Τετάρτη 7 Φεβρουαρίου 2018

Η ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΟΥ ΑΚΕΝΑΤΟΝ ΚΑΙ ΟΙ ΟΜΟΙΟΤΗΤΕΣ ΚΑΙ ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΤΗΣ ΜΕ ΤΗΝ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ

Η ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ  ΤΟΥ ΑΚΕΝΑΤΟΝ ΚΑΙ ΟΙ ΟΜΟΙΟΤΗΤΕΣ ΚΑΙ ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΤΗΣ ΜΕ ΤΗΝ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ

Γράφει ο ΑΛΩΠΗΞ
Ως γνωστόν, ο Φαραώ Ακενατόν, γνωστός επίσης και ως Αμένοφις ο Δ’ ή Αμενχοτέπ ο Δ΄,  βασίλεψε τα έτη 1353-1336 π.Χ. στην Αίγυπτο. Ο Ακενατόν, ήταν σύζυγος της Νεφερτίτης (γνωστής για την ομορφιά της) και κατά πάσα πιθανότητα και πατέρας του Τουταγχαμών (ο οποίος έγινε γνωστός από την εύρεση της επιχρυσωμένης μούμιας του, η οποία ήταν σε πολύ κατάσταση).
H οικογένεια του Ακενατόν, τον παρέδωσε για εκπαίδευση, στο ιερατείο του Ρα στην Ηλιούπολη, αντί στο ιερατείο του Άμμωνα, το οποίο ήταν συνηθισμένο έως τότε, μιας και αυτός ο θεός, θεωρούταν ο προστάτης του βασιλικού οίκου.
[Ίσως το γεγονός πως δεν εκπαιδεύθηκε από το ιερατείο των Θηβών, αλλά από τα ανταγωνιστικό προς αυτές ιερατείο του Ρα, να συντέλεσε και στην διαμόρφωση των αντι-θηβαϊκών του απόψεων, όπως και η επιρροή του «πρωθυπουργού» και φίλου του Ίσρου, καθώς και της συζύγου του Νεφερτίτης μετέπειτα].
Με τον πρόωρο θάνατο του μεγαλύτερου αδερφού του και χάρη στην εύνοια της μητέρας του βασίλισσας Τίυε, ο Αμένοφις ορίστηκε διάδοχος.
Ο Ακενατόν, αφού ανήλθε στον θρόνο της Αίγυπτου, ενώ όλοι περίμεναν πως θα συνέχιζε την παραδοσιακή πολιτική όλων των Φαραώ μέχρι τότε, τόσο στον πολιτικό, όσο και στον θρησκευτικό τομέα, αυτός, ξαφνιάζοντας τους πάντες, εφαρμόζοντας μια εντελώς διαφορετική πολιτική.
Συγκεκριμένα, ο Ακενατόν, με την άνοδο του στον θρόνο των Φαραώ, ξεκίνησε μια επαναστατική για τα δεδομένα της εποχής θρησκευτική πολιτική. Έτσι, στην αρχή, προσπάθησε ειρηνικά να προωθήσει (και να επιβάλει στην χωρά του), την ηλιακή θρησκεία του Ατόν.
Μάλιστα, στην αρχή, ο Ακενατόν, δεν απέρριπτε την ύπαρξη των άλλων θεών, αλλά τους θεωρούσε παρόλα αυτά κατωτέρους του Ατόν, κάτι που δείχνει καθαρά, ότι η θρησκεία του Ατόν, δεν ήταν επακριβώς μονοθεϊστική, όπως υποστηρίζουν κάποιοι.
Παρόλες όμως τις φιλότιμες προσπάθειες του Ακενατόν στον θρησκευτικό τομέα, αυτός, δεν κατάφερε να επιβάλει την πιστή που πρέσβευε.

Το πολυθεϊστικό ιερατείο των Θηβών, το οποίο σε περίπτωση επιβολής της θρησκείας του Ατόν, θα έχανε την επιρροή του στον λαό, ενώ ταυτόχρονα, ο Φαραώ, σχεδίαζε να κατασχέσει μεγάλο μέρος των γαιών του (ή και όλες) και να τις προσθέσει στα βασιλικά κτήματα.
Κάποιοι λένε, ότι ακριβώς αυτός ήταν και ο λόγος, για τον οποίο ο Ακενατόν ξεκίνησε την θρησκευτική αυτή επανάσταση, προκειμένου να περιορίσει την ανεξάρτητη (πιθανώς και ανταγωνιστική) από τον βασιλιά, μεγάλη πολιτική δύναμη που διέθετε στο λαό, αλλά και για να κατασχέσει προς όφελος του τις γαίες του, οι οποίες κάλυπταν μεγάλο μέρος των καλλιεργήσιμων γαιών της Αίγυπτου.
Ο Ακενατόν, οργισμένος από την αποτυχία της πολιτικής του και τις αντιδράσεις των ιερέων των Θηβών, άρχισε να σκληραίνει την στάση του και μαζί με τον «πρωθυπουργό» του, τον Συροχαναναίου Ίσρου και την σύζυγο του την Νεφερτίτη, αποφάσισε να ακολουθήσει πιο σκληρή και ριζοσπαστική πολιτική.
Έτσι, ο Ακενατόν, αποφάσισε να δημιουργήσει μια νέα πρωτεύουσα, εγκαταλείποντας τις Θήβες (που ήταν και το κέντρο και πηγή δύναμης του ιερατείου των Θηβών) και αποφάσισε να δημιουργήσει μια νέα πόλη στην θέση της παλιάς.
Αυτή, ονομάστηκε  Ακχετατόν («Ορίζοντας του Aτόν»), προς τιμήν του νέου θεού Ατόν και βρισκόταν στην περιοχή ελ-Αμάρνα, στην μέση σχεδόν της απόστασης, ανάμεσα στη Μέμφιδα και τις Θήβες.
Στο κέντρο της πόλης, κατασκευάστηκε ένας λαμπρός ναός, ενώ ο Ακενατόν, μαζί με το επιτελείο του, εγκαταστάθηκαν σε αυτή μετρά από πέντε έτη, τον χρόνο δηλαδή, που χρειάστηκε για να κατασκευαστεί αυτή.
Ο Ακενατόν, διακόσμησε την πρωτεύουσα του με πολλά έργα τέχνης, ενώ τότε ήταν που ο Φαραώ,  άλλαξε το όνομά του από Αμένοφις σε Aκενατόν, προς τιμήν του θεού Ατόν, ενώ το ίδιο έκανε και η βασίλισσά Νεφερτίτη.
Η νέα θρησκεία του Ατόν, όπως την διαμόρφωσε ο Ακενατόν, δεν απαιτούσε καθόλου την μεσολάβηση των ιερέων, όπως συνέβαινε στην λατρεία των θεοτήτων των Θηβών, ενώ ο θεός Ατόν, ουσιαστικά ήταν η προσωποποίηση του ιδίου του Ακενατόν, έτσι ώστε, όταν ο λαός λάτρευε τον Ατόν, ουσιαστικά λάτρευε τον ίδιο τον Φαραώ, ο οποίος με τον τρόπο αυτό, ανακηρύχθηκε ουσιαστικά σε Θεό και βασιλιά-αρχιερέα.
Τότε ήταν που ο Ακενατόν, άρχισε να διώκει με βία την λατρεία του Άμμωνα των Θηβών, κάτι που είχε ως αποτέλεσμα την πρόκληση τεράστιων αντιδράσεων, όχι μόνο από το ιερατείο των Θηβών, αλλά και από τον λαό.

 Ο Ακενατόν, οργισμένος, έκλεισε τους ναούς των άλλων θεών, και εξαπέλυσε σκληρές διώξεις κατά των ιερέων του Άμωνα και διέταξε τη διαγραφή του ονόματός του, καθώς και της λέξης «θεοί» από όλα τα μνημεία της χώρας.
Όμως ο Aκενατόν πέθανε μετά από λίγα χρονιά (βασίλεψε μόλις δέκα χρονιά συνολικά), λίγο μετρά τον θάνατο της αγαπημένης του συζύγου Νεφερτίτης, ενώ στον θρόνο τον διαδέχτηκε ο γιος του, ο τον δέκατο έβδομο χρόνο της βασιλείας του, αποκαρδιωμένος από το θάνατο της μητέρας του, ο Τουταγχαμών.
Αυτός, είχε πολύ μικρή ηλικία και οι ισχυροί αυλικοί αξιωματούχοι και θρησκευτικοί ηγέτες των Θηβών, τον ανάγκασαν να εγκαταλείψει σύντομα πλήρως την θρησκευτική πολιτική του πατερά του.
Επίσης, αναγκάστηκε να χαρακτηρίσει τον Ακενατόν «καταραμένο», ενώ και η πρωτεύουσα που αυτός είχε κτίσει, εγκαταλείφθηκε λίγο μετά τον θάνατο του, ενώ όλα τα κτίσματά της καταστράφηκαν και το όνομά του διαγράφτηκε από τα επίσημα αρχεία του κράτους.
Η λατρεία του Aμμωνα των Θηβών επανήλθε στην Αίγυπτο, ενώ η λατρεία  του Ατόν, η οποία συνεχίστηκε για ελάχιστα χρόνια ακόμη, χωρίς την υποστήριξη ενός ισχυρού ιερατείου, και του Φαραώ, σύντομα εξαφανίστηκε.
Εδώ, θα πρέπει επίσης να αναφερθεί, ότι ο Ακενατόν δεν ήταν σπουδαίος πολεμιστής-βασιλιάς, αντίθετα επιώ της βασιλείας του, χάθηκαν πολλά εδάφη στην Συρία και στην Ασία, εξαιτίας της αφοσίωσης του, μόνο στην επίτευξη της θρησκευτικής του πολιτικής.
Η ιστορία του Ακενατόν, θυμίζει σε πολλά σημεία την ιστορία του Μεγάλου Κων/νου, ενώ οι δυο αυτοί μονάρχες, είχαν μεταξύ τους, πολλές ομοιότητες και διάφορες.
Και οι δυο ήταν υποστηρικτές μιας μονοθεϊστικής θρησκείας (αν και η λατρεία του Ατόν δεν ήταν εξαρχής καθαρά μονοθεϊστική, σε αντίθεση με την Χριστιανική μας Πιστή), και οι δυο έφεραν ειρήνη στην Αυτοκρατορία τους, και οι δυο είχαν ασυνήθιστη για την εποχή εκπαίδευση (ο Ακενατόν στο ιερατείο του Ρα, αντί του Άμμωνα, ενώ ο Μέγας Κωνσταντίνος, είχε λίγες Χριστιανικές επιρροές από την μητέρα του όταν ήταν μικρός).
Και οι δυο εφάρμοσαν μια νέα ριζοσπαστική θρησκευτική πολιτική (και δεν συνέχισαν την παραδοσιακή πολιτική που ίσχυε μέχρι τότε στον θρησκευτικό τομέα), ενώ και οι δυο προσπάθησαν να προωθήσουν την υποστηριζόμενη θρησκεία τους ειρηνικά (αν και ο Ακενατόν, μόνο στην αρχή της βασιλείας, ενώ ο Μέγας Κωνσταντίνος μόνιμα).

Επίσης, τόσο ο Μέγας Κωνσταντίνος, όσο και ο Ακενατόν, συνάντησαν αντιδράσεις από το ιερατείο των παλαιών θρησκειών, και αποφάσισαν να εγκαταλείψουν την παλαιά τους πρωτεύουσα (που ήταν και το κέντρο και πηγή δύναμης του παλαιού ιερατείου) και αποφάσισαν να δημιουργήσουν μια νέα.
Στο κέντρο δε της νέας τους πρωτεύουσας, κατασκεύασαν και οι δυο λαμπρούς ναούς, εγκαταστάθηκαν σε αυτή μαζί με το επιτελεία τους, αμέσως μόλις αυτές κατασκευάστηκαν, ενώ ταυτόχρονα τις διακοσμήσαν και με πολλά έργα τέχνης.
Όμως, υπήρχαν και σημαντικές διάφορες:
Ο Μέγας Κωνσταντίνος δεν σχεδίαζε να κατασχέσει την περιουσία του ειδωλολατρικού ιερατείου για να πλουτίσει ο ίδιος (σε αντίθεση με τον Ακενατόν), και επίσης, η νέα Πιστή που προωθούσε ο Μέγας Κωνσταντίνος, δεν απαιτούσε καθόλου την μη μεσολάβηση των ιερέων (σε αντίθεση με τον Ακενατόν).
Ταυτόχρονα, ο Μέγας Κωνσταντίνος, αντίθετα με τον Ακενατόν, δεν θεοποίησε τον εαυτό του ούτε και τον ταύτισε με την Αγία Τριάδα, αλλά αντίθετα αποκήρυξε την ταύτιση του Αυτοκράτορα με τον Θεό και υιοθέτησε απλά τον τίτλο του εκλεκτού του Θεού, ενώ δεν όπως συνέβαινε στην λατρεία των θεοτήτων των Θηβών, ενώ ο θεός Ατόν, ουσιαστικά ήταν η προσωποποίηση του ιδίου του Ακενατόν, έτσι ώστε, όταν ο λαός λάτρευε τον Ατόν, ούτε και ανακηρύχθηκε ποτέ σε βασιλιά-αρχιερέα (σε αντίθεση με τον Ακενατόν).
Επίσης, στην θρησκευτική πολιτική του Μεγάλου Κωνσταντίνου, δεν έκλεισαν οι ναοί των άλλων θεών, ούτε εξαπολυθήκαν διώξεις κατά των ιερέων των αρχαίων θεών, αλλά υιοθετήθηκε η ανεξιθρησκεία (σε αντίθεση και πάλι με τον Ακενατόν).
Επίσης, με τον θάνατο του Μεγάλου Κωνσταντίνου, ο Χριστιανισμός εξαπλώθηκε ραγδαία στην Αυτοκρατορία, ενώ αντίθετα η ειδωλολατρική θρησκεία δεν επανήλθε (αντίθετα σύντομα εξαφανίστηκε) και επικράτησε πλήρως (σε αντίθεση με την θρησκεία του Ατόν).
Επιπλέον, η πρωτεύουσα που είχε κτίσει ο Μεγάλος Κωνσταντίνος, δεν εγκαταλείφθηκε ποτέ  μετά τον θάνατο του (αντίθετα, έγινε η πρωτεύουσα της χιλιόχρονης και δοξασμένης Βυζαντινής Αυτοκράτορας, όπως και της Οθωμανικής που την κατέλαβε), ούτε τα κτίσματα της καταστράφηκαν, ούτε και το όνομά του Αυτοκράτορα αυτού διαγράφτηκε από τα επίσημα αρχεία του κράτους.

Ενώ, θα πρέπει να αναφερθεί ο ίδιος ο Μεγάλος Κωνσταντίνος, σε αντίθεση με τον Ακενατόν, ήταν ένας πολύ σπουδαίος (και ανίκητος) πολεμιστής-Αυτοκράτορας, ο οποίος όχι μόνο επανένωσή  την Ρωμαϊκή (και μετρά από λίγο Βυζαντινή) Αυτοκρατορία, ενώ επί της βασιλείας του, κερδήθηκαν νέα εδάφη στην Δακία και την Γερμάνια (αφού ο Μέγας Κωνσταντίνος δεν αφοσιώθηκε μόνο στην θρησκευτική του πολιτική, αλλά διέπρεψε σε όλες τις πολίτικες της Αυτοκρατορίας.
Όμως, γιατί η θρησκευτική πολιτική του Μεγάλου Κωνσταντίνου επικράτησε, σε αντίθεση με αυτή του Ακενατόν;
Καταρχάς, ο Χριστιανισμός, ήταν η ανερχομένη θρησκεία τότε στην Αυτοκρατορία (σχεδόν το 20% του δυτικού μέρους της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας ήταν Χριστιανοί και σχεδόν το 40% στο Ανατολικό μέρος), ενώ η Πιστή αυτή, είχε εξαπλωθεί χωρίς βία, αντίθετα κιόλας οι Χριστιανοί είχαν υποστεί απείρους διωγμούς από το κράτος για εκατονταετίες, ενώ οι ίδιοι ευεργετούσαν και βοηθούσαν όλους τους αλλοθρήσκους (ακόμα και τους διώκτες τους).
Επιπλέον, την θρησκεία αυτή, ασπαζόταν ένα μεγάλο μέρος των κάτοικων της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και είχε ισχυρή λαϊκή υποστήριξη, σε αντίθεση με αυτή του Ακενατόν, η οποία είχε την στήριξη μόνο του βασιλιά και του επιτελείου του.
Επίσης, η ειδωλολατρική θρησκεία εκείνες τις μέρες, είχε αποκτηνωθεί (λόγω των αιματηρών διωγμών που πρότεινε κατά των Χριστιανών), ενώ ήταν και σε κατάσταση παρακμής λόγω του θρησκευτικού συγκρητισμού που είχε προωθήσει η Αυτοκρατορική λατρεία, σε αντίθεση με την θρησκεία του Άμμωνα των Θηβών, που όταν προσπάθησε να την καταργήσει ο Ακενατόν, βρισκόταν σε φάση ακμής και είχε την στήριξη ευρειών λαϊκών μαζών.
Αρά, και οι λαοί της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, ζητούσαν κάτι νέο, έχοντας αρχίζει να απορρίπτουν την παραδοσιακή τους θρησκεία, ενώ στην προσπάθεια επιβολής της Ατονικής Θρησκείας, συνέβαινε το αντίθετο.
Ο Χριστιανισμός, σε αντίθεση με την λατρεία του Ατόν, μιλούσε για πανανθρώπινα ινδιάνικα και αρετές (αγάπη, δικαιοσύνη, αυτοθυσία), τα οποία συμφωνούσαν σε μεγάλο μέρος με τις αντιλήψεις πολλών κάτοικων της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας που είχαν Ελληνική παιδεία, ενώ η Ατονική θρησκεία δεν προέκβαλε καμμιά, απλά απαιτούσε την λατρεία του βασιλιά. 
Επομένως, με βάση τα δεδομένα αυτά, γίνεται ευκολά κατανοητό, γιατί ο Χριστιανισμός κατάφερε να επικρατήσει, σε αντίθεση με την Ατονική θρησκεία και για ποιους λογούς αυτή, σύντομα περίπεσε στην παρακμή και την λήθη.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου