Σάββατο 1 Απριλίου 2017

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΙΚΗΣ ΑΜΥΝΑΣ ΣΤΗΝ ΝΕΟΤΕΡΗ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΗΜΕΡΑ-ΣΚΟΠΟΙ ΚΑΙ ΠΙΘΑΝΕΣ ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΙΚΗΣ ΑΜΥΝΑΣ ΣΤΗΝ ΝΕΟΤΕΡΗ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΗΜΕΡΑ-ΣΚΟΠΟΙ ΚΑΙ ΠΙΘΑΝΕΣ ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ

Γράφει ο ΑΛΩΠΗΞ


Η πρώτη οργανωμένη προσπάθεια να δημιουργηθεί κοινή ευρωπαική άμυνα έγινε πρώτα στα χρόνια του Ναπολέοντα και του Χίτλερ με κοινό σκοπό να ενώσουν τα υπόδουλα σε αυτούς έθνη υπό την ηγεσία τους με σκοπό να κυριαρχήσυον στην Ευρώπη και τον κόσμο. Στο τέλος βέβαια αυτή η προσπάθεια απέτυχε, όταν οι δύο παραπάνω «ηγέτες» εισέβαλαν στην Ρωσία με τελικό αποτέλεσμα την ήττα και διάλυση του στρατού τους, την λιποταξία των πρώην «αναγκαστικών συμμάχων τους», την κατάληψη των πρωτευουσών τους και την ολοκληρωτική ήττα τους και καταστροφή των αυτοκρατοριών τους.

Στα νεότερα χρόνια  συνεργασία των κρατών-μελών ως προς την καθιέρωση μιας κοινής εξωτερικής πολιτικής (που χρονολογείται ήδη από το 1957 με την ίδρυση της τότε Ευρωπαϊκής Κοινότητας), υπό τη μορφή της Κοινής Εμπορικής Πολιτικής με τον υπόλοιπο κόσμο.

Η πρώτη προσπάθεια για κοινή αμυντική πολιτική ήταν η δημιοργία της Δυτικοευρωπαϊκή Ένωση (ΔΕΕ). Η ΔΕΕ είναι προϊόν των πολιτικών και διπλωματικών εξελίξεων στην Ευρώπη μετά τον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο. Οι Ευρωπαίοι σύμμαχοι αντιμετώπιζαν τότε το ενδεχόμενο επανεμφάνισης της γερμανικής απειλής, τον σοβιετικό επεκτατισμό, αλλά και την προοπτική οικοδόμησης ενός θεσμικού πλαισίου που θα ευνοούσε τη συνεργασία των χωρών της δυτικής Ευρώπης.


Έτσι, τον Μάρτιο του 1947 η Μεγάλη Βρετανία και η Γαλλία συνήψαν μια αμυντική συμμαχία. Η συνθήκη της Δουνκέρκης, στις 4 Μαρτίου 1947, αφορούσε κυρίως την αντιμετώπιση της Γερμανίας, αλλά αποτελούσε και βάση για ευρύτερη συνεργασία των ευρωπαϊκών χωρών. Το 1948 ο τότε Βρετανός υπουργός Εξωτερικών πρότεινε τη συγκρότηση ενός νέου συμμαχικού διεθνούς φορέα και στις 17 Μαρτίου 1948 υπεγράφη η συνθήκη των Βρυξελλών, με την οποία δημιουργήθηκε ο Οργανισμός της Συνθήκης των Βρυξελλών, με τη συμμετοχή του Βελγίου, της Γαλλίας, της Μεγάλης Βρετανίας, του Λουξεμβούργου και της Ολλανδίας.

 Η θεσμική δομή του οργανισμού ήταν σχετικά εμβρυακή με ένα συμβουλευτικό συμβούλιο και μια μόνιμη στρατιωτική επιτροπή. Ο Ψυχρός Πόλεμος άλλαξε τις προτεραιότητες ασφαλείας των ευρωπαϊκών κρατών και μαζί τη στάση τους απέναντι στον στρατιωτικό επανεξοπλισμό της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας (Δυτικής Γερμανίας). Όμως, οι απόψεις για την ένταξη της Δυτικής Γερμανίας στη δυτικοευρωπαϊκή άμυνα δεν ήταν ταυτόσημες.

Οι ΗΠΑ υποστήριζαν την άμεση ένταξη της Δυτικής Γερμανίας στο ΝΑΤΟ, ενώ οι Ευρωπαίοι εταίροι ήταν επιφυλακτικοί. Ως ενδιάμεση λύση προτάθηκε η ένταξη της Δυτικής Γερμανίας στην Ευρωπαϊκή Αμυντική Κοινότητα, αλλά η συνθήκη για την ίδρυση της κοινότητας αυτής, που υπεγράφη το 1952, τελικά δεν τέθηκε σε ισχύ γιατί την καταψήφισε η γαλλική εθνοσυνέλευση το 1954.

Αμέσως μετά (Σεπτέμβριος 1954) η Μεγάλη Βρετανία συγκάλεσε στο Λονδίνο μια συνδιάσκεψη εννέα κρατών, στην οποία μετείχαν τα έξι κράτη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Άνθρακα και Χάλυβα, η Μεγάλη Βρετανία, οι ΗΠΑ και ο Καναδάς, για να εξεταστούν τα προβλήματα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης και, παράλληλα, η εξασφάλιση της πλήρους σύνδεσης της Δυτικής Γερμανίας με τις δυτικοευρωπαϊκές χώρες. Η συνδιάσκεψη του Λονδίνου αποτέλεσε το πλαίσιο διαπραγμάτευσης για την αναθεώρηση της συνθήκης των Βρυξελλών του 1947 και την είσοδο της Δυτικής Γερμανίας και της Ιταλίας στον οργανισμό.

Έναν μήνα μετά, στο Παρίσι, οριστικοποιήθηκαν οι τροποποιήσεις της συνθήκης των Βρυξελλών και η μετονομασία του οργανισμού σε ΔΕΕ.Η δημιουργία της ΔΕΕ, το 1954, ήταν μια λύση ανάγκης, ένας συμβιβασμός που διευκόλυνε τις ΗΠΑ και τη Μεγάλη Βρετανία να πείσουν τη Γαλλία να αποδεχτεί τον επανεξοπλισμό της Δυτικής Γερμανίας, ενώ από την άλλη πλευρά κάλυπτε το κενό που άφηνε η αποτυχημένη προσπάθεια να διαμορφωθεί μια Ευρωπαϊκή Αμυντική Κοινότητα.

Η ΔΕΕ, παρά τον έντονα ευρωπαϊκό προσανατολισμό της, συνδέθηκε στενά με την Ατλαντική Συμμαχία. Η συνεργασία ΔΕΕ και ΝΑΤΟ δεν υπήρξε ισότιμη και ουσιαστικά εκφυλίστηκε σε εξάρτηση της ΔΕΕ από το ΝΑΤΟ. Κατά την περίοδο 1954-73, η ΔΕΕ συνέβαλε στην επίλυση ορισμένων προβλημάτων. Λειτούργησε ως προθάλαμος για τη σταδιακή ενσωμάτωση της Δυτικής Γερμανίας στο ατλαντικό αμυντικό σύστημα, το ΝΑΤΟ (1955).

Έπειτα συνέβαλε στη διευθέτηση του ζητήματος του Ζάαρλαντ με δημοψήφισμα, το οποίο οργανώθηκε από τη ΔΕΕ στις 23 Οκτωβρίου 1955 και κατέληξε στην οριστική προσάρτηση της περιοχής στη Δυτική Γερμανία.Μετά την ίδρυση της ΕΟΚ και της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας, το 1958, οργανώσεις στις οποίες μετείχαν όλα τα κράτη της ΔΕΕ εκτός της Μεγάλης Βρετανίας, η ΔΕΕ λειτούργησε έως το 1963 ως χώρος ανταλλαγής απόψεων μεταξύ των έξι της ΕΟΚ και της Μεγάλης Βρετανίας.

 Μετά την προσχώρηση της Μεγάλης Βρετανίας στις Ευρωπαϊκές Κοινότητες, η ΔΕΕ ατόνησε ακόμη περισσότερο. Έως το 1984 δεν πραγματοποιήθηκε ούτε μία σύγκληση του συμβουλίου της ΔΕΕ και το μόνο όργανο που συνέχισε να λειτουργεί ήταν η συνέλευση.Η αναζωπύρωση της ΔΕΕ οφείλεται στη διεθνή συγκυρία των αρχών της δεκαετίας του 1980. Η εγκατάσταση των αμερικανικών πυραύλων στην Ευρώπη, η σοβιετική επέμβαση στο Αφγανιστάν και οι εξελίξεις στην Πολωνία σημάδεψαν τη νέα ένταση του Ψυχρού Πολέμου και αυτή με τη σειρά της αναθέρμανε τον προβληματισμό για τον ρόλο των ευρωπαϊκών κρατών.


Η ΔΕΕ θεωρήθηκε και πάλι η καλύτερη λύση μιας ενδοευρωπαϊκής αμυντικής συνεργασίας, δεδομένου ότι τα ευρωπαϊκά όργανα του ΝΑΤΟ, λόγω και της απουσίας της Γαλλίας, δεν αποτελούσαν ικανοποιητικό πλαίσιο.Η επαναδραστηριοποίηση της ΔΕΕ ξεκίνησε με γαλλική πρωτοβουλία τον Φεβρουάριο του 1984. Η θετική ανταπόκριση των άλλων κρατών-μελών οδήγησε το Συμβούλιο της ΔΕΕ στην υιοθέτηση, τον Οκτώβριο του 1984, της διακήρυξης της Ρώμης, όπου οι υπουργοί Εξωτερικών υπογράμμισαν τη σημασία της τροποποιημένης συνθήκης των Βρυξελλών και «την απόφασή τους να χρησιμοποιήσουν με τον καλύτερο τρόπο το πλαίσιο της ΔΕΕ ώστε να ενισχύσουν τη συνεργασία μεταξύ των κρατών-μελών στον τομέα της πολιτικής της ασφάλειας και να ενθαρρύνουν την ομοφωνία».


Στη διακήρυξη επαναλαμβάνεται επίσης η δυνατότητα του συμβουλίου της ΔΕΕ να εξετάζει τις συνέπειες που θα μπορούσαν να έχουν για την Ευρώπη κρίσεις σε άλλες περιοχές του κόσμου, δηλαδή έξω από τη γεωγραφική περιοχή στην οποία ασκείται η επιχειρησιακή ευθύνη της Ατλαντικής Συμμαχίας.

Παρά την ώθηση που δόθηκε μετά τη διακήρυξη της Ρώμης, οι προσπάθειες για ουσιαστική αναβάθμιση δεν είχαν τα αναμενόμενα αποτελέσματα λόγω των ανασταλτικών παραγόντων, όπως ήταν οι φόβοι των ΗΠΑ για ανταγωνιστικό οργανισμό απέναντι στο ΝΑΤΟ, η επιφυλακτική στάση της Μεγάλης Βρετανίας και της Ολλανδίας και η αναβάθμιση της Ευρωπαϊκής Πολιτικής Συνεργασίας μετά την Ενιαία Ευρωπαϊκή Πράξη.

 Αντίστοιχα, όμως, η εξέλιξη των αμερικανοσοβιετικών σχέσεων, ως δύο υπερδυνάμεων, ενίσχυσε το ενδιαφέρον των ευρωπαϊκών κρατών για μια αυτόνομη ευρωπαϊκή αμυντική πολιτική. Οι εξελίξεις αυτές οδήγησαν στην υιοθέτηση από το συμβούλιο της ΔΕΕ ενός σημαντικού πολιτικού κειμένου, στις 26 Οκτωβρίου 1987.

Πρόκειται για την Πλατφόρμα για τα Ευρωπαϊκά Συμφέροντα Ασφαλείας, γνωστή ως Πλατφόρμα της Χάγης, όπου προσδιορίζονταν οι όροι και τα κριτήρια για την ευρωπαϊκή ασφάλεια και οι ευθύνες των εταίρων της ΔΕΕ σε σχέση με τη δυτική άμυνα, τον έλεγχο των εξοπλισμών, τη διαδικασία αφοπλισμού και τις σχέσεις μεταξύ Ανατολής και Δύσης.
Ο πόλεμος Ιράν-Ιράκ και ο Πόλεμος στον Κόλπο έδωσαν στη ΔΕΕ την ευκαιρία να αναπτύξει συντονιστική δραστηριότητα και να παρέμβει πολιτικά σε διεθνή ζητήματα. Στις αρχές της δεκαετίας του 1990 η ΔΕΕ προσέφερε πάλι λύσεις σχετικά με την ευρωπαϊκή άμυνα. Στη δεκαετία του 1990 η ΔΕΕ ανέλαβε ρόλο στον Πόλεμο του Κόλπου, στη γιουγκοσλαβική κρίση και στην Αλβανία (αστυνομική εκπαίδευση).

Η Δυτικοευρωπαϊκή Ενωση (ΔΕΕ), της οποίας η διακοινοβουλευτική συνέλευση ήταν στο Παρίσι και η έδρα στις Βρυξέλλες, είχε περίπου 60 υπαλλήλους και προϋπολογισμό 13 εκατομμύρια ευρώ. Στην πραγματικότητα επρόκειτο για έναν θεσμό που επί μακρόν διατηρούσε μια παρουσία σε λανθάνουσα μορφή αφότου η Ευρωπαϊκή Ενωση αποφάσισε τη συγκρότηση δικού της κέντρου διαχείρισης κρίσεων.

Οπως δήλωσε εκπρόσωπος της γερμανικής κυβέρνησης όταν πριν από τη διάλυση ανακοίνωσε την απόφαση της χώρας του να αποσυρθεί από τη ΔΕΕ, ο ιστορικός ρόλος του θεσμού ολοκληρώθηκε και η Ευρωπαϊκή Ενωση αναλαμβάνει στο μέλλον όλες τις αποστολές και τις λειτουργίες της Δυτικοευρωπαϊκής Ενωσης, χάρη στη Συνθήκη της Λισαβόνας, η οποία τέθηκε σε ισχύ την 1η Δεκεμβρίου του 2009.

Η οριστική αναστολή των δραστηριοτήτων της ΔΕΕ θα γίνει στο τέλος του Ιουνίου του 2011. Τα 10 μέλη της Δυτικοευρωπαϊκής Ενωσης ήταν η Γερμανία, η Ισπανία, το Βέλγιο, η Γαλλία, η Ελλάδα, η Ιταλία, το Λουξεμβούργο, η Ολλανδία, η Πορτογαλία και η Βρετανία και άλλες 18 χώρες, ως συνεργάτες, παρατηρητές ή συνδεδεμένοι εταίροι, που είναι όλες μέλη της Ε.Ε. και του ΝΑΤΟ.

Τόσο η ΕΕ όσο και οι προκάτοχοί της, δεν σχεδιάσθηκαν ώστε να αποτελέσουν κάποιο είδος στρατιωτικής συμμαχίας. Σύμφωνα με τη Συνθήκη του Άμστερνταμ (1997), η εδαφική υπεράσπιση της ΕΕ είχε ανατεθεί στο ΝΑΤΟ.

Ωστόσο, μετά τον πόλεμο στο Κόσσοβο το 1999, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο αποφάσισε ότι η η Ένωση θα πρέπει να έχει την ικανότητα αυτόνομης δράσης έτσι ώστε να ανταποκρίνεται κατάλληλα σε διεθνείς κρίσεις, χωρίς να προκαταλαμβάνεται από τις αποφάσεις του ΝΑΤΟ.

 Έτσι, ξεκίνησαν να λαμβάνονται πρωτοβουλίες με σκοπό την αύξηση της στρατιωτικής ικανότητας της ΕΕ, με απότερο σκοπό την σύσταση ολοκληρωμένης στρατιωτικής δύναμης έτσι ώστε να διασφαλίζεται η εδαφική της ακεραιότητα ενάντια σε εξωτερικούς κινδύνους περνώντας παράλληλα και ένα μήνυμα ότι δε πρόκειται να ξεσπάσει ποτέ ξανά πόλεμος μεταξύ των χωρών της Ένωσης. Μετά από μια σειρά διαβουλεύσεων, δημιουργήθηκαν οι Μάχιμες Μονάδες Άμεσης Αντίδρασης της Ε.Ε.

Η κάθε μια απ' αυτές στελεχώνεται συνήθως από 1500 στρατιώτες, με δύο από αυτές να μπορούν να αναπτύσσονται ανά πάσα στιγμή σε περιόδους κρίσης. Ουσιαστικά, η απρόσκοπτη συνεργασία των μεγάλων δυνάμεων της Ένωσης (Μεγάλη Βρετανία, Γαλλία) είναι αυτή που εγγυάται την ευρύτερη αμυντική και στρατιωτική συνεργασία.

Οι στρατιωτικές επιχειρήσεις της ΕΕ υποστηρίζονται από το Στρατιωτικό Επιτελείο της Ε.Ε., τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Άμυνας και το Δορυφορικό Κέντρο της Ε.Ε.


Παράλληλα θα χρησιμοποιήσουν τον στρατό αυτό για να «αφανίσουν» τους στρατούς των εθνικών κρατών της ΕΕ, τους οποίους θεωρούν εμπόδιο στην προσπάθεια τους για πλήρη κατάληψη των πλουτοπαραγωγικών πηγών, του νερού και των εδαφών των χωρών αυτών, μιας και μόνο αυτοί θα μπορούσαν να ανισταθούν δυναμικά (στρατιωτικά) σε αυτούς.

Ακόμα πιστεύον ότι με έναν κοινό ευρωπαικό στρατό που πιστεύουν ότι θα είναι απόλυτα επαγγελματικός (μισθοφορικός) και πιστός σε αυτούς (χωρίς εθνική πίστη) θα καταφέρουν αυτή την φορά ότι δεν πέτυχαν παλιαότερα στους δύο παγκοσμίους πολέμους, ενώ μέσω του κοινού στρατού που σχεδιάζουν προσπαθούν να υποτάξουν και να «αποροφήσουν» και το πυρηνικό οπλοστάσιο της Μεγάλης Βρετανίας και τον ισχυρό στρατό της Γαλλίας σε αυτούς.

Παράλληλα με πρόφαση του ελέγχου των συνόρων της ΕΕ από τους λαθρομετανάστες, προσπαθούν να «αποκτήσουν το δικαίωμα» να επεμβαίνουν και στρατιωτικά στα εσωτερικά των χωρών-μελών της ΕΕ (έναντι εχθρικών για αυτών πολιτικών καθεστώτων, είτε για να τα «παραδειγματίσουν-σοφρωνίσουν» μέσω φόβου και επίδειξης δύναμης, είτε και για να τα ρίξουν ακόμα από την εξουσία). Αυτά τα σχέδια τα προωθούν εδώ και καιρό (http://infognomonpolitics.blogspot.gr/2014/03/1.html#.UxsGioX-RYE, 
http://infognomonpolitics.blogspot.gr/2014/03/2.html, http://gekoudi.blogspot.gr/p/blog-page_4165.html) κρυφά και αργά για να επιτύχπυν τους στόχους τους.


Τελός θα πρέπει να αναφερθεί πως το τελευταίο διάστημα η Γερμανία προσπαθεί για άλλη μία φορά όπως και στους δύο Παγκοσμίους Πολέμους να καταλάβει και να ελέγξει τα πετρέλαια και τους ενεργειακούς αγωγούς της Μέσης Ανατολής (σε Συρία-Ιράν-Ιράκ), μαζί με την προσπάθεια της να δημιουργήσει «φιλικούς» σε αυτή πετρελαικούς αγωγούς (όπως ήταν ο σχεδιαζόμενος Σαουδική Αραβία-Κατάρ-Ιορδανία-Συρία-Τουρκία),  κάτι που δεν μπορεί στην εποχή μας να πραγματοποιήσει επιτυχώς μόνο με τον δικό της εθνικό στρατό και για αυτό τόσο η κυβέρνηση των Μέρκελ-Σόιμπλε ανακοπίνωσε άυξηση του αμυντικού προυπολογισμού και στρατιωτικού δυναμικού της χώρας.

Ακόμα και στελέχη ακροδεξιών κομμάτων όπως (ο ανερχόμενος για ηγέτης) Μπγιορν Χόκε (ή όπως λέγεται και τρελό-Χόκε) της Εναλλακτικής για την Γερμανία (που έχει φιλίες με ακροδεξιούς και έγραφε σε νεοναζιστικό περιοδικό με ψευδώνυμο για την μα΄χη μεταξύ Χριστιανισμού, Ισλάμ και Εβραίων) προτείνει το ίδιο πράγμα (με την ενθάρρυνση και των οικονομικών ελίτ της χώρας).

Και στην Γερμανία αρχίζει να επανακάμπτει επίσης φανερά ο παλαιός της εθνικισμός (http://www.ethnos.gr/article.asp?catid=22769&subid=2&pubid=64307769, http://www.skai.gr/news/world/article/296132/germania-psifoforoi-tou-kedrou-enishuoun-tin-akrodexia/, http://www.skai.gr/news/world/article/303225/anisuhitiko-to-xenofoviko-klima-sti-germania/, http://www.topontiki.gr/article/152893/pio-antimoysoylmaniko-meros-stin-eyropi, http://www.topontiki.gr/article/153966/akrodexia-copy-paste). Και αυτό δεν έχει μόνο επιπτώσεις στην πολιτική ζωή της χώρας τους και άλλων χωρών, αλλά τους φέρνει ακόμα και ψυχολογικά προβλήματα (http://www.topontiki.gr/article/154814/sto-ntivani-toy-psyhanalyti-i-germania-logo-hitler-i-apeleytherosi-toy-copyright-gia).


Θα καταφέρουν άραγε αυτή την φορά οι Γερμανοί τους σκοπούς τους; Η ιστορία δεν δείχνει κάτι τέτοιο, αλλά το πιθανότερο έιναι να «επιτύχουν» τον δικό τους όλεθρο για ακόμα μία φορά, αφού πρώτα καταστρέψουν για ακόμα μία φορά την Ευρώπη και ολόκληρο τον κόσμο.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου