριακής Δημοκρατίας, Rudolf Kirschlger κατά την επίσημη έναρξη των
εργασιών του συνεδρίου, συνεχάρη τον καθηγητή Hunger, πρόεδρο της Αυστριακής
Ακαδημίας των Επιστημών, της Διεθνούς Εταιρείας Βυζαντινών Σπουδών, της
Οργανωτικής Επιτροπής του Συνεδρίου και ιδρυτή και οργανωτή της Βυζαντινολογικής
Σχολής της Βιέννης, διότι, όπως είπε, απέδειξε ότι ο όρος ‘Βυζαντινισμός’ δεν
έχει καμμία σχέση με την βυζαντινή πραγματικότητα, αλλά προήλθε από ελλιπή
κατανόηση του Βυζαντίου (σ.σ. διάβαζε:
Ρωμανίας)
εκ μέρους των ιστοριογράφων της Αναγέννησης. Επανειλημμένα τονίστηκε από τον
καθηγητή Hunger, ότι δεν πρέπει να γίνεται πλέον διάκριση μεταξύ
‘Byzantinistik’ και ‘Neogrzistik’, μεταξύ δηλαδή βυζαντινολογίας και Νεοελληνικής
φιλολογίας, διότι Βυζάντιο (σ.σ διάβαζε: Ρωμανία) και Νέος Ελληνισμός αποτελούν
ενότητα”» («Επομένοι τοις θείοις πατράσι, αρχές και κριτήρια της πατερικής
“θεολογίας”», εκδ. Βρυέννιος, Θεσ/κη 1997 μ.Χ.).
“Μας
πήραν μωρά παιδιά από το μαστό της μάνας μας, της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Μας
έμαθαν άλλα. Μας έδωσαν να πιούμε γάλα κονσέρβας. Μας έκοψαν από τις ρίζες. Μας
χώρισαν από την Παράδοση. Μας απομάκρυναν από το σπίτι μας. Μας έκαμαν
αλλοδαπούς στον τόπο μας.
Βάλθηκαν
να μας ξεμάθουν τη μητρική μας γλώσσα, την γλώσσα της Ορθοδοξίας, την μητρική
γλώσσα του ανθρώπου. Ποιοί; Όσοι θέλησαν δια της βίας να μας σώσουν: Οι
διαφωτιστές, προπαγανδιστές, Βαυαροί, μασόνοι… μέχρι σήμερα.
Μαζί
μ’ αυτούς όλοι όσοι θεωρήσαμε τα φώτα τους φώτα, τον πολιτισμό τους πρόοδο. Και
έτσι στα τυφλά, χωρίς διάκριση πνευματική, πήραμε το κάθετί απ’ αυτούς σαν
ανώτερο, καλύτερο, πολιτισμένο (σε τέχνη, δίκαιο, διοργάνωση ζωής,
αρχιτεκτονική, μουσική…).
Και
βασανίζεται το ΄είναι΄ μας. Απορρίπτει ο οργανισμός μας ένα ένα τα
μεταμοσχευθέντα ξένα μέλη. Και συνέχεια μας μεταμοσχεύουν βιαίως νέα, τα οποία
αποβάλλονται και φανερώνεται με την προσωπική συμπεριφορά ποιός είναι ο
βαθύτερος χαρακτήρας του λειτουργημένου λαού μας.
Δεν
είναι η Εκκλησία αυτή που νομίζουμε. Δεν είναι αυτή που χτυπάμε, αυτή που
βαλθήκαμε να καταστρέψωμε. Δεν έχει σχέση η Ορθοδοξία με ‘μεσαιωνισμούς’,
‘μυστικισμούς’, ‘κληρικαλισμούς’, ‘σχολαστικισμούς’ που ακούμε.
Τόσοι
δυτικοθρεμμένοι νομίζουν, ότι σε Δύση και Ανατολή, όλοι οι όροι έχουν το ίδιο
περιεχόμενο. Και προσπαθούν να μας ελευθερώσουν από αρρώστιες που δεν περάσαμε.
Και μας αρρωσταίνουν με τις θεραπείες τους. Και μας περιπλέκουν με τις λύσεις
τους.
Δεν
αρνούμαστε ότι υπήρξαν και υπάρχουν ανθρώπινες αδυναμίες. Υπήρξαν και υπάρχουν
αδύνατοι, με πτώσεις και ελαττώματα. Αυτό κάνει ακόμα πιο συμπαθή την ίδια την
Ορθοδοξία και αναδεικνύει την ανοχή της αγάπης της και την αλήθεια του
μηνύματός της”».
ΓΙΑ ΤΗΝ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ
O
Victor Berard ήταν Γάλλος περιηγητής, ιστορικός, Καθηγητής Πανεπιστημίου και
πολιτικός, ο οποίος κατά την τελευταία δεκαετία του 19ου Αιώνος
(δηλαδή έναν ακριβώς αιώνα μετά τον θάνατο του Pήγα Φεραίου στο Βελιγράδι
(24-6-1798 μ.Χ.)) ταξίδεψε στα Βαλκάνια.
Τις
εντυπώσεις του και τα σχόλιά του για τα τότε ανακινούμενα ζητήματα, όπως το
Mακεδονικό, η εμφάνιση Αλβανικού έθνους, ο Πανσλαβισμός κ.ά. κατέγραψε σε
βιβλίο, το οποίο κυκλοφόρησε το 1987 μ.Χ. και στα Ελληνικά με τίτλο:
“Τουρκία
και Ελληνισμός – Οδοιπορικό στη Μακεδονία” (Εκδ. Tροχαλία). Από την σελίδα 211
μ.Χ. της Ελληνικής εκδόσεως, διαβάζουμε το παρακάτω απόσπασμα, το οποίο μας
δείχνει πως οι ιδέες του Pήγα Φεραίου, δεν ήταν ουτοπία, αλλά ήταν σε μεγάλο
βαθμό διαδεδομένες:
“(…)
Mέ την ιδιότητά μας ως Γάλλων, είμαστε στο Mοναστήρι προστατευόμενοι του Έλληνα
προξένου. Aπ’ αυτό ίσως να υποφέρει λίγο η εθνική μας φιλοτιμία αλλά ωφελείται
η παιδεία μας. Zούμε παρέα με τον Mεγαλέξανδρο και τον Aριστοτέλη, γνήσιους
Mακεδόνες.
Σήμερα
το πρωί ο πρόξενος μας διάβαζε τον Θούριο του Pήγα, του μέν Pήγα του Mακεδόνα
(σημ. ο Bernard προφανώς δέχεται την ερμηνεία ότι ο Pήγας γεννήθηκε στο
Bελεστίνο, αλλ’ από γονείς προερχομένους από το χωριό Περιβόλι της Δυτικής
Mακεδονίας), του εταιριστή του περασμένου αιώνα, που ήθελε να ξεσηκώσει τις
παραδουνάβιες επαρχίες και πέθανε προδομένος από την Aυστρία στον Tούρκο δήμιο”
(http://www.perivoli.gr/istoria.html):
Σουλιώτες
και Mανιάτες, λιοντάρια ξακουστά…
Mαυροβουνιού
καπλάνια, Oλύμπου σταυραετοί…
Kι
Aγράφων τα ξεφτέρια, γενήτε μια ψυχή!…
Aνδρείοι,
Mακεδόνες, ορμήσατ’ ως θεριά…
Tου
Σάβου και Δουνάβου αδέλφια Xριστιανοί…
Nα
σφάξωμεν τους λύκους, που τόν ζυγόν βαστούν,
Καί
Έλληνας τολμώσι σκληρά να τυραννούν.
Ήταν
ένας καιρός όπου, από τον Kάβο - Mαταπά μέχρι τον Δούναβη και από την Aδριατική
ως την Mαύρη Θάλασσα, Xριστιανός και Έλληνας ήταν λέξεις συνώνυμες. Oι
σταυραετοί της Mάνης και τα καπλάνια του Mαυροβουνιού, τα ξεφτέρια του Σάβου
και οι Mακεδόνες δέχονταν το όνομα Έλληνες πολύ καιρό ακόμη μετά τον θάνατο του
Pήγα, του οποίου τους στίχους παραθέσαμε πιό πάνω…”
Η
περιγραφή του Γάλλου (ιστορικού και περιηγητή) που μιλάει για την Oρθόδοξη
Kοινοπολιτεία των Βαλκανικών λαών είναι χαρακτηριστική. Αυτή η κατάσταση είχε
διαμορφωθεί υπό την Εθναρχική και πνευματική καθοδήγηση του Οικουμενικού
Πατριαρχείου και στα πλαίσια του Γένους των Ρωμηών (Pούμ μιλλέτ).
Αυτή
την Ελληνιστική υπερδύναμη ήθελε να αναστήσει και ο Καποδίστριας, αλλα και ο
Μακρυγιάννης, ο οποίος έλεγε: “Να αναλάβομεν και να γένομεν και ένα όλοι οι
ομόθρησκοι” (Στρατηγού Μακρυγιάννη “Οράματα και Θάματα”, Αθήνα 1983 μ.Χ., σελ
177) καθώς και “Θα κάμωμεν το Ρωμαίικο” («Απομνημονεύματα», εκδ Μπάϋρον,
σ.174).
ΟΙ ΛΕΞΕΙΣ “ΕΛΛΗΝ” ΚΑΙ “ΕΛΛΑΔΑ”
Οι
λέξεις “Ελλην” και “Ελλάδα”, ήταν πλέον περιγραφικές της εθνότητας ΟΛΩΝ των
κατοίκων των Βαλκανίων! Όλοι αυτοί οι άνθρωποι, είχαν Ελληνιστικό υπόβαθρο,
αλλά εμείς, με την εμμονή στον εθνικισμό (λόγω της ηγεμονίας των ξένων, οι
οποίοι δεν ήθελαν αναβίωση της Ρωμανίας), αναγκάσαμε τους υπόλοιπους λαούς να
αυτονομηθούν, χάνοντας ίσως για πάντα την πολιτισμική ηγεσία των Βαλκανίων.
Το
όνομα Ελλάδα στην αρχή της επανάστασης του 1821 μ.Χ. βεβαίως ουδεμία σχέση είχε
με τις φαντασιώσεις των σημερινών “αρχαιόπληκτων”. Ελλάδα σήμαινε τα Βαλκάνια.
“Ο Μωρέας, η Ήπειρος, η Θεσσαλία, η Σερβία, η Βουλγαρία, τα νησιά του
Αρχιπελάγους, εν ένι λόγω η Ελλάς άπασα έπιασε τα όπλα δια να αποτινάξει τον
βαρύν ζυγόν των βαρβάρων”, λέει στην προκήρυξή του στο Ιάσιο (24-2-1821 μ.Χ.) ο
Αλέξανδρος Υψηλάντης. Οι Σέρβοι και οι Βούλγαροι είναι “Έλληνες”. Το ίδιο λέει
κι ο Θ. Νέγρης στο “Ανάπτυξις του νόμου της Επιδαύρου” στα 1824 μ.Χ.» (https://www.defencenet.gr/istoria/916039_pos-oi-dytikoi-kai-oi-eghorioi-praktores-toys-epiheirisan-na-paroysiasoyn-byzantio).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου