ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ
ΚΑΙ ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΝΕΡΓΕΙΩΝ ΤΟΥ ΚΑΙΣΑΡΑ
Γράφει ο ΑΛΩΠΗΞ
Ο Ιούλιος Καίσαρας, υπήρξε ένας μεγάλος στρατηγός και
ιδιαίτερα προικισμένος και οξυδερκής πολιτικός, ο οποίος με την δράση του, μεταμόρφωσε
συθέμελα το ρωμαϊκό πολίτευμα και ουσιαστικά υπήρξε ταυτόχρονα, τόσο καταστροφέας
της Ρωμαϊκής Δημοκρατίας, όσο και παράλληλα ο ουσιαστικός ιδρυτής της πανίσχυρης
Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας.
Οι πράξεις του, ήταν ο καταλυτής για το τέλος μιας εποχής,
και την αρχή μιας καινούργιας, η οποία επηρέασε σημαντικά, τόσο τον ευρωπαϊκό,
όσο και τον παγκόσμιο περίγυρο, ενώ το πολυποίκιλο και σημαντικό έργο του, εξακολουθεί
να βρίσκεται σε ισχύ ακόμα και μέχρι σήμερα και να επηρεάζει τις ζωές εκατομμύριων
ανθρώπων ανά τον κόσμο.
Στην εργασία που ακολουθεί, θα γίνει προσπάθεια, αφενός
μεν να πραγματοποιηθεί μια αφήγηση της βιογραφίας του σπουδαίου Ρωμαίου πολιτικού
και στρατιωτικού, Γάιου Ιούλιου Καίσαρα, ενώ στην συνέχεια, θα αναλυθεί εκτενώς
η πολιτική του πορεία και ο τρόπος με τον οποίο, οι σημαντικότερες πολίτικες
του πράξεις, συντέλεσαν στην άνοδο του στην εξουσία της Ρώμης.
Α ΜΕΡΟΣ
Η πολιτική σταδιοδρομία
του Καίσαρος μέχρι την διάλυση της πρώτης Τριανδρίας
Ο πατέρας του, ονομαζόταν και αυτός Ιούλιος Καίσαρας, και
είχε υπηρετήσει σε σημαντικά αξιώματα στην ρωμαϊκή Δημοκρατία.
Αντίστοιχα η μητέρα του, ήταν αδερφή του ένδοξου
στρατηγού των πληβείων, του Μάριου, ο οποίος είχε καταφέρει να ανέλθει στην κλίμακα
της πολιτικής ιεραρχίας μέσω των πολλών στρατιωτικών νικών του έναντι των
Γερμανών βαρβάρων που είχαν εισβάλει στα εδάφη της Ρώμης.
Όπως γίνεται εύκολα κατανοητό, ο Καίσαρας, μεγάλωσε
μέσα σε μία ατμόσφαιρα μιας ένδοξης οικογενειακής πολιτικής αισθητικής
παράδοσης, η οποία είχε προσφέρει
κατά την διάρκεια πολλών γενεών μεγάλες υπηρεσίες στην Ρώμη και πίστευε
ότι και ο ίδιος, θα είχε ένα εξίσου λαμπρό πολιτικό μέλλον, κατά το παράδειγμα
των διάσημων προγόνων του.
Όμως, παρόλο που όλα έδειχναν ότι η ζωή του
Καίσαρα και η άνοδος του στην πολιτική εξουσία ήταν εύκολη, τα πράγματα έξαφνα αλλάξαν
στην συνέχεια άρδην, όταν αυτός βρισκόταν σε ηλικία των δεκαέξι περίπου χρόνων,
αφού την εποχή αυτή, ο Καίσαρας έχασε τον πατέρα του.
Μαζί δε με τον πατέρα του, χάθηκε παράλληλα και ένα σημαντικό
μέρος της πατρικής περιουσίας, με συνέπεια η οικογένειά του να αναγκαστεί
να ζήσει σε ένα φτωχότερο περιβάλλον και
ο ίδιος ο Καίσαρας να αναγκαστεί να γίνει ο προστάτης της οικογένειας του, στην
θέση του πατέρα του.
Έτσι, ο Καίσαρας, αναγκάστηκε πολλές φορές να μείνει
μαζί με την οικογένειά του σε διάφορες φτωχογειτονιές της Ρώμης, κάτι που όλοι
οι υπόλοιποι αριστοκράτες και κυρίως οι Συγκλητικοί της Ρώμης, θεωρούσαν ιδιαίτερα υποτιμητικό.
Παράλληλα με όλα αυτά τα γεγονότα, ο Καίσαρας
εκδιώχθηκε από το καθεστώς του τότε δικτάτορα της Ρώμης, Σύλλα, ο οποίος είχε
συμμαχήσει με την Συγκλητική αριστοκρατία, και ήταν παράλληλα ο μεγαλύτερος
εχθρός του θείου του Καίσαρα, του Μάριου.
[Από τον γάμο του αυτόν με την Κορνηλία, ο Καίσαρας, απέκτησε
μια κόρη, στην οποία έδωσε το όνομα Ιουλία, η οποία έπαιξε σημαντικό ρόλο τόσο
στην μετέπειτα ζωή του ιδίου καθώς και την μετέπειτα συνεργάτη αλλά και
αντίπαλου του, του Πομπήιου του Μέγα, όπως και σε όλες τις μεγάλες εξελίξεις
που συνέβησαν στην πολιτική της Ρωμαϊκής Δημοκρατίας].
Ο Σύλλας, επειδή δεν κατάφερε να κάνει τον Καίσαρα να
χωρίσει την γυναίκα του, του αφαίρεσε αρχικά την πατρική περιουσία που του είχε
απομείνει, καθώς και την προίκα της συζύγου του, μαζί με το ιερατικό αξίωμα που
είχε αυτός κερδίσει.
Εξαιτίας των γεγονότων αυτών, ο Καίσαρας αναγκάστηκε
να αλλάζει κάθε μέρα και διαφορετική στέγη και καταφύγιο προκειμένου σωθεί από
την οργή του Σύλλα, ενώ σε μία περίσταση συνελήφθη από στρατιώτες του
αντιπάλου του και κατάφερε να γλιτώσει από την σύλληψη, μόνο χάρη στην
δωροδοκία αυτών με δύο τάλαντα.
Τελικά, ο Καίσαρας κατάφερε να εξασφαλίσει χάρη από
τον δικτάτορα της Ρώμης, Λεύκιο Κορνήλιο Σύλλα, χάρη στην παρέμβαση των
συγγενών του, και κυρίως των Εστιάδων παρθένων της Ρώμης.
Ο Σύλλας, τελικά υποχώρησε στις πιέσεις αυτές και
έδωσε χάρη στον Καίσαρα, αλλά στην συνέχεια είπε την εξής φράση,
προειδοποιώντας «προφητικά», για το τι θα συνέβαινε στην συνέχεια:
«Συγχαρητήρια τα καταφέρατε, αλλά να ξέρετε, ότι μέσα μέσα
σε αυτόν τον Καίσαρα, υπάρχουν πάρα πολύ Μάριοι και αυτός θα αποδειχθεί η καταστροφή
της Συγκλητικής αριστοκρατίας».
Αμέσως μετά, ο Καίσαρας κατέφυγε στην Μικρά Ασία, όπου
και υπηρέτησε την στρατιωτική του θητεία, κερδίζοντας μάλιστα και χρυσό στέφανο
για την διάσωση ενός συμπολεμιστή του και αργότερα υπηρέτησε για μεγάλο χρονικό
διάστημα τον βασιλιά της Βιθυνίας, Νικομήδη, ως μισθοφόρος.
Αργότερα, οι πολιτικοί του αντίπαλοι, τον κατηγόρησαν
ότι τάχα είχε συνάψει ομοφυλοφιλικές σχέσεις με τον βασιλιά της Βιθυνίας, προκειμένου
αυτός να του εξασφαλίσει ασυλία στα εδάφη του.
Όταν ο Καίσαρας έμαθε για το θάνατο του Σύλλα,
επέστρεψε στην Ρώμη προσπαθώντας να ανακτήσει την πολιτική του ισχύ, καθώς και
την περιουσία του.
Για τον λόγο αυτό, μόλις έφτασε εκεί, κατέθεσε άμεσα
μήνυση εναντίον του διεφθαρμένου αξιωματούχου και κυβερνήτη της Ελλάδας, Δολοβέλα, με την κατηγορία της κακοδιαχείρισης.
Παρόλο όμως που ο Δολοβέλας, λόγω των πολιτικών
γνωριμιών, κατάφερε να αθωωθεί, η πράξη αυτή του Καίσαρα κέρδισε την
εμπιστοσύνη του λαού προς το πρόσωπο του, ενώ η αίγλη του και το κύρος του
αυξήθηκαν σε πολύ μεγάλο βαθμό
[1].
Στην συνέχεια, ο Καίσαρας έφυγε για σπουδές στην
Ελλάδα και συγκεκριμένα στο νησί της Ρόδου, προκειμένου να παρακολουθήσει
μαθήματα ρητορικής κάτω από τον πιο διάσημο ρήτορα της τότε εποχής, τον Ρόδιο Μόλωνα.
Όμως, κατά την διάρκεια που κατευθυνόταν στην Ρόδο,
συνελήφθη από πειρατές, οι οποίοι το κράτησαν αιχμάλωτο τους, ζητώντας
την καταβολή λύτρων για την άμεση και ασφαλή απελευθέρωσή του.
Όταν δε αυτοί, ζήτησαν το χρηματικό ποσό των είκοσι ταλάντων
για την απελευθέρωση του, αυτός γελώντας τους είπε ότι δεν ήξεραν ποιον είχαν συλλάβει
και ότι για την δική του απελευθέρωση θα έπρεπε να ζητήσουν τουλάχιστον πενήντα
τάλαντα [2].
Όσο δε καιρό ήταν μαζί με τους πειρατές, ο Καίσαρας τους
φερόταν παντελώς άφοβα, απαγγέλλοντας τους λόγους που έγραφε και ακόμα
αποκαλώντας τους βαρβάρους, αν αυτοί δεν τους άρεσαν, ενώ έκανε ταυτόχρονα και
γυμναστικές ασκήσεις μαζί τους.
Οι πειρατές, θεωρούσαν ότι όλες αυτές οι πράξεις του
Καίσαρα, οφειλόταν σε μία αφέλεια εκ μέρους του, ενώ το ίδιο ακριβώς πίστευαν
όταν ο ίδιος τους έλεγε, ότι όταν απελευθερωθεί θα έρθει να τους συλλάβει όλους
και να τους σταυρώσει.
Και πραγματικά, όταν ο Καίσαρας απελευθερώθηκε, μάζεψε
πολλά πλοία και εισέβαλε στα κρησφύγετα των πειρατών, τους οποίους και συνέλαβε,
ενώ ταυτόχρονα πήρε πίσω τα λύτρα που τους είχε δώσει και στην συνέχεια τους σταύρωσε
όλους, όπως ακριβώς τους είχε υποσχεθεί.
Μετά από τα γεγονότα αυτά, ο Καίσαρας διεκπεραιώθηκε
στην Μικρά Ασία, όπου και απέκρουσε τα στρατεύματα του βασιλιά του Πόντου, Μιθριδάτη,
τα οποία λεηλατούσαν την περιοχή και κατάφερε να κρατήσει τις πόλεις που
υπέφεραν από την τυραννία του Μιθριδάτη σε συμμαχία με την Ρώμη.
Για τις υπηρεσίες του αυτές, ο Καίσαρας όταν γύρισε
στην Ρώμη, πήρε τον τίτλο του χιλίαρχου και συνέβαλε τα μέγιστα ώστε να αποδοθούν
ξανά η ισχύς και εξουσία στους δημάρχους, οι οποίες τους είχαν αφαιρεθεί την
εποχή της δικτατορίας του Σύλλα.
Αργότερα, ο Καίσαρας εκλέχτηκε ταμίας, ενώ την ίδια
περίοδο πέθαναν τόσο σύζυγος του Κορνηλία, όσο και η θεία του Ιουλία, η γυναίκα
του ένδοξου στρατηγού Μάριου και ο Καίσαρας, για να τις τιμήσει, εκφώνησε
τους επικήδειους τους με τόσο συγκινητικό τρόπο, ώστε κέρδισε ακόμα περισσότερη συμπάθεια από
τον ρωμαϊκό λαό.
Ύστερα από τα γεγονότα αυτά, ο Καίσαρας στάλθηκε με το
αξίωμα του ταμία στην επαρχία της Ισπανίας και εκεί αντίκρισε ένα άγαλμα του
Μεγάλου Αλεξάνδρου και άρχισε να κλαίει.
Και όταν τον ρώτησαν οι σύντροφοι του, για ποιον λόγο αυτός κλαίει, ο
Καίσαρας τους απάντησε ότι στην ηλικία που βρίσκεται αυτός, δηλαδή των 33
χρόνων, ο Αλέξανδρος είχε κατακτήσει το όλο τον κόσμο, ενώ αυτός δεν έχει
πετύχει ακόμη τίποτα το αξιόλογο.
Επιπλέον, όταν περνούσε από ένα φτωχό χωριό στις Άλπεις,
και οι φίλοι του αναρωτήθηκαν αν άραγε υπήρχαν και σε αυτό οι ιδίες φιλοδοξίες
κι ανταγωνισμοί που υπήρχαν στην Ρώμη, ο Καίσαρας τους είπε ότι θα προτιμούσε
να είναι πρώτος σε ένα χωριό σαν αυτό, πάρα δεύτερος στην Ρώμη.
Στην συνέχεια, ο Καίσαρας εκλέχτηκε αγορανόμος
και καλλώπισε με νέα καλλιτεχνήματα την ρωμαϊκή αγορά, ενώ οργάνωσε θεαματικές θεατρικές
παραστάσεις και κυνηγετικούς αγώνες, φροντίζοντας παράλληλα να επαναφέρει σε δημόσιους
χώρους και τα απαγορευμένα αγάλματα του Μάριου, τα οποία βρισκόταν εκτός νόμου
από την εποχή της δικτατορίας του Σύλλα.
Ο Καίσαρας όμως, δεν κράτησε πολύ αυτό το
αξίωμα, αλλά σύντομα παραιτήθηκε από την
θέση αυτή και επέστρεψε στην Ρώμη, όπου έλαβε μέρος σε διάφορες συνωμοσίες κατά
της Συγκλήτου.
Στην συνέχεια, φρόντισε να θέσει υποψηφιότητα για το αξίωμα
του μέγιστου αρχιερέα, το οποίο πίστευε ότι θα έδινε στον ίδιο μεγάλη αίγλη και
πολιτική επιρροή, ενώ με τα έσοδα που θα του επέφερε αυτό, θα βελτίωνε και την δυσχερή
οικονομική του κατάσταση.
Τελικά, ο Καίσαρας κατόρθωσε μετά από μεγάλο χρηματισμό
των εκλογέων, να επιτύχει την εκλογή του, έχοντας μάλιστα δανειστεί τόσο μεγάλα
ποσά για τον σκοπό αυτό, ώστε είπε στην μητέρα του, ότι εκείνη την ημέρα, αυτή
θα έβλεπε τον γιο της, είτε αρχιερέα, είτε εξόριστο.
[Επίσης, ο Καίσαρας, έδινε άτοκα (ή με πολύ μικρό
επιτόκιο) δάνεια σε πολλούς Ρωμαίους πολίτες και συγκλητικούς, οι οποίοι είχαν
μεγάλα χρέη, προκειμένου αυτοί να τα αποπληρώσουν.
Όμως, αυτό το γεγονός είχε ως αποτέλεσμα την πολύ
μεγάλη σπατάλη της προσωπικής περιουσίας του Καίσαρα, αφού ο ίδιος έπρεπε να
δίνει συνέχεια χρήματα και όταν αυτά λιγόστευαν, έπρεπε να δανείζεται άλλα,
προκειμένου να κρατά τους οπαδούς του ικανοποιημένους.
Έτσι, τα χρέη του Καίσαρα με τον τρόπο αυτό μεγάλωναν,
και ο ίδιος αναγκάστηκε εξαιτίας αυτών να στραφεί πολλές φορές προς τον πλούσιο
πολιτικό Κράσσο, ενώ για τον ίδιο λόγο, ήθελε απεγνωσμένα να αναλάβει την
διακυβέρνηση μιας πλούσιας επαρχίας, προκειμένου να μπορεί να ξεχρεώσει τα χρέη
του, αλλά και να αποκτήσει μια δεξαμενή πλουτισμού, τόσο για να αυξήσει την
πολιτική του επιρροή, αλλά και να επεκτείνει το δίκτυο των πελατών του].
Αμέσως μετά, ο Καίσαρας παντρεύτηκε την εγγονή του Σύλλα,
την Πομπηία, την οποία όμως χώρισε ύστερα από λίγο, διότι πίστευε ότι αυτή τον
απατούσε με τον Πόπλιο Κλώδιο, ο όποιος είχε εισέλθει μεταμφιεσμένος στις
γυναικείες θρησκευτικές τελετές της
Κυβέλης, που λάβαιναν μέρος στην οικεία του αρχιερέα πια Καίσαρα και στις
οποίες δεν επιτρεπόταν να εισέλθουν άντρες, όταν αυτές τελούνταν [1].
Και παρόλο που δεν υπήρχαν σαφείς αποδείξεις, ότι
όντως η Πομπηία τον απατούσε, όταν τον ρώτησαν οι Ρωμαίοι γιατί την χώρισε, παρόλο
που δεν ήταν σίγουρο ότι αυτή τον απάτησε, αυτός απάντησε ότι απαιτούσε από αυτή,
όχι μόνο να είναι αλλά και να φαίνεται τίμια, έτσι ώστε να μην υπάρχει καμία
υποψία για το ποιόν και τον χαρακτήρα της.
Στην συνέχεια όμως, επειδή ο Κλώδιος ήταν πολύτιμος πολίτικος
σύμμαχος του ιδίου έναντι της Συγκλήτου, ο Καίσαρας φρόντισε να καταθέσει υπέρ
του, καθώς και να δωροδοκήσει τους δικαστές, προκειμένου αυτός να αθωωθεί.
Υστέρα από ένα έτος, ο Καίσαρας, εκλέχτηκε πραίτορας
στην Ισπανία, αλλά επειδή ο ίδιος είχε δανειστεί τεράστια ποσά, τόσο για δωροδοκίες,
όσο και για τα δώρα των ερωμένων του, οι πιστωτές του εμποδίζαν την αναχώρηση
του προς την Ιβηρική, προκειμένου να καταλάβει το αξίωμα του.
Τελικά, ο Καίσαρας αναγκάστηκε να καταφύγει στον Κράσσο,
προκειμένου να εξοφλήσει τους πιο απαιτητικούς δανειστές του (πληρώνοντας τους οκτακόσια
τριάντα τάλαντα συνολικά), με αντάλλαγμα διαφορά πολιτικά αξιώματα, καθώς και
την πολιτική συνεργασία του Καίσαρα, έναντι του αντίπαλου του Πομπήιου και υστέρα
από αυτά τα γεγονότα, κατέστη εφικτή η αναχώρηση του.
Ο Καίσαράς, ως πραίτορας της Ισπανίας, αντιμετώπισε
τις διάφορες φυλές της περιοχής αυτής, τις οποίες και υπέταξε και στην συνέχεια,
μοίρασε δίκαια τα λάφυρα αναμεσά στους στρατιώτες του, προκειμένου να κερδίσει
την υποστήριξη τους.
Κατά την διάρκεια
δε αυτών των εκστρατειών, ο ίδιος πλούτισε πάρα πολύ από τα λάφυρα των λεηλασιών,
και ταυτόχρονα κέρδισε και την υποστήριξη, τόσο των αξιωματικών του στρατού,
όσο επίσης και των στρατιωτών που επωφελήθηκαν από αυτές.
Ο Καίσαρας, επειδή
ήθελε να εκμεταλλευτεί την μεγάλη δημοτικότητα που κέρδισε ως πραίτορας της Ισπανίας,
προκειμένου να εκλεγεί ύπατος, αρνήθηκε να τελέσει τον θρίαμβο του ως στρατηγός.
Και αυτό, προκειμένου
να μπορέσει να λάβει μέρος στην εκλογή των υπάτων, αφού οι νομοί της Ρώμης, επέβαλαν
ένας στρατηγός που θα τελούσε θρίαμβο, έπρεπε να βρίσκεται εκτός Ρώμης ως την μέρα
του θριάμβου του, ενώ στις εκλογές του υπάτου, ο υποψήφιος θα έπρεπε να βρίσκεται
στην Ρώμη πριν αυτές πραγματοποιηθούν.
Τελικά, ο Καίσαρας παρά τα εμπόδια των Συγκλητικών, κατόρθωσε
να εκλεγεί ύπατος της φιλολαϊκής παράταξης στην Ρώμη, ενώ οι Συγκλητικοί κατάφεραν
να εκλέξουν ως δεύτερο ύπατο, τον φιλικό προς αυτούς αριστοκράτη Βίβουλο.
Όμως ο Καίσαρας, ο οποίος στο μεταξύ είχε συστήσει την
Τριανδρία μεταξύ αυτού, του Μάρκου Λικινίου Κράσσου, καθώς και του Πομπήιου του
Μέγα, κατόρθωσε σε συνεργασία με αυτούς, αλλά και με έντονες τρομοκρατικές
μεθόδους, να παραγκωνίσει οριστικά από το προσκήνιο τον συνύπατο του, Βίβουλο.
Και με τον τρόπο αυτό, έγινε στην ουσία ο μοναδικός
ύπατος και κυβερνήτης που διοικούσε το κράτος, κάτι που έκανε τους Ρωμαίους να
βγάλουν την φράση σε στυλ αστείου: «Επί της υπατείας του Ιουλίου και Καίσαρα», αντί
για το: «Επί της υπατείας του Βίβουλου και Καίσαρα», όπως ήταν το σωστό.
Αυτή δε η Τριανδρία, είχε δημιουργηθεί εξαιτίας της
άρνησης της Συγκλήτου να επικυρώσει τις πράξεις του Πομπήιου στην Ανατολή, όπως
επίσης και να δώσει γη ως ανταμοιβή στους στρατιώτες του, για τις νικηφόρες
εκστρατείες και μάχες που είχαν αυτοί δώσει για το συμφέρον της Ρώμης στην
περιοχή αυτή.
Κυρίος δε σκοπός
της Τριανδρίας, ήταν η προώθηση των συμφερόντων των τριών αυτών ανδρών, καθώς
και η παρεμπόδιση οποιασδήποτε πολιτικής στρεφόταν εναντίον οποιασδήποτε από αυτούς.
Στην συνέχεια, ο Καίσαρας ως ύπατος, πρότεινε και
κατάφερε να επιβάλει στην Σύγκλητο την επικύρωση των πράξεων του Πομπήιου στην
Ανατολή, ενώ δόθηκαν στην συνέχεια και πολλές γαίες στους στρατιώτες του Πομπήιου,
καθώς και στον φτωχό λαό της Ρώμης.
Παρά τις προσπάθειες των αριστοκρατών στην Ρώμη, όλοι
οι νόμοι του Καίσαρα ψηφίστηκαν, το βέτο του συνύπατου του Βίβουλου αγνοήθηκε, ενώ
στην διάρκεια των ψηφοφοριών, ασκήθηκε μεγάλη βία έναντι των αριστοκρατών της
Ρώμης και ο Κάτωνας φυλακίστηκε
[1].
Λίγο πριν
την λήξη της υπατικής του θητείας, ανατέθηκε στον Καίσαρα η διοίκηση των εντεύθεν
της Άλπεων Γαλατίας, δηλαδή οι περιοχές της σημερινής Βορείας Ιταλίας και Νοτιάς
Γαλλίας.
Το ίδιο χρονικό
διάστημα, ο Καίσαρας παντρεύτηκε την κόρη του Λεύκιου Πείσωνα, την Καλπουρνία,
ενώ για να συσφίξει τους πολίτικους του δεσμούς με τον Πομπήιο, τον πάντρεψε με
την κόρη του, την Ιουλία.
Έχοντας
αυτές τις περιοχές ως ορμητήριο, ο Καίσαρας, επεκτάθηκε και στην υπόλοιπή Γαλατία,
καταλαμβάνοντας με έφοδο πάνω από οκτακόσιες πόλεις και κυριεύοντας τριακόσια έθνη,
ενώ κατά την δήλωση του ίδιου, εξόντωσε ένα εκατομμύριο αντίπαλους, συνέλαβε
άλλο ένα, και άλλους τόσους τους έτρεψε σε φυγή.
Στην συνέχεια,
κατόρθωσε να καταλάβει όλη σχεδόν την Γαλατία, και ύστερα οργάνωσε τιμωρητικές εκστρατείες
κατά των Γερμανών που είχαν εισβάλει στα Γαλατικά εδάφη, κατασκευάζοντας μια γέφυρα
στον Ρήνο και εισερχόμενος στα εδάφη τους, την οποία όταν τέλειωσαν οι εκστρατείες
του, κατέστρεψε.
Ο Καίσαρας, οργάνωσε
επίσης δυο αναγνωριστικές εκστρατείες και στα Βρετανικά νησιά, στις οποίες νίκησε
στις συμπλοκές που ακολουθήσαν τους Βρετανούς και αποχώρησε μόνο όταν αυτοί του
υποσχέθηκαν να του αποδώσουν φόρο υποτέλειας.
Όταν ο Λεύκιος
Δομίτιος Αηνοβάρβος, προσπάθησε να εκλεγεί ύπατος, λέγοντας ότι αν εκλεγόταν θα
καταργούσε όλους τους νομούς του Καίσαρα, θα τον ανακαλούσε από στρατιωτικό διοικητή,
κάνοντας και παράλληλα έλεγχο για τις παρανομίες που αυτός είχε διαπράξει ως ύπατος,
ο Καίσαρας κάλεσε στην περιοχή της Λουκάς τους συνεργάτες του στην Τριανδρία, Κράσσο
και Πομπήιο σε μία συνδιάσκεψη.
Εκεί, οι
τρεις του συμφωνήσαν την ανανέωση της Τριανδρίας, την εκλογή του Πομπήιου και
του Κράσσου στο αξίωμα των υπάτων, όπως επίσης και την ανανέωση της θητείας του
Καίσαρα ως στρατιωτικού διοικητή της Γαλατίας για άλλα πέντε χρόνια.
Με την κάθοδο
αυτών των δυο προσωπικοτήτων ως υπάτων, η προσπάθεια εκλογής του Λεύκιου Δομίτιου
Αηνοβάρβου, ως υπάτου υποστηριζόμενου από την Σύγκλητο κατέρρευσε οριστικά, ενώ
ο Πομπήιος και ο Κράσσος εξελέγησαν στην συνέχεια πανηγυρικά ύπατοι στην Ρώμη.
Ο δε Πομπήιος,
ορίστηκε κυβερνήτης της Ισπανίας, την οποία και διοικούσε εξ’ αποστάσεως μέσω αντιπροσώπων
του, ο Κράσσος ορίστηκε κυβερνήτης και διοικητής του ρωμαϊκού στρατού στην Συρία,
ενώ ο Καίσαρας, κατάφερε να ανανεωθεί τελικά η θητεία του ως στρατιωτικός διοικητής
της Γαλατίας για άλλα πέντε έτη.
Την ιδιά περίοδο
στην Ρώμη, οι πολίτικες συγκρούσεις των διάφορων συμμοριών, οι οποίες υποστηριζόταν,
είτε από την Σύγκλητο, είτε από την Τριανδρία, είχαν φτάσει σε εξαιρετικά βίαιο
σημείο.
Μάλιστα, σε μια από αυτές, σκοτώθηκε
ο ηγέτης της φιλολαϊκής παράταξης, ο Πόπλιος Κλώδιος Πούλχερ, το άτομο εξαιτίας
του οποίου ο Καίσαρας είχε χωρίσει την πρώην γυναικά του την Πομπηία.
Αυτό το γεγονός, προκάλεσε τόσο βίαιες εξεγέρσεις στην
Ρώμη, ώστε η Σύγκλητος, τρομοκρατημένη, αποφάσισε την (όχι απόλυτα νόμιμη) εκλογή
ενός και μόνο υπάτου (αντί για δυο ως έφιστο κανονικά), με απολυτές εξουσίες, προκειμένου
να αποφευχθεί η κήρυξη δικτατορίας.
Ως μοναδικός ύπατος στην περίπτωση αυτή, ορίστηκε ο Πομπήιος
ο Μέγας, ο οποιος έλαβε άμεσα μέτρα και με μεγάλη αποφασιστικότητα και βιαιότητα
κατέπνιξε τάχιστα όλες τις εξεγέρσεις.
Όμως, ταυτόχρονα, είχαν επισυμβεί και άλλα σημαντικά γεγονότα
σε σχέση με την κατάσταση της Τριανδρίας:
Το τρίτο
μέλος αυτής, ο Κράσσος, σκοτώθηκε μαζί με τον συνονόματο γιο του στην μάχη των Καρρών
στην Συρία, σε μια αποτυχημένη εκστρατεία έναντι των Παρθών υπό την διοίκηση
του στρατηγού Μουρένα και ως εκ τούτου, χάθηκε το μέλος εκείνο της Τριανδρίας,
το οποίο ισορροπούσε την πολιτική κατάσταση μεταξύ Καίσαρα και Πομπήιου.
Το σημαντικότερο αποτέλεσμα του θανάτου του Κράσσου, ήταν
να παραμείνουν μόνο δυο φιλόδοξα άτομα στην εξουσία (Καίσαρας, Πομπήιος), τα οποία
ήθελαν να κατακτήσουν την απολυτή εξουσία στην Ρώμη, χωρίς να υπάρχει πια μια τρίτη
παράταξη η οποία να τους εμποδίζει στην σύγκρουση μεταξύ τους.
Την ίδια περίοδο επίσης, πέθανε στην γέννα και η σύζυγος
του Πομπήιου και κόρη του Καίσαρα, η Ιουλία, και με τον τρόπο αυτό, τόσο ο πολίτικος,
όσο και ο συγγενικός δεσμός που είχε δημιουργήσει ο Καίσαρας με τον Πομπήιο έπαψε
να υφίσταται.
Ο δε Πομπήιος, αρνήθηκε να παντρευτεί άλλη συγγενή του
Καίσαρα προκειμένου να ανανεώσουν την συμμαχία τους, ενώ προσέγγισε την Σύγκλητο,
η οποία βρήκε μια θαυμάσια ευκαιρία, προκειμένου να αποξενώσει τον Πομπήιο από
την συμμαχία του με τον Καίσαρα.
Και στην συνέχεια, να τον στρέψει έναντι του παλιού συμμάχου
του, καταστρέφοντας με τον τρόπο αυτό οριστικά την Τριανδρία, και απομονώνοντας
τον τόσο επικίνδυνο για αυτή Καίσαρα.
Έγινε πρόταση εκείνη την περίοδο από κάποιους Συγκλητικούς,
να αφαιρεθεί από τον Καίσαρα η στρατιωτική διοίκηση στην Γαλατία, αλλά αυτός κατόρθωσε
να αποφύγει μια τέτοια εξέλιξη, μέσω της χρήσης των φιλικών για τον ίδιο δήμαρχων.
Παρόλα αυτά, οι δήμαρχοι ξυλοκοπήθηκαν από οπαδούς των
Συγκλητικών και κατέφυγαν στον Καίσαρα, ενώ ο ίδιος, χρησιμοποίησε ως δικαιολογία
το γεγονός αυτό αργότερα, προκειμένου να ισχυριστεί ότι οι εχθροί του κατέλυαν
το πολίτευμα, καταδιώκοντας και περιφρονόντας τον τόσο σεβαστό για τον ρωμαϊκό λαό,
θεσμό των δημάρχων.
Στην συνέχεια, η Σύγκλητος διαμήνυσε στον Καίσαρα, να εγκαταλείψει
την θέση του ως κυβερνήτης της Γαλατίας ως την 1η Ιουλίου του 49
π.Χ., και να εισέλθει σε αυτή ως απλός πολίτης, προκειμένου να βάλει υποψηφιότητα
για ύπατος, αλλιώς θα θεωρούταν εκτός νομού και εχθρός του κράτους.
Ο Καίσαρας, γνώριζε ότι σε μια τέτοια περίπτωση, οι εχθροί,
είτε θα τον συλλάμβαναν και θα τον εξόριζαν, είτε ακόμα και θα τον σκότωναν, αφού
θα ήταν πια εντελώς αφύλακτος και μόνος.
Έτσι, τους απάντησε, προτείνοντας τους αρχικά κάποιες εναλλακτικές
αντιπροτάσεις στην Σύγκλητο, τονίζοντας όμως παράλληλα, ότι εάν αυτές δεν γινόταν
δέκτες, ο ίδιος θα λάβαινε μια τέτοια εξέλιξη ως αφορμή πολέμου.
Συγκεκριμένα, ο Καίσαρας πρότεινε να παραιτηθεί, τόσο
ο ίδιος, όσο και ο Πομπήιος από τα αξιώματα τους, ο ίδιος να διαλύσει τις οκτώ
από τις λεγεώνες του και να κρατήσει μόνο μία ή δυο, ως διοικητής της Ιλλυρίας
ή της εντεύθεν των Άλπεων Γαλατίας, ως τις εκλογές των υπάτων.
Όμως, η Σύγκλητος, τελικά αρνήθηκε τις προτάσεις του Καίσαρα
και στην συνέχεια διέταξε τον Πομπήιο να λάβει όλα τα απαραίτητα μέτρα για το καλό
του κράτους, ουσιαστικά δηλαδή να κηρύξει δικτατορία.
Με αυτά τα δεδομένα κατά νου, ο Καίσαρας έφτασε με τον
στρατό στον Ρουβίκωνα, ένα μικρό ποτάμι που χώριζε την εντεύθεν των Άλπεων Γαλατία
από την Ρωμαϊκή επικράτεια και από το οποίο
με βάσει τους ρωμαϊκούς νομούς, κανένας στρατιωτικός διοικητής δεν επιτρεπόταν
να το διασχίσει με τον στρατό, αλλά θα έπρεπε να το περάσει και να εισέλθει μονός
στην Ρώμη.
Εκεί ο Καίσαρας, μετά από μια νύχτα συνέχων αλλαγών
των αποφάσεων του, δισταγμών και παλινωδιών, πηρέ τελικά την οριστική του απόφαση
και τελικά διέβη τον Ρουβικώνα μαζί με τον στρατό του, και θέλοντας να δείξει
το αναπότρεπτο της απόφασης του, είπε την διάσημη ρήση του: «Ο κύβος ερρίφθη».
Η τζογαδορίστικη αυτή φράση, στην ουσία σήμαινε ότι το
ζάρι ρίχτηκε και αναμένεται να φανεί αν η ζαριά που ρίχθηκε, είναι νικητήρια ή
όχι, όπως ακριβώς συμβαίνει και σε αυτό το τυχερό παιχνίδι.
Ο Καίσαρας, κατέλαβε στην σειρά τις πόλεις της Ιταλίας,
αλλά απαγόρευσε τις λεηλασίες σε αυτές, ενώ ο Πομπήιος, μαζί με πολλούς συγκλητικούς εγκατέλειψαν την Ρώμη και πέρασαν
την Αδριατική θάλασσα, καταφεύγοντας στο απέναντι λιμάνι του Δυρραχίου, προκειμένου
να συγκεντρώσουν τον ρωμαϊκό στρατό στην Ανατολή, αλλά και να εξασκήσουν τους στρατιώτες τους.
Ο Καίσαρας, εισήλθε τελικά στην Ρώμη στις 16 Μαρτίου
του 49 π.Χ., και ανέλαβε την εξουσία στην πόλη, πάρα τις αντιρρήσεις της Συγκλήτου,
και αμέσως ετοιμάστηκε να αντιμετωπίσει τον στρατό και τους υποστηρικτές του Πομπήιου,
τόσο στην Ελλάδα, όσο επίσης και στην Αφρική και την Ισπανία.
Στην συνέχεια, ο Καίσαρας, στην πρώτη εκστρατεία του ρωμαϊκού
εμφυλίου, κατέλαβε την σιτοπαραγωγό Σικελία, προκειμένου να αντιμετωπίσει τα έντονα
επισιτιστικά προβλήματα της Ρώμης και στην συνέχεια, επιτέθηκε έναντι του στρατού
του Πομπήιου στην Ισπανία.
Αφού νίκησε και εκεί, γύρισε πίσω στην Ιταλία, και ορίστηκε
δικτάτορας από την Σύγκλητο, αλλά σχεδόν άμεσα παραιτήθηκε από τον τίτλο αυτό, και
στην συνέχεια εκλέχτηκε ύπατος το 48 π.Χ., προβαίνοντας ταυτόχρονα σε πολλά φιλολαϊκά
μέτρα.
Αμέσως μετά, ο Καίσαρας πέρασε την Αδριατική με στόλο
και επιτέθηκε στον στρατό του Πομπήιου στο Δυρράχιο, αλλά υστέρα από πείσμονα μάχη
με τον αντίπαλο του, ο Καίσαρας ηττήθηκε και αναγκάστηκε να υποχωρήσει προς την
Νοτιά Ελλάδα και συγκεκριμένα στην περιοχή της Θεσσαλίας.
Η τελική σύγκρουση των δυο αντίπαλων, πραγματοποιήθηκε
στα Φάρσαλα, και σε αυτή, υστέρα από μια πολύ έξυπνη στρατηγική του Καίσαρα, ο οποίος
εκμεταλλεύτηκε μεγαλοφυώς το λάθος του Πομπήιου να του επιτεθεί, με τον πολύ μεγάλο
στρατό του, αντί να τον αφήσει να λιμοκτονήσει, ο Καίσαρας νίκησε κατά κράτος
τον Πομπήιο.
Συνέπεια των γεγονότων αυτών, ήταν ο Πομπήιος, να αναγκαστεί
να υποχωρήσει, καταφεύγοντας αρχικά στην Λάρισα και στην συνέχεια στην Μυτιλήνη,
και τελικά κατέληξε στην Αλεξάνδρεια, όπου βασίλευε ο Πτολεμαίος ΙΓ΄.
Αυτός, υστέρα από την συμβουλή του ευνούχου και υπουργού
του Ποθείνου, τον δολοφόνησε, υπολογίζοντας ότι ο Καίσαρας θα του χρωστούσε χάρη
και ευγνωμοσύνη για την πράξη του αυτή.
Όμως, όταν ο Καίσαρας έφτασε μετά από λίγο στην Αίγυπτο,
καταδιώκοντας τον μεγάλο αντίπαλο του, φάνηκε πως όχι μόνο δεν ενθουσιάστηκε με
την πράξη αυτή του Πτολεμαίου, αλλά αντίθετα την καταδίκασε και στην συνέχεια, συμμάχησε
με την Κλεοπάτρα, την αδερφή και αντίπαλο του Πτολεμαίου για τον θρόνο της
Αιγύπτου.
Ακολουθήσε ο Αλεξανδρινός πόλεμος μεταξύ του Καίσαρα
και της Κλεοπάτρας από την μια πλευρά και του Πτολεμαίου και του Ποθείνου από
την άλλη, στην οποία επικράτησαν οι πρώτοι (υστέρα από την έγκαιρη άφιξη ενισχύσεων).
Επίσης, όταν έγινε μια προσπάθεια από αυτούς να πυρπολήσει
ο αντίπαλος στόλος, η πυρκαγιά που προκλήθηκε επεκτάθηκε ανεξέλεγκτα και έκαψε
την ξακουστή βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας.
Στην συνέχεια, ο Καίσαρας παρέμεινε για ένα διάστημα
στην Αίγυπτο, ορίζοντας αρχικά την Κλεοπάτρα ως ηγέτη της χωράς, και συνάπτοντας
με αυτή ερωτικές σχέσεις και περιπλέοντας μαζί της τον Νείλο.
Όταν δε ο Καίσαρας πληροφορήθηκε, ότι ο γιος του
Μιθριδάτη, ο Φαρνάκης, ανακατέλαβε τον Πόντο, εξ στράτευσε άμεσα εναντίον του
και τον κέρδισε τόσο γρηγορά, που τότε είπε άλλη μια διάσημη φράση του, το «veni,
vidi, vici» (δηλαδή, «ἦλθον, εἶδον, ἐνίκησα»).
Αργότερα, ο Καίσαρας, εκστράτευσε κατά των τελευταίων υπολειμμάτων
των υποστηρικτών του Πομπήιου στην Ισπανία και την Αφρική, νικώντας τους υστέρα
από σκληρές μάχες οπού αναδείχθηκε για άλλη μια φορά η στρατιωτική του μεγαλοφυΐα
(στην Θαψό και στην Μούντα), κερδίζοντας με τον τρόπο αυτό τον ρωμαϊκό εμφύλιο
και εγκαθιδρύοντας οριστικά την εξουσία του.
Με την λήξη του εμφυλίου, ο Καίσαρας κατέλαβε μια σειρά
αξιωμάτων (ύπατος, τιμητής, δήμαρχος, μέγας αρχιερέας), επέδειξε μεγαλοψυχία
και επιείκεια έναντι των πολίτικων αντίπαλων του, ενώ προχώρησε και σε σημαντικές
πολίτικες μεταρρυθμίσεις.
Μερικές από αυτές, ήταν η αύξηση των συγκλητικών από
600 σε 900, οι περισσότεροι εκ των οποίων ήταν φυσικά υποστηρικτές του, ο διαμοιρασμός
κρατικών γαιών στους οπαδούς του, στρατιώτες και φτωχούς, η ίδρυση νέων αποικιών,
ενώ ξεκίνησε και ένα φιλόδοξο πρόγραμμα κατασκευών, μειώνοντας επιπλέον και τα
χρέη των Ρωμαίων πολιτών.
Παράλληλα, παραχώρησε την ιδιότητα του Ρωμαίου πολίτη σε
πολλούς αλλοεθνείς, θέσπισε μέτρα υπέρ των πολυτέκνων και δημιούργησε ένα νέο ημερολόγιο,
βελτιωμένο σε σχέση με το προηγούμενο, το οποίο πηρέ προς τιμήν του το όνομα
Ιουλιανό.
Αμέσως μετά, άρχισε να καταστρώνει σχέδια, για νέες εκστρατείες
έναντι των εχθρών της Ρώμης:
Έτσι, λέγεται ότι σχεδίαζε να επιτεθεί έναντι των Παρθών
για να τους εκδικηθεί για τον θάνατο Κράσσου, πως ήθελε επίσης να επιτεθεί στην
πλούσια σε χρυσό Δακία του Μπερεμπίστα, να φτάσει ως τον Εύξεινο Πόντο ή ακόμα
και να κατακτήσει την Γερμανία.
Οι Συγκλητικοί, τρομοκρατήθηκαν μπροστά σε μια τέτοια προοπτική:
Γιατί ήξεραν πως αν και ο Καίσαρας είχε αρνηθεί δυο φορές το στέμμα, βολιδοσκοπώντας
τις αντιδράσεις του λαού σε μια ενδεχομένη στέψη του, όμως αν γύρναγε νικητής
από τις εκστρατείες αυτές, η φήμη που θα αποκτούσε θα ήταν τόση, ώστε τίποτε
δεν θα τον εμπόδιζε πια να στεφθεί κανονικός βασιλιάς.
Έτσι, πολλοί Συγκλητικοί συνασπίστηκαν γύρω από τον Γάιο
Κάσσιο, και κυρίως τον Μάρκο Ιούνιο Βρούτο, ο οποίος θεωρούταν απόγονος του διάσημου Λεύκιου Ιούνιου
Βρούτου, ο οποίος έδιωξε από την Ρώμη τον τυραννικό βασιλιά Ταρκύνιο τον Υπερήφανο.
Και στην συνέχεια αυτός, αφού κατήργησε την βασιλεία των
Ταρκυνίων, προχώρησε στην εγκαθίδρυση της ρωμαϊκής δημοκρατίας.
Και τώρα, θα έπρεπε κατά τους συνωμότες, ο Βρούτος να εξοντώσει
τον Καίσαρα, ο οποίος κατά’ αυτούς είχε γίνει ο νέος Ταρκύνιος και τύραννος της
Ρώμης, σε μια επανάληψη της ιστορίας.
Όταν δε ανακοινώθηκε η φήμη, ότι ο Καίσαρας θα ανακηρυσσόταν
βασιλιάς μόνο για τις εξωτερικές κτήσεις της Ρώμης, οι συνωμότες αποφάσισαν να δράσουν,
και να εξοντώσουν τον Καίσαρα την μέρα αυτή.
Στις Είδους του Μαρτίου (15 του μηνός) λοιπόν, ο Καίσαρας,
αν και είχε ακούσει από έναν οιωνοσκόπο να προσέχει την μέρα αυτή, πήγε στην Σύγκλητο
μονός και απροστάτευτος και εκεί οι συνωμότες τον δολοφονήσαν.
Όμως, η δολοφονία του, είχε τελικά το ακριβώς αντίθετο
αποτέλεσμα από αυτό που περίμεναν οι συνωμότες, αφού, όχι μόνο δεν επανάφερε
την δημοκρατία, αλλά σύντομα οδήγησε στην δημιουργία της δεύτερης Τριανδρίας (Οκταβιανού,
Αντώνιος, Λέπιδου), στην έναρξη ενός νέου ρωμαϊκού εμφυλίου, στην οριστική ήττα
και εξόντωση των δολοφόνων του Καίσαρα στην μάχη των Φιλίππων, καθώς και στην
οριστική εγκαθίδρυση της ρωμαϊκής Αυτκρατορίας.
ΜΕΡΟΣ Β
Πολιτική
ανάλυση των ενεργειών του Καίσαρα
Καταρχάς, θα πρέπει να ειπωθεί, ότι ο Καίσαρας, εκμεταλλεύτηκε
για πολίτικους λογούς, την διάσημη (υποτιθέμενη) καταγωγή του από τον Ίουλο,
τον γιο του Αινεία, τον πρίγκηπα της Τροίας, κάτι που έδινε στον ίδιο τεράστια αίγλη
και δημοτικότητα στους Ρωμαίους, μιας και οι ίδιοι πίστευαν ότι ο Αινείας, ήταν
επίσης προγονός του ιδρυτή της πόλης τους, του Ρωμύλου.
Οπότε, για τον Καίσαρα, το να επικαλείται ότι κατάγεται
από τον ιδρυτή της ιδίας της Ρώμης, ήταν κάτι που του έδινε εξαιρετική φήμη, αφού
συμμετείχε στην δόξα του διάσημου προγονού του, όντας ο άμεσος φυσικός και πολίτικος
απόγονος του.
Και παράλληλα, ο Καίσαρας μπορούσε να ισχυριστεί, ότι αυτός
θα μπορούσε να γίνει ένας νέος επανιδρυτής της Ρώμης σαν τον Ρωμύλο και τον Αινεία,
κάτι που έκανε τους Ρωμαίους να πιστεύουν ότι σύντομα θα επέστρεφε μια χρυσή εποχή
για την Ρώμη, ενώ ο Καίσαρας, μπορούσε παράλληλα να δηλώσει ότι ο ίδιος θα ήταν
αυτός που θα την πραγματοποιούσε.
Επίσης, ο Καίσαρας, μέσω του Αινεία, ισχυριζόταν ότι καταγόταν
και από την θεά Αφροδίτη, και με τον του ισχυρισμό του αυτό, ο Καίσαρας,
ως απόγονος της, δήλωνε ότι είχε και θεϊκή καταγωγή, κάτι που έδινε σε αυτόν
μια υπερφυσική αίγλη στα ματιά των υπολοίπων Ρωμαίων.
Και εκτός αυτών, οι παραπάνω ισχυρισμοί του Καίσαρα,
για ηρωική και θεϊκή καταγωγή, του έδιναν, τόσο το πολιτικό όσο και το ηθικό κυρός,
προκειμένου υπηρετήσει και να διεκδικήσει σημαντικά αξιώματα στην συνέχεια στο
ρωμαϊκό κράτος.
Τον ίδιο ακριβώς ρολό, έδινε επίσης στον Καίσαρα, τόσο
ο συνονόματος πατέρας του, ένας ικανός πολίτικος, ο οποίος είχε υπηρετήσει πιστά
την Ρώμη στην διάρκεια του κοινωνικού πολέμου, ο οποίος είχε επίσης προτείνει
διορατικά να δοθεί στους Λατίνους το δικαίωμα του Ρωμαίου πολίτη, αμέσως μετά
την λήξη του.
Κυρίως όμως, σε σχέση με τον πολιτικό τομέα, ιδιαίτερη
αίγλη στον Καίσαρα, έδινε η συγγένεια του ίδιου με τον πιο διάσημο μέχρι τότε στρατηγό
και πολιτικό της Ρώμης, τον Μάριο, τον σύζυγο της θείας του Καίσαρα, ο οποίος ήταν
ηγέτης της δημοκρατικής και φιλολαϊκής παράταξης.
Χάρις στην συγγένεια του με τον Μάριο, ο Καίσαρας, μπορούσε
να δηλώνει ευθέως συνεχιστής και φυσικός διάδοχος του Μάριου στην δημοκρατική παράταξη
(προπαγανδιστικά και μη), προστάτης του λαού και μεγάλος αντίπαλος της Συγκλήτου,
εφαρμόζοντας μάλιστα εναντίον της μια ακόμα πιο ριζοσπαστική πολιτική από τον θείο
του, προκειμένου να αποκτήσει ακόμα περισσότερο
έρεισμα στον ρωμαϊκό λαό.
Και για να εδραιώσει ακόμα περισσότερο αυτή την πολιτική
ταύτιση με τον θείο του, αλλά και να επιδείξει την εχθρότητα έναντι της Συγκλήτου,
φρόντισε να κατασκευαστούν οι προτομές του Μάριου και τις επέδειξε δημοσιά, προκειμένου
να δείξει την αφοβία του έναντι της Συγκλήτου, αλλά και να επιδείξει την υποστήριξη
του στον λαό και να κερδίσει την υποστήριξη του, κάτι που τελικά κατόρθωσε.
Ακόμα και οι δυο συγκινητικοί επικήδειοι που έγραψε
και απήγγειλε ο Καίσαρας για την νεκρή συζύγου του, αλλά και την θεία του, την σύζυγο
του Μάριου, είχαν ως στόχο να κερδίσουν την συμπάθεια του κόσμου, αλλά και να αυξήσουν
ακόμα περισσότερο την φήμη του σε αυτόν, ταυτίζοντας τον ίδιο ακόμα περισσότερο
με τον Μάριο και τον λαό.
Το
δε αξίωμα του Καίσαρα ως Αρχιερέα, έδωσε σε αυτόν την πρόσβαση σε πολλές πολύτιμες
και χρήσιμες θρησκευτικές και πολίτικες γνωριμίες, οι οποίες του φάνηκαν χρήσιμες τον καιρό της δικτατορίας
του Σύλλα.
Ήταν χάρις σε αυτές, που ο Καίσαρας
κατάφερε τελικά να εξασφαλίσει χάρη από
τον δικτάτορα Σύλλα, χάρις δηλαδή,
τόσο στην παρέμβαση των συγγενών του, αλλά
κυρίως των Εστιάδων παρθένων προς τον τότε
δικτάτορα της Ρώμης, κάτι που δείχνει και την σημαντική επιρροή αυτών (και
του ιερατείου γενικά) στην πολιτική ζωή της Ρώμης.
Ακόμα και η αρχική διαβίωση του Καίσαρα,
αναμεσά στις φτωχογειτονιές της Ρώμης, τόσο στην εφηβεία του, όσο και κατά την διάρκεια
της δικτατορίας του Σύλλα, βγήκε σε καλό στον Καίσαρα.
Και αυτό, εξαιτίας του γεγονότος,
ότι όταν αργότερα ο ίδιος διεκδικούσε την υπατεία και την ψήφο του λαού,
δεν είχε κανένα πρόβλημα να βρίσκεται στα μέρη αυτά, συνομιλώντας με τον λαό
και παίρνοντας τον με το μέρος του, αφού κανένας άλλος αριστοκράτης, σύμμαχος ή
εχθρός του, θα τολμούσε και καταδεχόταν ποτέ να πάει ποτέ σε μέρη σαν και αυτά.
Αυτός ήταν και ο κύριος
λόγος, για τον οποίο και ο Κράσσος και ο Πομπήιος, επέλεξαν να συμμαχήσουν με
τον Καίσαρα, τόσο για να εκμεταλλευτούν το διάσημο όνομα αυτού του πολιτικού αστέρος
και την οικογενειακή καταγωγή του, αλλά κυρίως για την μεγάλη επιρροή του στον ρωμαϊκό
λαό, κυρίως στην διεξαγωγή ψηφοφοριών και στην απόκτηση ψήφων.
Όλοι δε οι γάμοι που πραγματοποίησε στην διάρκεια της ζωής
του ο Καίσαρας, θα μπορούσε κάνεις ανετά να υποστηριχτεί, ότι είχαν κυρίως πολιτικά,
παρά ερωτικά κίνητρα.
Έτσι, ο πρώτος σχεδιαζόμενος
γάμος του Καίσαρα με την Κοσσουτία (ο οποίος τελικά δεν πραγματοποιήθηκε), η οποία
καταγόταν από πλούσια οικογένεια Συγκλητικών που είχε κανονιστεί από την οικογένεια
του, ήταν για να αποκτήσει αυτή πολίτικες συμμαχίες με την Σύγκλητο.
Ο δεύτερος γάμος του Καίσαρα
με την Πομπηία, την εγγονή του Σύλλα, ήταν για να αποκτήσει αυτός πρόσβαση στην
παράταξη της Συγκλήτου, ενώ ο τρίτος με την Κορνηλία, την κόρη του δημοκρατικού Κίννα, τον συνεργάτη του Μάριου, ήταν για να συσφίξει
ακόμα περισσότερο τις σχέσεις του με την
δημοκρατική παράταξη.
Τέλος, ο τέταρτος γάμος
του Καίσαρα με την Καλπουρνία, την κόρη του Λεύκιου Πείσωνα, ήταν για να αποκτήσει
ο ίδιος ακόμα περισσότερες πολίτικες προσβάσεις στην δημοκρατική παράταξη.
Και φυσικά, εκτός των γάμων του ίδιου με πολλές γυναίκες
που ανήκαν, είτε στην δημοκρατική παράταξη, είτε στην συγκλητική αριστοκρατία, προώθησε
και τον γάμο της έξυπνης και γοητευτικής κόρης του, της Ιουλίας, με τον Πομπήιο,
προκειμένου να συμμαχήσει με αυτόν.
Αυτή ήταν μια έξυπνη πολιτική κίνηση, αφού ο Πομπήιος γοητεύτηκε
τόσο πολύ με την κόρη του Καίσαρα, την Πομπηία, ώστε δεν φρόντιζε καθόλου για
την προώθηση της πολιτικής του καριέρα ή την για την διοίκηση των επαρχιών που
του είχε ανατεθεί, αλλά μόνο το πώς να βρίσκεται όλη την ώρα μαζί της, κάτι που
επέτρεπε στον Καίσαρα να εκμεταλλεύεται την απουσία του Πομπήιου από την πολιτική
ζωή προς όφελος του.
Αλλά ακόμα και πολλές από τις δεκάδες σεξουαλικές περιπέτειες
του Καίσαρα με γυναίκες, πολλές από αυτές, δεν έγιναν μόνο για το σεξ ή για διασκέδαση,
σε αυτές, αλλά κυρίως για πολίτικους λογούς, όπως και τα δώρα που έκανε ο Καίσαρας
σε αυτές.
Και όλα αυτά με σκοπό, να επιτύχει να κάνει πολλές από
αυτές να επηρεάσουν αυτές συζυγούς τους, ώστε αυτοί στις ψηφοφορίες στην Σύγκλητο,
να ψηφίσουν υπέρ του Καίσαρα, των συμμάχων του, καθώς και των πολίτικων τους σχεδίων.
Όμως, για την επίτευξη αυτών των πολιτικών σχεδίων του
Καίσαρα, χρειαζόταν πολλά χρήματα, τα οποία ο Καίσαρας, ειδικά στην αρχή της πολιτικής
του καριέρας δεν είχε υπό την κατοχή του, οπότε αναγκάστηκε να πάρει πολλά χρηματικά
δάνεια από διάφορους πιστωτές, κάτι που σύντομα τον έκανε να φτάσει να χρωστάει
σε αυτούς τεράστια ποσά.
Αυτό είχε ως αποτέλεσμα, ο Καίσαρας να αναγκαστεί να καταφύγει
στην συνέχεια πολλές φορές στον πλούσιο πολιτικό Κράσσο, προκειμένου να καταφέρει
να εξοφλήσει τους πιο απαιτητικούς δανειστές του, ο οποίος μάλιστα πλήρωσε σε
αυτούς ως εγγύηση οκτακόσια τριάντα τάλαντα συνολικά.
Με αντάλλαγμα από μέρους του Καίσαρα, την χορήγηση
στον Κράσσο διάφορων πολιτικών αξιωμάτων, όταν αυτός θα διαχειρίζοταν την εξουσία
στο ρωμαϊκό κράτος, καθώς και την σύνηψη μιας στενής πολιτικής συνεργασίας μαζί
του, έναντι του αντίπαλου του Πομπήιου αρχικά και στην συνέχεια ενάντια στην
Σύγκλητο.
Ακόμα και η χορήγηση άτοκων δανείων σε πολλούς
χρεωμένους Ρωμαίους, έγινε για πολιτικούς λόγους και κυρίως, ως αντάλλαγμα για
την χορήγηση αυτών, αυτοί, να υποταχτούν πλήρως στην θέληση του Καίσαρα, καθώς
και να γίνουν πελάτες και οπαδοί του, γεγονός που θα αύξανε ραγδαία την
πολιτική δύναμη του ιδίου.
Ο Καίσαρας επίσης, φρόντισε από τα διαφορά πολιτικά του
αξιώματα (π.χ. σαν αγορανόμος), να προβεί στην μεγάλη καλλώπιση με πολλά και νέα
θεματικά καλλιτεχνήματα της ρωμαϊκής αγοράς.
Ταυτόχρονα, οργάνωσε και πολλές θεαματικές θεατρικές παραστάσεις
και κυνηγετικούς αγώνες στην Ρώμη, προκειμένου να εντυπωσιάσει τον ρωμαϊκό λαό,
και να εξασφαλίσει την ψήφο του, χρησιμοποιώντας
επιτυχώς την μέθοδο: «Άρτος και θεάματα».
Όμως, για την χρηματοδότηση όλων αυτών των θεαματικών πολίτικων
προγραμμάτων, αλλα και εκδηλώσεων, δεν έφταναν στον Καίσαρα, μόνο τα χρήματα που
είχε στην διάθεση του ως αγορανόμος.
Έτσι, για να διοργανώσει τις πιο σημαντικές θηριομαχίες
και θεατρικές παραστάσεις στην ιστορία της Ρώμης, δανείστηκε ξανά μεγάλα ποσά
για να τις υλοποιήσει, με αποτέλεσμα να χρεωθεί ακόμα περαιτέρω και να αναγκαστεί
να καταφύγει για μια ακόμα φορά στον Κράσσο και με τον τρόπο αυτό, να δεθεί ακόμα
περισσότερο πολιτικά μαζί.
Αυτή η στενή πολιτική και οικονομική εξάρτηση με τον
Κράσσο, ήταν και ένας από τους κύριους λόγους, για τον οποίο ο Καίσαρας, ακούστηκε
πολλές φορές ότι ήταν μπλεγμένος με τον Κράσσο σε συνωμοσίες έναντι της Συγκλήτου.
Με σκοπό πάντα, την απόκτηση της απολυτής εξουσίας
στην Ρώμη, μέσω ενός σχεδιαζόμενου πραξικοπήματος που θα έφερνε τον Κράσσο στην
θέση του δικτάτορα και τον Καίσαρα υπασπιστή του, ενώ για τους δυο τους, ακουστήκαν
φήμες, πως ήταν μπλεγμένοι και στην συνομωσία του Κατιλλίνα.
Εξαιτίας των παραπάνω λόγων, ο Καίσαρας, θέλοντας να ορθοποδήσει
οικονομικά, αλλά και να ανεξαρτητοποιηθεί πολιτικά από τον Κράσσο, προκειμένου
να γίνει ένας αυτόνομος πόλος, αποφάσισε να ασχοληθεί και με τον στρατιωτικό τομέα.
Γιατί, μέσω δε της στρατιωτικής καριέρας, ο Καίσαρας
θα αποκτούσε και εμπειρία ως στρατηγός, ενώ με τον τρόπο αυτό θα ανταγωνιζόταν
στην φήμη ως στρατηγός τον Πομπήιο, ο οποίος θεωρούταν τότε ο μεγαλύτερος στρατηγός
της Ρώμης.
Και επίσης, με τις στρατιωτικές νίκες, θα αποκτούσε ακόμα
περισσότερη φήμη στον ρωμαϊκό λαό, αλλά ταυτόχρονα θα αύξανε και την προσωπική
του περιουσία και θα ξεχρέωνε τους πιστωτές του (ανταγωνιζόμενος στον πλούτο τον
Πομπήιο και τον Κράσσο).
Για τον λόγο αυτό, όταν ο Καίσαρας, ως πραίτορας της Ισπανίας,
αντιμετώπισε, νίκησε και υπέταξε τις διάφορες φυλές της περιοχής, στην συνέχεια,
μοίρασε δίκαια τα λάφυρα αναμεσά στους στρατιώτες του, προκειμένου να κερδίσει
την αδιαμφησβήτητά υποστήριξη τους και με τον τρόπο αυτό, άρχισε να αποκτά έναν
αφοσιωμένο και απόλυτα υπάκουο στον ίδιο (προσωπικό) στρατό.
Και πραγματικά, κατά την διάρκεια των εκστρατειών του, ο Καίσαρας πλούτισε πάρα πολύ από τα λάφυρα
των λεηλασιών (ξεχρεώνοντας ταυτόχρονα και τους δανειστές του), και ταυτόχρονα κατάφερε
να κερδίσει και την υποστήριξη των αξιωματικών του στρατού, αλλά και των στρατιωτών
που επωφελήθηκαν από αυτές.
Στην συνέχεια, ο Καίσαρας, εκμεταλλεύτηκε την μεγάλη δημοτικότητα
που κέρδισε ως πραίτορας και στρατός της Ισπανίας, προκειμένου να εκλεγεί πρώτη
φορά ύπατος, αρνούμενος ακόμα και να τελέσει τον θρίαμβο ως στρατηγός, προκειμένου
να καταφέρει να εκλεγεί στο σημαντικότερο πολιτικό αξίωμα της Ρώμης.
Επίσης, ο Καίσαρας ως στρατηγός, φρόντισε έξυπνα να προβεί
σε συμμαχίες με τους διάφορους Γαλάτες φυλάρχους, και χρησιμοποίησε την μέθοδος
του «διαιρεί και βασίλευε», στρέφοντας το έναν ενάντια στον άλλο, εκμεταλλευόμενος
τις διάφορες αντιπαλότητες που είχαν αυτοί μεταξύ τους.
[Κατά
την διάρκεια της θητείας του ως στρατηγός,
ο Καίσαρας διέπραξε πολλές σφαγές έναντι των εχθρών του, εξολοθρεύοντας πλήρως ολοκλήρους
λαούς (Γερμανούς, Ελβετούς), από τις οποίες
κέρδισε φήμη, υποστηρίζοντας ότι νικώντας
τους, έσωσε την Ρώμη από τον όλεθρο, και ότι έπραξε, το έκανε στο όνομα της Ρώμης
και για το καλό του λαού (αλλά και οι σφαγές αυτές να αποτελέσουν
πολιτικό-αποτρεπτικό παράδειγμα για όποιους άλλους ενδεχόμενους εισβολείς στο
μέλλον στα εδάφη της Ρώμης), κάτι που κέρδισε την υποστήριξη του].
Όταν δε κατάκτησε την Γαλατία, είχε πια αποκτήσει μια ασφαλή
πολιτική και στρατιωτική βάση, από την οποία θα μπορούσε να επεκταθεί προς οποία
κατεύθυνση ήθελε, είχε αποκτήσει έναν αφοσιωμένο στον ίδιο στρατό, μαζί με εντοπίους
μισθοφόρους.
Παράλληλα, εκτός της μεγάλης προσωπικής περιουσίας
του, ο Καίσαρας απέκτησε και μια μεγάλη στρατιά σκλάβων, καθώς και τα πλούσια χρυσωρυχεία
της χωράς αυτής, μαζί με τους υπολοίπους πλουτοπαραγωγικούς πόρους της, όπως
και τις σημαντικές εμπορικές οδούς και λιμάνια που υπήρχαν σε αυτή.
Ο Καίσαρας παράλληλα,
οργάνωσε επίσης δυο αναγνωριστικές εκστρατείες και στα Βρετανικά νησιά, στις οποίες
νίκησε στις συμπλοκές που ακολουθήσαν τους Βρετανούς και αποχώρησε μόνο όταν αυτοί
του υποσχέθηκαν να του αποδώσουν φόρο υποτέλειας, ετοιμάζοντας πιθανώς το έδαφος
για μια μελλοντική πλήρη εισβολή σε αυτά.
Για να κερδίσει όμως ο Καίσαρας σημαντικά πολιτικά αξιώματα,
έπρεπε επίσης, όπως και οι αντίπαλοι του, εκτός της φήμης του στον λαό, να φροντίζει
και για την δωροδοκία των ψηφοφόρων, προκειμένου να εξασφαλίσει την ψήφο τους.
Και στην αρχή, όταν ο Καίσαρας, δεν είχε ακόμα μεγάλη περιουσία,
δανειζόταν χρήματα και αποκτούσε πολλά χρέη προκειμένου να εκλεγεί σε σημαντικά
αξιώματα (π.χ. του αρχιερέα), αλλά στην συνέχεια, όταν έγινε πλούσιος, τους δωροδοκούσε
από χρήματα της προσωπικής του περιουσίας, την οποία είχε αποκτήσει μέσω λεηλασιών
ως στρατηγός.
Όμως εκτός της δωροδοκίας, ο Καίσαρας, όπως και οι πολιτικοί
σύμμαχοι του (Πομπήιος-Κράσσος), αλλά και η Σύγκλητος, χρησιμοποιούσαν βία έναντι
των πολιτικών τους αντίπαλων, μέσω της χρήσης πολίτικων συμμοριών (π.χ. του Πόπλιου
Κλώδιου Πούλχερ).
Με κύριο σκοπό, προσπαθώντας να τους αναγκάσουν μέσω
της χρήσης έντονης πολιτικής βίας και ξυλοδαρμών, να υποταχτούν πλήρως στην θέληση
τους.
Ο Καίσαρας, φρόντισε παράλληλα να αποκτήσει χρήσιμες πολίτικες
συμμαχίες με τους βασιλιάδες της Ανατολής, όπως π.χ. με τον βασιλιά της Βιθυνίας
Νικομήδη, ο οποίος βοήθησε τον Καίσαρα, τόσο να ξεφύγει από την δικτατορία του Σύλλα,
όσο επίσης και αργότερα στον Πτολεμαικό πόλεμο, όταν του έστειλε ενισχύσεις, οι
οποίες έγειραν την πλάστιγγα του πολέμου αυτού υπέρ του Καίσαρα.
Επίσης,
με την βασίλισσα της Αιγύπτου Κλεοπάτρα, ο Καίσαρας, συνήψε σεξουαλικές σχέσεις
μαζί της (όπως και με άλλες βασίλισσες της Ανατολής), όχι μόνο για διασκέδαση, αλλά
επίσης και για πολίτικους λογούς.
Κυρίως,
γιατί μέσω της Κλεοπάτρας, η οποία ήταν Φαραώ της Αίγυπτου, αυτός, θα μπoρούσε να ελέγχει ως μονάρχης ολόκληρο
το Πτολεμαικό κράτος, με έμμεσο μάλιστα τρόπο και χωρίς μάλιστα να φαίνεται ότι κατέλαβε και το προσάρτησε, σκλαβώνοντας
στην Ρώμη το κράτος αυτό.
Έτσι, όρισε την Κλεοπάτρα ως Φαραώ, όχι μόνο λόγω του ερωτά
για αυτή, αλλά και γιατί ήθελε ταυτόχρονα μέσω του διορισμού ενός πιστού σε
αυτή την χωρά ηγεμόνα, να εξασφαλίσει τα πλούτη της, καθώς και την ροή σιταριού
προς την Ρώμη από τα εύφορα εδάφη της, μαζί με την καίρια γεωστρατηγική θέση
της χώρας αυτής, τα λιμάνια και τις εμπορικές οδούς που διέσχιζαν την χωρά.
Ακόμα και τον φόνο του Πομπήιου,
εκμεταλλεύτηκε πολιτικά ο Καίσαρας, τόσο για να προάγει μια εικόνα δήθεν
μεγαλοψυχίας του στον ρωμαϊκό λαό (αν και κατά βάθος χαιρόταν που ο Πτολεμαίος
εκτέλεσε μια βίαια πράξη που θα έπρεπε να κάνει ο ίδιος σε άλλη περίπτωση).
Επίσης, με το πρόσχημα του ίδιου
φόνου, ο Καίσαρας βρήκε την αφορμή-πρόσχημα που επιζητούσε και εισέβαλε στην
Αλεξάνδρεια και την κατέλαβε, προσβεβλημένος δήθεν από την πράξη αυτή του
Πτολεμαίου έναντι ενός επιφανούς Ρωμαίου, ενώ ταυτόχρονα, παρίστησε ότι ένιωσε αποτροπιασμό
για την πράξη αυτή.
Και όλα αυτά, ενώ θα μπορούσε εύκολα ο ίδιος ως δικτάτορας,
να εκμεταλλευτεί την διαθήκη ενός παλαιοτέρου Πτολεμαίου βασιλιά, η οποία όριζε
την Ρωμαϊκή πολιτεία, ως διάδοχο του στον θρόνο.
Αλλά τότε, δεν έγινε τελικά τότε η προσάρτηση της Αίγυπτου
στην Ρώμη, όπως και παλαιοτέρα δεν είχε συμβεί, όταν ο διεφθαρμένος και αδίστακτος
πατέρας της Κλεοπάτρας, ο Πτολεμαίος ο Αυλητής, δωροδόκησε τον Καίσαρα και τους
συμμάχους του (Κράσσο-Πομπήιο), να μην προβούν
στην προσάρτηση αυτή.
Και αντίθετα, αυτοί φρόντισαν τον επαναφέρουν με στρατό
στον θρόνο της Αίγυπτου (όπως και έγινε), αφού ο ίδιος είχε εκδιωχθεί από την ηγεσία
της χωράς υστέρα από μια εξέγερση του λαού, τόσο λόγω της τυραννικής του συμπεριφοράς,
όσο και της παντελώς δουλοπρεπής και προδοτικής στάσης έναντι των Ρωμαίων.
Την ίδια φαίνεται στάση χρησιμοποίησε
και η Κλεοπάτρα έναντι του Καίσαρα, δωροδοκώντας τον τόσο με τα ερωτικά της θέλγητρα,
όσο επίσης και με τον πλούτο της Αίγυπτου, ενώ η ίδια και ο Καίσαρας, περιπλεύσαν
μαζί τον Νείλο.
Ο δε διάπλους αυτός, πιθανώς έγινε τόσο,
για την εξερεύνηση της περιοχής, για την εύρεση νέων εμπορικών οδών, όσο και πιθανώς
για την πραγματοποίηση νέων εκστρατειών στα μέρη αυτά.
Αλώστε, όπως είναι γνωστό, ο διάδοχος
του Καίσαρα, ο Οκταβιανός Αύγουστος, πραγματοποίησε σε μια εκστρατεία στην περιοχή
της Νουβίας (για λίγα μόνο έτη), η οποία βρίσκεται ακριβώς κάτω από την Αίγυπτο.
[Και εδώ θα πρέπει να αναφέρουμε, ότι η σύναψη ερωτικών
σχέσεων, μεταξύ μιας ισχυρής γυναίκειας προσωπικότητας και ισχυρών αντρών, εν μέσω
ενός ανδροκρατούμενου πεδίου, έχει συμβεί και άλλες φορές κατά την διάρκεια της
ιστορίας, εκτός από τον Καίσαρα, την Κλεοπάτρα και τον Αντώνιο.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα, είναι η Μεγάλη Αικατερίνη
της Ρωσίας, η οποία με την βοήθεια των στρατηγών
Ορλώφ και Ποτέμκιν, με τους οποίους είχε ερωτικές σχέσεις, εξόντωσε τον Τσάρο-σύζυγο
της και έγινε Τσαρίνα της Ρωσίας, κατά τον τρόπο, που η Κλεοπάτρα, με την βοήθεια
του Καίσαρα εξόντωσε τον Φαραώ-αδερφό της και έγινε η ίδια Φαραώ της Αίγυπτου].
Όπως αναφέρθηκε παραπάνω, ο Ιούλιος
Καίσαρας, δεν δίστασε καθόλου, για πολιτικούς λογούς, να φροντίσει με δωροδοκίες
την αθώωση του δημοκρατικού του συμμάχου, Πόπλιου Κλώδιου Πούλχερ, επειδή του ήταν
ένας πολύτιμος πολιτικός σύμμαχος έναντι της Συγκλήτου, παρόλο που ο ίδιος τον είχε
απατήσει πιθανότατα με την πρώην σύζυγο του, την Πομπηία.
Αντίθετα μάλιστα, δεν δίστασε να χρησιμοποιήσει
την θέση του ως αρχιερέα και τον υιοθετήσει κιόλας, προκειμένου να μπορέσει να
τον μεταθέσει από την τάξη των πατρικίων στην τάξη των πληβείων.
Με απώτερο πάντα σκοπό, να μπορέσει
ο πολίτικος του συμμαχικός Κλώδιος, να θέσει υποψηφιότητα και να καταλάβει το αξίωμα
του δήμαρχου (στο οποίο εκλεγόταν μόνο πληβείοι), και από την θέση αυτή, να προωθήσει
ψήφιση νόμων που δίωκαν τους πολίτικους του αντίπαλους (π.χ. τον Κάτωνα και τον
Κικέρωνα).
[Όπως επίσης και να κατηγορήσει και να παραπέμψει κατά
την διάρκεια της νεότητας του σε δική για παράνομες παρακρατήσεις δημοσίου χρήματος,
διεφθαρμένους κρατικούς αξιωματούχους, όπως τον κυβερνήτη της Ελλάδας Δολοβέλα, με την κατηγορία της κακοδιαχείρισης.
Και παρόλο που ο Δολοβέλας, λόγω των πολιτικών
γνωριμιών, κατάφερε να αθωωθεί, η πράξη αυτή του Καίσαρα κέρδισε την
εμπιστοσύνη του λαού προς το πρόσωπο του, ενώ η αίγλη του και το κύρος του
αυξήθηκαν σε πολύ μεγάλο βαθμό].
Ο Καίσαρας, κατάφερε επίσης να εκμεταλλευτεί επιτυχώς
την αντιπαλότητα του Κράσσου με την Σύγκλητο, όπως επίσης και την άρνηση της να
επικυρώσει τις πράξεις του Πομπήιου στην Ανατολή και να δώσει γη ως ανταμοιβή
στους στρατιώτες του για τις νικηφόρες εκστρατείες και μάχες που είχαν δώσει
υπέρ της Ρώμης (κερδίζοντας με τον τρόπο αυτό τη υποστήριξη των ίδιων και του
λαού).
Και λόγω της εχθρότητας της Συγκλήτου προς τον ίδιο, αλλά
και τον Πομπήιο και τον Κράσσο, κατάφερε να τους πείσει να συμμαχήσουν από κοινού,
και να συστήσουν την πρώτη Τριανδρία.
Αυτή, είχε ως κύριο σκοπό, να προωθήσει των συμφέροντα και των τριών αυτών ανδρών,
αλλά και να παρεμποδίσει οποιασδήποτε πολιτική της Συγκλήτου στρεφόταν εναντίον
οποιουδήποτε από αυτούς.
Τελικά όμως, ως αποτέλεσμα του θανάτου του Κράσσου, παρέμειναν
δυο φιλόδοξα άτομα, τα οποία ήθελαν να κατακτήσουν την απολυτή εξουσία στην Ρώμη,
χωρίς να υπάρχει πια μια τρίτη παράταξη η οποία να τους εμποδίζει στην σύγκρουση
μεταξύ τους, η οποία σύντομα ξέσπασε, με αποτέλεσμα έναν αιματηρό εμφύλιο
μεταξύ των διεκδικητών της εξουσίας.
Στην διάρκεια του εμφυλίου με τον Πομπήιο,
και συγκεκριμένα στην μάχη των Φάρσαλων, ο Καίσαρας εκμεταλλεύτηκε αντιζηλίες των
πολιτικών αντίπαλων του γνωρίζοντας ότι αυτοί δεν θα είχαν την υπομονή να διατηρήσουν
την πίεση σε αυτόν προκειμένου να τον εξαντλήσουν μέσω πολιορκίας, μέσω του πλήρους
κόψιμο του ανεφοδιασμού του, όπως τους είχε προτείνει ο Πομπήιος.
Μιας και ο ίδιος, γνώριζε καλά, ότι
λόγω της βιασύνης τους να επιστρέψουν στην Ρώμη και να αναλάβουν ξανά την ηγεσία
της, θα πίεζαν υπέρμετρα τον Πομπήιο να δώσει άμεσα μάχη αντί να εφαρμόσει την στρατηγική
του (η οποία μακροχρόνια θα αποδεικνυόταν επιτυχής αν εφαρμοζόταν).
Κάτι που όντως έγινε στην συνέχεια,
οδηγώντας τελικά στην ήττα του Πομπήιου και των συγκλητικών συμμάχων του, λόγω
της της χρήσης μιας έξυπνης στρατιωτικής τακτικής από τον Καίσαρα στην μάχη
αυτή.
Με την λήξη του εμφυλίου, ο Καίσαρας κατέλαβε και συγκέντρωσε
στο πρόσωπο του μια σειρά σημαντικών κρατικών αξιωμάτων (ύπατος, τιμητής,
δήμαρχος, μέγας αρχιερέας), εδραιώνοντας με τον τρόπο αυτό, την απολυτή εξουσία
του.
Επίσης, επέδειξε έξυπνα «μεγαλοψυχία και επιείκεια» έναντι
των πρώην αντιπάλων του, προκειμένου να αποκτήσει την αφοσίωση τους, αλλά και
την συμπάθεια του ρωμαϊκού λαού, ενώ προχώρησε και σε σημαντικές πολίτικες μεταρρυθμίσεις.
Μερικές από αυτές, ήταν η αύξηση των Συγκλητικών από
600 σε 900, ενώ οι περισσότεροι από αυτούς, ήταν υποστηρικτές του (και μέσω αυτών
έλεγχε ουσιαστικά την Σύγκλητο), όπως και ο διαμοιρασμός κρατικών γαιών στους οπαδούς
του, στρατιώτες και στους φτωχούς, ίδρυσε αποικίες, ενώ ξεκίνησε και ένα φιλόδοξο
πρόγραμμα κατασκευών, μείωσε τα χρέη.
Όλα αυτά τα έπραξε, με κύριο σκοπό, να μεγαλώσει ακόμα
περισσότερο την φήμη του στον ρωμαϊκό λαό, ενώ μέσω της ίδρυσης αποικιών, κατάφερε
με έμμεσο τρόπο να διώξει οποία ενδεχόμενα ταραχοποιά στοιχεία από την Ρώμη,
ενώ φρόντισε να σπάσει οριστικά και τις πελατειακές σχέσεις πολλών Συγκλητικών
με τους διεφθαρμένους εξαγορασμένους ψηφοφόρους, μέσω της μείωσης των πολιτών
που δικαιούταν δωρεάν διανομή σίτου.
Παράλληλα, ο Καίσαρας, παραχώρησε την ιδιότητα του
Ρωμαίου πολίτη σε πολλούς ξένους, θέσπισε μέτρα υπέρ των πολυτέκνων, και δημιούργησε
ένα νέο ημερολόγιο, βελτιωμένο σε σχέση με το προηγούμενο, το οποίο πηρέ προς τιμήν
του το όνομα Ιουλιανό.
Με τις πράξεις του αυτές, κατάφερε να μεγαλώσει ακόμα περισσότερο
την φήμη του στους Ρωμαίους πολίτες, ενώ με την απόδοση της ρωμαϊκής ιθαγένειας,
κατάφερε όχι μόνο να αποκτήσει νέους οπαδούς, αλλά και μια νέα φορολογική βάση πολίτων,
αλλά καθώς και μια νέα πηγή στρατιωτικού δυναμικού.
[Εδώ, θα πρέπει εδώ να αναφέρουμε, ότι τα τελευταία έτη
της κυριαρχίας του, ο Καίσαρας έπασχε από αλωπεκίαση, δηλαδή το πέσιμο μαλλιών
και την δημιουργία φαλάκρας και για τον λόγο αυτό, χρησιμοποιούσε ειδικούς τρόπους
για να διορθώνει το ελάττωμα του αυτό.
Και αυτοί συνίστατο στο να γυρνάει τα μαλλιά του προς
τα μπροστά και πάνω, προκειμένου με αυτό ειδικά στυλιζαρισμένο τύπο χτενίσματος
να καλύπτεται το καραφλό μέρος του κεφαλιού του με μαλλιά, αλλά και μέσω της ταυτόχρονης
χρήσης δάφνινου στεφανιού πάνω στο κεφάλι του, προκειμένου να καλύπτει τα υπόλοιπα
σημεία που είχε φαλάκρα.
Και επίσης, ο Καίσαρας, έκανε τα πάντα για να βρίσκεται
πάντα εντός της τελευταίας λέξης της μόδας της εποχής του, φροντίζοντας τόσο
την σιλουέτα του, όσο και την διατροφή του και γενικότερα την εμφάνιση του, προκειμένου
να φαίνεται όσο το δυνατόν πιο όμορφος, προσιτός και γοητευτικός στον ρωμαϊκό λαό,
έτσι ώστε να κερδίζει συνεχώς την συμπάθεια του, καθώς και την πολύτιμη ψήφο
του].
Αλλά και τα στρατιωτικά σχέδια του Καίσαρα, για εκστρατείες
έναντι των Παρθών, των πλουσίων σε χρυσό Δακών του Μπερεμπίστα, στον Εύξεινο
Πόντο ή ακόμα στην Γερμανία, εκτός του σημαντικού πλούτου, του νέου αριθμού πολίτων,
αλλά και των νέων εμπορικών οδών και στρατιωτικών βάσεων και λιμένων, είχαν παράλληλα
ως στόχο, μέσω και του διαμοιρασμού των λάφυρων στον λαό, να εδραιωθεί πλήρως η
πιστή αυτού στον ίδιο.
Γιατί ο Καίσαρας, βολιδοσκοπώντας με έξυπνο τρόπο, δυο
φορές τον ρωμαϊκό λαό, για το αν ήταν έτοιμος να τον δεχτεί ως βασιλιά, είχε αρνηθεί
και στις δυο, το βασιλικό στέμμα, που του προσέφερε ο Αντώνιος.
Οπότε, με το δεδομένο αυτό, ο Καίσαρας, πίστεψε ότι ο μονός
τρόπος προκειμένου να αποκτήσει αδιαμφησβήτητη αίγλη στον ρωμαϊκό λαό, προκειμένου
να τον δεχθούν ως βασιλιά, ήταν να γυρίσει νικητής από τις εκστρατείες αυτές.
Αυτή, ήταν μια προοπτική που τρομοκράτησε τόσο απολυτά
τους πολίτικους του αντίπαλους τους Συγκλητικούς, τόσο ώστε αυτοί αποφάσισαν να
δράσουν συνωμοτικά και να τον δολοφονήσουν.
Όμως, ακόμα και στην περίπτωση αυτή, φαίνεται ότι ο Καίσαρας
είχε ήδη έτοιμο σχέδιο:
Γνωρίζοντας πιθανώς, ότι η αρρώστια της επιληψίας του,
θα τον οδηγούσε σταδιακά στην πλήρη έλλειψη της ικανότητας συγκέντρωσης και σκέψης,
καθώς επίσης και στο οριστικό χάσιμο και την απαράμιλλης ως τότε ευφυΐας του, και τέλος στην άνοια, ο Καίσαρας αποφάσισε,
ότι θα ήταν καλύτερο να χαθεί πριν φτάσει στο σημείο αυτό, στο αποκορύφωμα της
δόξας του.
Και για τον λόγο αυτό, ο Καίσαρας αποφάσισε, όπως λέει
ο Πλούταρχος, να πάει στην Σύγκλητο, χωρίς σωματοφύλακες, αρκετά πιωμένος και εν
γνώσει του (πιθανώς), για τον κίνδυνο που διέτρεχε να δολοφονηθεί.
Και αυτό, γνωρίζοντας ότι προκειμένου να επιτύχει την καθιέρωση
μιας δυναστείας, καθώς και του ανιψιού του και διάδοχου του, του Οκταβιανού, ως
κληρονόμου του, θα έπρεπε να δοθεί στον ρωμαϊκό λαό, ένα ισχυρό πολιτικό σοκ, έτσι
ώστε αυτός να αποδεχθεί τα γεγονότα αυτά.
Για τον λόγο αυτό, μέσω της δολοφονίας αυτής, ο Καίσαρας,
θα φαινόταν ότι ήταν ένα πολιτικό θύμα, ενώ μέσω του διαμοιρασμού των χρήματων
της κληρονομίας του στον ρωμαϊκό λαό μέσω της διαθήκης του, αυτός, θα πίστευε ότι
ο Καίσαρας ήταν ο προστάτης του, ενώ οι δολοφόνοι του, προδότες του ιδίου και
του λαού, και στην συνέχεια θα στρεφόταν εναντίον τους.
Όπως επίσης και ενάντια στο σύστημα της δημοκρατίας
που αυτοί αντιπροσωπεύαν, εδραιώνοντας με τον τρόπο αυτό οριστικά την μοναρχία
και την δυναστεία του ίδιου και της οικογένειας του, στο πρόσωπο του διάδοχου
του, του Οκταβιανού.
Αν αυτό ήταν το σχέδιο του Καίσαρα, μπορεί να πει κάνεις
εκ των πράγματων, ότι λειτούργησε πράγματι αριστοτεχνικά και τα πράγματα, ήρθαν
στην συνέχεια, ακριβώς όπως τα είχε σχεδιάσει ο ίδιος.
Τέλος, η πολιτική ιδιοφυΐα του Καίσαρα, φαίνεται και
από την επιλογή του Οκταβιανού ως διάδοχου του. Ο Καίσαρας, είχε γνωρίσει τον Οκταβιανό
κατά την διάρκεια μιας εκστρατείας του στην Ισπανία, οπού αυτός υπηρετούσε ως αξιωματικός
του.
Όταν τον γνώρισε, εντυπωσιάστηκε τόσο πολύ από την εξυπνάδα
του και την προσωπικότητα του, ώστε αποφάσισε να αλλάξει την διαθήκη του, ορίζοντας
τον ως διάδοχο του, χωρίς να αναφέρει στον ίδιο καθόλου αυτό το γεγονός.
Ο Καίσαρας, προχώρησε όμως στην αυτή την πράξη και για
έναν άλλο λόγο: Ήξερε ότι οι Ρωμαίοι δεν θα δεχόταν ποτέ τον Καισαρίωνα, τον
γιο που είχε αποκτήσει με την Κλεοπάτρα, ως διάδοχο του.
Και αυτό, εξαιτίας του γεγονότος ότι οι Ρωμαίοι μισούσαν
κάθε είδους βασιλείς, μιας και αυτοί τους θύμιζαν την τόσο μισητή σε αυτούς εποχή
της μοναρχίας, την οποία μισούσαν και δεν ήθελαν σε καμμιά περίπτωση να ξαναζήσουν
εκ νέου.
Και για τον λόγο αυτό, το γεγονός ότι η Κλεοπάτρα είχε
βασιλικό τίτλο, όπως και ο γιος της, έκανε πολλούς Ρωμαίους να σκέφτονται (ιδίως
τους Συγκλητικούς αντίπαλους του Καίσαρα, αλλά συνάμα και μεγάλο μέρος του ρωμαϊκού
λαού), ότι ο Καίσαρας είχε σχέδια να γίνει βασιλιάς των Ρωμαίων.
Επίσης, ο Καισαρίωνας δεν ήταν και από τους δυο γονείς
του Ρωμαίος, και οι Ρωμαίοι θα δεχόταν μόνο ένας βέρος Ρωμαίος να τους διοικεί
και ποτέ ένα άτομο το οποίο θα ήταν μόνο κατά το ήμισυ Ρωμαίος.
Και αναγνωρίζοντας αυτή την πολιτική πραγματικότητα, ο
Καίσαρας, αν και αναγνώρισε ως γιο του τον Καισαρίωνα, δεν τον όρισε ποτέ ως διάδοχο
του, ενώ δεν επέλεξε για τον ρολό αυτό ούτε τον στενό συνεργάτη του Αντώνιο, γιατί
αν και αυτός ήταν ικανός ως αξιωματικός, δεν είχε το απαραίτητο πολιτικό ένστικτο
για να επιβληθεί.
Για όλους τους παραπάνω λογούς, ο Καίσαρας επέλεξε ως διάδοχο
του τον Οκταβιανό και με βάση τα όσα ακολουθήσαν περαιτέρω, φαίνεται ότι και σε
αυτή την περίπτωση, η επιλογή του ήταν ιδανική.
[Εδώ, θα πρέπει να αναφέρουμε, ότι ο Οκταβιανός, είχε
διοριστεί από τον Καίσαρα διοικητής του ιππικού για την εκστρατεία που ετοίμαζε
κατά των Παρθών και βρίσκοταν κατά την δολοφονία του Καίσαρα στην πάντα
Ελληνική Μακεδονία, όπου συγκεντρωνόταν ο ρωμαϊκός στρατός για την εκστρατεία,
χρήματα και πολεμοφόδια.
(Την ίδια την Μακεδονία μας, η οποία ήταν, είναι και
θα είναι πάντα Ελληνική, η οποία στις μέρες μας κινδυνεύει από τους πάντα
προδότες πολιτικούς μας και τους κίβδηλους Βόρειους σφετεριστές (Σκόπια), οι
οποίοι, δεν θέλουν μόνο να μας κλέψουν την ιστορία και το όνομα της Μακεδονίας,
αλλά και να μας αποσπάσουν και τα εδάφη της Ελληνικής (και μόνο) Μακεδονίας.
Και για να αποφευχθεί μία τέτοια εθνική καταστροφή, ο
λαός μας θα πρέπει να αντιδράσει δυναμικά και να λάβει μέρος μαζικά στα συλλαλητηρία
της 6ης Ιουνίου για την Μακεδονία μας, και με μαζικό πατριωτικό
αγώνα, να σταματήσει οριστικά όλα τα παραπάνω ανθελληνικά σχέδια και πολιτικούς.
Και με την θέληση του λαού και την Θεϊκή βοήθεια, στο
τέλος, θα επιτευχθεί πάντα το επιθυμητό αποτέλεσμα, γιατί δεν θα πρέπει ποτέ να
ξεχνάμε, την γνωστή φράση που λέει: «Οργή λαού, φωνή Θεού»).
Μόλις δε ο Οκταβιανός έμαθε την δολοφονία του Καίσαρα,
καθώς και το γεγονός πως ήταν ο κληρονόμος του, με τα χρήματα αυτής (καθώς και
αυτά που προοριζόταν για την Παρθική εκστρατεία, τα οποία και οικειοποιήθηκε),
μαζί με τους βετεράνους στρατιώτες του Καίσαρα, οι οποίοι ήθελαν να εκδικηθούν
τον θάνατο του αρχηγού τους (τους οποίους ο Οκταβιανός προσεταιρίστηκε και με
χρηματικές αμοιβές), αποβιβάστηκε στην Ιταλία, με σκοπό να διεκδικήσει την
κληρονομιά του και να εκδικηθεί τους δολοφόνους του Καίσαρα].
Μπορούμε τέλος να πούμε, ότι η ζωή του Καίσαρα, θυμίζει
σε μεγάλο βαθμό την ζωή ενός αλλού ικανού, αδίστακτου και βίαιου πολιτικού, του
Τζένκινς Χαν. Και αυτός, όπως και ο Καίσαρας, έχασε τον πατερά του και την αριστοκρατική
κοινωνική του θέση μικρός, ενώ αναγκάστηκε να γίνει προστάτης της οικογένειας
του.
Επίσης, ο Τζένκινς Χαν, όπως και ο Καίσαρας, κατάφερε
να αναλάβει την εξουσία, υστέρα από ένα μακρύ εμφύλιο, και με τις στρατιωτικές
του κατακτήσεις, δημιούργησε και θεμελίωσε μια αυτοκρατορία, σκοτώνοντας αδίστακτα
εκατομμύρια ανθρώπων στο διάβα του, έχοντας παράλληλα και ένα αχαλίνωτο σεξουαλικό
προφίλ, τόσο για λογούς προσωπικής ευεξίας, όσο και για λογούς πολιτικής.
Μετά τον θάνατο του Καίσαρα, πολλοί προσπάθησαν να οικειοποιηθούν
το όνομα και τις ικανότητες του, ενώ αυτό έγινε στην συνέχεια τίτλος από τους διάδοχους
του, όπως ακριβώς συνέβη και με τον όνομα του Αυγούστου, ιδίως επί Διοκλητιανού.
Αλλά και στην διάρκεια του Μεσαίωνα, υπήρξαν πολλοί
που σφετερίστηκαν τον τίτλο αυτό από τους νόμιμους κληρονόμους των Καισάρων και
της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, δηλαδή τους Βυζαντινούς, τόσο στην Δύση (ο Καρλομάγνος
και οι διάδοχοι του), όσο και στην Ανατολή (ο Μωάμεθ ο Β’ ο Πορθητής και οι διάδοχοι
του).
Όμως και στα νεότερα χρόνια, οι Ρώσοι ηγεμόνες πήραν
τον τίτλο του Τσάρου (Καίσαρα) και ισχυρίστηκαν ότι η Μόσχα, αποτελεί την Τρίτη
Ρώμη, μετά την Ρώμη και την Κων/λη, ενώ στην Δύση, οι ηγεμόνες της Γερμανίας, μετά
την ενοποίηση της υπό τον Μπίσμαρκ το 1871, έλαβαν τον τίτλο του Κάιζερ (Καίσαρας).
Ακόμα και μετά το τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, οι ολοκληρωτικοί
ηγέτες που αναδείχθηκαν από αυτόν, τόσο στην Ρωσία (ΕΣΣΔ, π.χ. ο Στάλιν) ή ακόμα
και στην Γερμάνια (Χίτλερ), την Ιταλία (Μουσολίνι) ή ακόμα και την Κίνα (Μάο), προσπάθησαν
να επιδείξουν στοιχεία Καισαρισμού.
Και για τον λόγο αυτό, υιοθέτησαν πομπόδεις τίτλους ή ρωμαϊκά
αξιώματα και στοιχεία σε μία προσπάθεια να φανούν οι ίδιοι ως «νέοι Καίσαρες»
(π.χ. τους τίτλους Ντούτσε-Φύρερ, τον ρωμαϊκό χαιρετισμό με το υψωμένο χέρι, τα
ρωμαικά φάσιο κ.λ.π.).
[Ο δε Καισαρισμός, ήταν ένα κίνημα, το οποίο διαμορφώθηκε
τον 19ο αιώνα και πρέσβευε την εγκαθίδρυση ενός πολιτικού καθεστώτος,
εμπνευσμένο τύπο διακυβέρνησης του Γιου Ιούλιου Καίσαρα.
Αυτός ο τύπος διακυβέρνησης, συνίστατο στην συγκέντρωση
όλης της πολιτικής και στρατιωτικής εξουσίας στα χέρια ενός και μόνο ισχυρού ανδρός,
ο οποίος παράλληλα, θα είχε και την στήριξης του λαού].
Στην διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, Αμερικανοί Καίσαρες,
ονομάστηκαν δυο πολύ διάσημα άτομα:
Πρώτον ο Αμερικάνος στρατηγός Μακ Άρθουρ, ο πολίτικος
και στρατιωτικός διοικητής της Κορέας και της Ιαπωνίας και νικητής των Ιαπώνων
στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ο οποίος πολέμησε με δυναμισμό και στον πόλεμο της Κορέας.
Και δεύτερον, ο Αμερικάνος πρόεδρος Κένεντι, ο οποίος είχε
κατά κάποιους μια ανάλογη ραγδαία και επιτυχημένη πολιτική εξέλιξη, ανάλογη του
Καίσαρα, εκτός του ότι είχε το ίδιο ακριβώς τέλος με αυτόν (δολοφονία).
Ακόμα και η αστρονομική κατάσταση στον ουρανό την μέρα
της δολοφονίας του, λένε κάποιοι, συνέπιπτε επακριβώς με την αστρονομική κατάσταση
κατά την μέρα της δολοφονίας του Ιουλίου Καίσαρα.
Αλλά και στην σύγχρονη εποχή, έχουμε την εκ νέου ανάδειξη
του καισαρισμού, μέσω ισχυρών πολιτικών ηγετών στον κόσμο, κυρίως στην Ρωσία με
τον Πούτιν, στην Τουρκιά με τον Ερντογάν, αλλά και στην Κίνα με τον Σι Ζι Πινγκ
(ακόμα και στις ΗΠΑ υπό τον Τραμπ), ενώ οι ίδιοι αποτελούν πρότυπα και για τους
ευρωσκεπτικιστές ηγέτες που αναδεικνύονται σήμερα στην Ε.Ε.
Ουσιαστικά, από όλα τα παραπάνω, φαίνεται
καθαρά, ότι ο Καίσαρας, υπήρξε ένας εξαιρετικά οξυδερκής πολίτικος, μια στρατηγική
ιδιοφυΐα, ένας εξαίρετος πολίτικος παίκτης και υπολογιστής.
Υπήρξε ακόμα και υπέρμετρα τυχερός,
αλλά πάντα με την έννοια ότι την τύχη του την διαμόρφωνε ο ίδιος με τον δυναμισμό
που επεδείκνυε και την ορθή διαχείριση των ευκαιριών που του παρουσιαζόταν.
Εύκολα λοιπόν κάνεις καταλαβαίνει, ότι η προσωπικότητα,
η κληρονομιά και ο τρόπος διακυβέρνησης του Καίσαρα, αντηχούν και επεκτείνονται
κατά την διάρκεια των αιώνων μέχρι τις μέρες μας και είναι βέβαιο, ότι θα εξακολουθήσουν
να κάνουν το ίδιο και στο μέλλον, επηρεάζοντας καίρια, τόσο τον τομέα της ιστορίας,
όσο και τις ζωές εκατομμυρίων ανθρώπων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου