Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΜΑΦΙΑΣ ΚΑΙ Η ΣΗΜΑΝΤΙΚΗ ΕΠΙΡΡΟΗ ΤΗΣ ΣΤΙΣ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ
ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΔΕΥΤΕΡΟ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ ΠΟΛΕΜΟ ΩΣ ΤΙΣ ΜΕΡΕΣ ΜΑΣ
Γράφει ο ΑΛΩΠΗΞ
Ως γνωστόν, η μαφία ως θεσμός, πρωτοεμφανίστηκε
στην Σικελία, αρχικά ως μια οργάνωση προστασίας των ντόπιων Σικελών τόσο από
τους πλουσίους καταπιεστές τους, όσο και από τους ξένους κατακτητές (π.χ. Ισπανούς),
σε μια προσπάθεια των μελών της, να φαίνονται ως «οι Ρομπέν των Δασών» της Ιταλίας
(με βάση τουλάχιστον τις παλαιότερες παραδόσεις των ίδιων των μαφιόζων).
[Βέβαια, δεν αποκλείεται, όλη
αυτή η ιστορία, να είναι ένας μύθος που έφτιαξαν οι ίδιοι οι μαφιόζοι, προκειμένου
να έχουν ένα «ιδρυτικό-νομιμοποιητικό ιστορικό αφήγημα», προκειμένου να δικαιολογούν
την παράνομη δράση τους.
Η δε Σικελική λέξη Μαφία, σημαίνει κυριολεκτικά «πόζα», αλλά μεταφορικά
έχει την έννοια του «νταηλικιού», ενώ όταν αναφέρεται σε άτομα, δηλώνει τον εκβιαστή,
τον τραμπούκο, ή τον αλαζόνα].
Όμως, είτε η παραπάνω ιστορία,
είναι σωστή, είτε όχι, η σύγχρονη εμφάνιση του θεσμού της μαφίας τόσο στην Ιταλία,
όσο και σε παγκόσμια κλίμακα, δεν ξεκίνησε πάρα τον 19ο αιώνα μ.Χ.
με τις επαναστάσεις του 1848 και 1860 στην Σικελία.
Το αποτέλεσμα αυτών, ήταν να επικρατήσει
απολυτό χάος, καθώς και πολιτική-οικονομική αναταραχή στο νησί, κάτι που είχε
ως αποτέλεσμα, πολλές ομάδες παράνομων ατόμων (συμμοριών ληστών) της περιοχής, να
εκμεταλλευτούν την κατάσταση αυτή, πυρπολώντας όλα τα αστυνομικά έγγραφα (που περιείχαν
ενοχοποιητικά στοιχεία για αυτές), όπως και πολλά αστυνομικά τμήματα της Σικελίας,
σκοτώνοντας παράλληλα και πολλούς αστυνομικούς, μαζί με τους πληροφοριοδότες αυτών.
Οι πράξεις τους αυτές, είχαν ως συνέπεια,
να χαθούν όλες οι γνώσεις που είχε αποκτήσει η αστυνομία με τα χρονιά για αυτούς,
και οι ίδιοι άρχισαν τότε να δημιουργούν ένα «πιο φιλολαϊκό προφίλ» για τις συμμορίες
τους, παρέχοντας κάποια χρήματα στους φτωχούς, με αντάλλαγμα από αυτούς υποστήριξη,
κρυσφηγειωτά, καθώς και δεξαμενές στρατολόγησης νέων μελών.
Για να αποκτήσουν όμως χρήματα,
για όλες αυτές τις δραστηριότητες τους (μετά το πέρας των επαναστάσεων), οι μαφιόζοι
αυτοί, άρχισαν να γίνονται σωματοφυλακές ή μπράβοι-προστάτες των κτημάτων της
αριστοκρατίας.
Αρχικά, οι πλούσιοι γαιοκτήμονες
τους προσλάμβαναν οι ίδιοι, ως προστάτες των κτημάτων τους έναντι των φτωχών γεωργών
της περιοχής που διεκδικούσαν μερίδιο γης, ενώ αν αυτοί δεν τους προσλάμβαναν
ως μπράβους, τότε αυτοί προέβαιναν σε καταστροφές των κτημάτων αυτών ή ακόμα
και σε φόνους κάποιων από αυτούς, προκειμένου
να τους «πείσουν» να αλλάξουν γνώμμη (τα ίδια φυσικά έκαναν και στα άλλα οικονομικά
στρώματα).
Επίσης, η κλοπή ζώων, μαζί με την
δωροδοκία κρατικών αξιωματούχων βοηθούσαν σημαντικά στην αύξηση των εσόδων των μαφιόζων,
ενώ αυτοί, δεν δίστασαν, να υιοθετήσουν ακόμα και κομμάτια των τελετών μύησης
και όρκων των μασόνων στις δίκες τους τελετές μύησης.
Με τον τρόπο αυτό, ξεκίνησε την δράση
της σε σχέση με εκβιασμούς και το πούλημα προστασίας, η Μαφία, παριστάνοντας παράλληλα
υποκριτικά, τόσο τον προστάτη των φτωχών, όσο και των πλουσίων, αλλά στην ουσία
εκμεταλλεύτηκε ευφυώς τον φόβο του ενός για τον άλλο, προκειμένου να είναι η ίδια
πάντα νικήτρια.
Η αρχική κύρια έδρα της Μαφίας ήταν
το Παλέρμο, αλλά σύντομα, η Σικελική Μαφία, επέκτεινε τις δραστηριότητες της,
με αποτέλεσμα η κυριαρχία της, να εξαπλωθεί
ταχέως, αρχικά στο δυτικό τμήμα της Σικελίας και αργότερα σε όλο το νησί.
Φυσικά, τότε, η Μαφία, δεν ήταν ενωμένη
σε μια οργάνωση, υπό έναν αρχηγό με μια σιδηρά
πυγμή, αλλά υπήρχαν πολλές μικρές συμμορίες, οι οποίες είτε ανταγωνιζόταν μεταξύ
τους για το «μοίρασμα της πίτας» (με αποτέλεσμα πολλά θύματα από τα μέλη των μαφιόζικων
συμμοριών), ενώ άλλες φορές, κάποιες λιγότερο ισχυρές συμμορίες μαφιόζων, συνεργαζόταν
μεταξύ τους, προκειμένου να νικήσουν άλλες πιο ισχυρές ή για εξασφαλίσουν μεγαλύτερα
κέρδη (οπού φυσικά αυτά μπορούσαν να «ισομοιραστούν»).
Η δε προσπάθεια αυτή των μαφιόζικων
συμμοριών, να εξασφαλίσουν μεγαλύτερα κέρδη, καθώς και έναν ασφαλέστερο
περιβάλλον εργασίας και συνεργασίας, ήταν ο κύριος λόγος, που βοήθησε την Μαφία
να σχηματιστεί σε μια οργάνωση με κάποιους συγκεκριμένους κανόνες λειτουργίας, πολλοί
εκ των οποίων, ισχύουν σε αυτή μέχρις και σήμερα.
Οι μαφιόζοι στην συνέχεια, μετά
την ενοποίηση της Ιταλίας, εκμεταλλευθήκαν ακόμα και την σύγκρουση που υπήρχε τότε
μεταξύ Ιταλικού κράτους και του πάπα, σε σχέση με την κατοχή της Ρώμης.
Και αυτό το έπραξαν, πείθοντας πολλούς
ένθερμους καθολικούς αγρότες του νησιού, πως το να μην υπακούον τις αρχές του κράτους,
ήταν μια πράξη αντίστασης στο αντικανονικό κράτος, κάτι που τους βοήθησε να αυξήσουν
σημαντικά τα μέλη τους, αλλά και να κερδίσουν την υποστήριξη, μεγάλου μέρους
του ντόπιου πληθυσμού.
Οι κρατικές αρχές, μετά από μια προσπάθεια
να την καταστείλουν, συνεργάστηκαν στην συνέχεια με την Μαφία, αφού πολλοί πολιτικοί
με την υποστήριξη της (τόσο χάρις στην επιρροή που είχε στους φτωχούς, όσο και
με τον εκφοβισμό άλλων), μπορούσαν να εκλέγουν σε πολιτικά αξιώματα της Σικελίας
(εξαργυρώνοντας την εκλογή τους με παροχές και υποστήριξη προς τους μαφιόζους έναντι
του νόμου και της πολιτείας).
Ενώ, οι ντόπιοι πλούσιοι γαιοκτήμονες
και οι πολιτικές ελίτ της Ιταλίας, μπορούσαν να προστατεύουν τις περιουσίες
τους από τις διεκδικήσεις των φτωχών, καθώς και να κρατούν τους φτωχούς πληθυσμούς
του φτωχού Σικελικού Νότου, υπό μόνιμο έλεγχο και καταστολή.
Η «όμορφη αυτή κατάσταση», συνεχίστηκε
μέχρις και το 1922 στην Ιταλία, όταν στην χώρα αυτή, ανέβηκε στην εξουσία ο Μουσολίνι.
Αυτός, θέλοντας να μην υπάρχει καμμιά ανταγωνιστική αρχή στην δική του, έστειλε
τον ικανό ο Τέζαρε Μόρι, νομάρχης του Παλέρμο, με χιλιάδες στρατιωτών στην Ιταλία.
Εκεί, ο Μόρι, έχοντας λάβει έκτακτες στρατιωτικές εξουσίες,
άρχισε την διάλυση της Μαφίας στην περιοχή με αγριότητα, κάτι που είχε ως συνέπεια,
πολλοί μαφιόζοι της περιοχής να καταφύγουν στο εξωτερικό υπό φόβο φυλάκισης
(ενώ τότε, φυλακίστηκαν πολλές χιλιάδες μένω της μαφίας), κάτι που συντέλεσε τελικά
στην ίδρυση νέων παρακλαδιών της οργάνωσης στις νέες χώρες που αυτοί κατέφυγαν
(κυρίως στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής).
Σύντομα, οι ανυπότακτοι μαφιόζοι υποτάχτηκαν
στον Μουσολίνι και τότε αυτός, δέχτηκε την συνεργασία και υποταγή όσων είχαν απομείνει
και σε μια κίνηση καλής θέλησης προς αυτούς, απομάκρυνε τον Μόρι από την Σικελία,
δηλώνοντας παράλληλα πως η Μαφία είχε οριστικά διαλυθεί.
Η κατάσταση υποταγής των μαφιόζων
της Σικελίας στον φασισμό, κράτησε σχεδόν είκοσι χρονιά, όταν ένας εξόριστος Σικελός
μαφιόζος στις ΗΠΑ, ο Λάκι Λουτσιάνο, με αντάλλαγμα την αποφυλάκιση του (και έκδοση
του στην Ιταλία μεταπολεμικά), παρείχε πολλές σημαντικές πληροφορίες στις
στρατιωτικές μυστικές υπηρεσίες των ΗΠΑ (επίσης, ο Λουτσιάνο, εγγυήθηκε την ασφαλή
λειτουργία των λιμανιών των ΗΠΑ, καθώς και την αποτροπή σε αυτά σαμποτάζ από
τις δυνάμεις του Άξονα).
Αυτές, διευκόλυναν την προέλαση
των Αμερικανικών στρατευμάτων, όταν αυτές αποβιβάστηκαν στην Σικελία το 1943 (αφού
ο Λουτσιάνο ενεργοποίησε τους υποστηρικτές του στην περιοχή, οι οποίοι έδειχναν
τον δρόμο στα Αμερικανικά στρατεύματα, ενώ σε όσες πόλεις του νησιού καταλάμβαναν
οι ΗΠΑ, αντικαθιστούσαν τις φασιστικές πολιτικές αρχές με μαφιόζους ή τους συμμάχους
τους).
Με τον τρόπο αυτό, η εξουσία της Μαφίας,
επανήλθε θριαμβευτικά στο νησί, με την υποστήριξη μάλιστα των ίδιων των Συμμάχων,
ενώ η «χαριτωμένη αυτή συνεργασία», συνεχίστηκε και μεταπολεμικά, αφού οι μαφιόζοι,
συνεργαζόταν με τις ΗΠΑ, προκειμένου να εξασφαλίσουν τα κέρδη τους, αλλά και
για να πετύχουν ατιμωρησία.
Ειδικά την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου,
όταν άρχισε η πολιτική, κοινωνική, και ιδεολογική διαμάχη μεταξύ των δημοκρατικών
ΗΠΑ και της κομμουνιστικής Σοβιετικής Ένωσης, η Μαφία, βοήθησε στην διάλυση και
καταστολή πολλών φιλοκομμουνιστικών πολιτικών οργανώσεων, φροντίζοντας στην Σικελία
να εκλέγονται μόνο όσοι πολιτικοί ήταν φιλοαμερικανοί και φυσικά, ελεγχόταν από
την Μαφία.
Την περίοδο αυτή, η Σικελική Μαφία,
εκτός από τους εκβιασμούς, την προστασία και τις δωροδοκίες, άρχισε να βρίσκει νέες
πήγες εσόδων, όπως η παραγωγή και προμήθεια ναρκωτικών παγκοσμίως, στήνοντας διεθνή
δίκτυα εμπορίας ηρωίνης, σε συνεργασία με Αμερικανούς μαφιόζους, πουλώντας ναρκωτικά
ως και την Νοτιοανατολική Ασία, εκμεταλλευόμενοι την χαώδη κατάσταση στην περιοχή
αυτή.
Εκεί, αυτοί δημιούργησαν πολλές βάσεις
και παρήγαγαν τεράστιες ποσότητες ναρκωτικών, διοχετευόταν στις ΗΠΑ, την Ευρώπη,
καθώς και σε όλες τις χώρες του δυτικού συνασπισμού, με την βοήθεια μάλιστα του
Αμερικανικού στρατού, ο οποίος ελάμβανε μέρος των κερδών, χάρις στο οποίο χρηματοδοτούσε
τις «μαύρες επιχειρήσεις» στην περιοχή (π.χ. Βιετνάμ, Καμπότζη κ.λπ.).
Στην δε δεκαετία του πενήντα, αρχηγός
της μικρής μαφιόζικης φατρίας της περιοχής του Κορλεόνε (από την οποία εμπνεύστηκε
ο Κόπολα το επίθετο του νονου στην ομώνυμη ταινία του), αναδείχθηκε ο Λουτσιάνο
Λέτζιο.
Αυτός, παρότι η μαφιόζικη συμμορία
του ήταν η μικρότερη και πιο αδύναμη της Σικελίας, χάρις στην αφάνταστη αγριότητα,
τις αδίστακτες και βάρβαρες μεθόδους της (ρίξιμο εχθρών τους σε οξύ, κόψιμο χεριών,
θάψιμο ζωντανών κ.λ.π.), και την ικανότητα των μελών της, κατάφερε να διαλύσει όλες
τις άλλες συμμορίες στο νησί, και να τις ενοποιήσει όλες υπό την ηγεσία της,
ενώ το ίδιο έκανε και στο μεγαλύτερο μέρος της Ιταλίας.
Με τον τρόπο αυτό, ο Λουτσιάνο
Λέτζιο, κέρδισε τον τίτλο του «αφεντικό όλων των αφεντικών» της Μαφίας, ενώ η άλλοτε
φτωχή και ταπεινή κωμόπολη του Κορλεόνε (https://www.newsbeast.gr/weekend/arthro/728711/korleone-to-horio-pou-gennise-kai-teleiose-ti-mafia),
αναδείχθηκε στον αρχινονό της Μαφίας στην Ιταλία.]
Όταν ο Λουτσιάνο Λέτζιο συνελήφθη,
την θέση του στην ηγεσία της Μαφίας, πηρέ το πρωτοπαλίκαρο του, ο εντελώς βάρβαρος
Όττο Ρίινα, ο οποίος χρησιμοποίησε τις πλέον βάρβαρες μεθόδους, προκειμένου να αυξήσει
την δύναμη της οργάνωσης του, ενώ υπερεκτιμώντας τις δυνάμεις του, είχε την απρονοησία
να κηρύξει πόλεμο στο ίδιο το Ιταλικό κράτος, προβαίνοντας σε σωρεία φόνων, καθώς
και βομβιστικών επιθέσεων, έναντι των κρατικών λειτουργών (http://www.protothema.gr/stories/article/732707/toto-riina-o-arhigos-ton-arhigon-tis-sikelikis-mafias-pou-xekinise-apo-to-korleone/).
Αυτός, προέβη στην ανατίναξη του αυτοκίνητου
του δικαστή Τζιοβάνι Φαλκόνε (ο οποίος ερευνούσε τις παράνομες δραστηριότητες
του), με αποτέλεσμα τον θάνατο του ίδιου, της γυναίκας του και τριών σωματοφυλάκων
του, ενώ το ίδιο έκανε και στον διάδοχο του, τον Πάολο Μπορσελίνο.
Η ανήλεης αυτή δράση, ανάγκασε το
Ιταλικό κράτος να στείλει έξι χιλιάδες στρατιώτες και μέλη των ειδικών δυνάμεων
στην Σικελία, οι οποίες συνέλαβαν εκατοντάδες μαφιόζους, ενώ στο τέλος συνέλαβαν
και τον Τότο Ρίινα, γνωστό με το ψευδώνυμο «το κτήνος» το έτος 1993.
Ο διάδοχος του, ο Μπερνάρντο
Προβεντσάνο, ο οποίος ήταν πρωτοπαλίκαρο του Τότο Ρίινα, ήταν γνωστός με την επωνυμία
«το τρακτέρ». Επειδή οι βάρβαρες τακτικές του προκάτοχου του, είχαν προκαλέσει
τον αποτροπιασμό και την άρση της υποστήριξης εκείνων των λαϊκών μαζών και των πολιτικών
που τους υποστήριζαν αρχικά, ο Προβεντσάνο, αποφάσισε να κρατήσει πιο χαμηλό προφίλ.
Σταμάτησε τις βομβιστικές επιθέσεις
και την συνεχή βία από την οργανωτή του, δέθηκαν συντάξεις και χρήματα σε πολλούς
φυλακισμένους μαφιόζους ή στις χήρες τους, προκειμένου να μην γίνονται μάρτυρες
εναντίον της Μαφίας, ενώ ξανάκτισε και τις σχέσεις του με τους πολίτικους (π.χ.
τον γνωστό σε όλους μας Σίλβιο Μπερλουσκόνι).
Η ηγεσία του, αποδείχθηκε τόσο ικανή,
ώστε σε διάστημα μερικών μόλις ετών, η Σικελική Μαφία (https://www.newsbeast.gr/weekend/arthro/2018264/koza-nostra-i-ematovammeni-istoria-tis-sikelikis-mafias),
κατάφερε να αναπτυχθεί σε μια πολύ επικερδής επιχείρηση με ετήσιο τζίρο, σχεδόν
100 δισεκατομμυρίων ευρώ.
Ο ίδιος ο Προβεντσάνο, ζώντας εντελώς
λιτά, φρόντισε να κρύβεται πάντα, μέχρις
και την σύλληψη του (τόσο καλά μάλιστα, ώστε να συλληφθεί μόλις το 2006, ενώ η τελευταία
φωτογραφία του, είχε τραβηχτεί το 1963-http://www.mixanitouxronou.gr/o-archimafiozos-proventsano-zouse-se-mia-stani-para-ti-mithiki-periousia-tou-ke-diiithine-tin-koza-nostra-me-pizzini-pou-egrafe-se-mia-palia-grafomichani-pos-katafere-na-paramini-aoratos-gia-pano/).
Με την σύλληψη του, έληξε ο κύκλος
των μεγάλων αφεντικών των νονών στην Ιταλία. Όμως, δεν ήταν μόνο σε αυτό το σημείο
του κόσμου, που οι μαφιόζικες συμμορίες ενοποιήθηκαν υπό την ηγεσία ενός ισχυρού
αρχινονού.
Στις ΗΠΑ, οι επίσης κατακερματισμένες
συμμορίες της Μαφίας (των οποίων τα μέλη, ήταν εκτός των Ιταλών, Ιρλανδοί, Αμερικανοί
ή Αφροαμερικανοί), σύντομα αναδείχθηκε στην ισχυρότερη «φαμίλια», η συμμορία
του Μασερία, ο οποίος εκμεταλλευόμενος την απαγόρευση ουίσκι στις ΗΠΑ το 1921, χάρις
στο λαθρεμπόριο του προϊόντος αυτού, κατάφερε να αναδειχθεί, σε απόλυτο
κυρίαρχο στην παράνομη προμήθεια αλκοόλ στις ΗΠΑ.
Στην συνέχεια, εξόντωσε τους περισσοτέρους
αντίπαλους του και αναδείχθηκε σε «αρχινονό», περνώντας τον τίτλο του «ντον», και
κυριαρχώντας σε ολόκληρη την Ανατολική Ακτή των ΗΠΑ, καθώς και σε μεγάλο μέρος
της χώρας.
Όμως, σύντομα, ο «εσωκομματικός» αντίπαλος
του Μασερία, ο Σαλβατόρε Μαραντζάνο, ύστερα από έναν αιματηρό εμφύλιο δύο ετών,
των μαφιόζων στην περιοχή αυτή, γνωστή ως «ο πόλεμος των Καστελαµαρέζε», κατάφερε
μέσω του πρωτοπαλίκαρου του, του Λάκι Λουτσιάνο, να εκτελέσει τελικά τον αντίπαλο
του, κερδίζοντας για τον εαυτό του, τον τίτλο του «αρχινονού».
Στην νέα αυτή μαφιόζικη συμμορία,
ο αδίστακτος Λουτσιάνο, ήταν ο δεύτερος στη ιεραρχία, και όταν έκρινε πως η στιγμή
ήταν η κατάλληλη, έστειλε εκτελεστές του στο κρυσφηγειωτά του Μαραντζάνο,
ντυμένους σαν πράκτορες του FBI, οι οποίοι μπήκαν σε αυτό και τον δολοφόνησαν.
Χάρις στην πράξη του αυτή, ο Λουτσιάνο,
έγινε ο νέος «αρχινονός» των ΗΠΑ, αλλά κατά παράδοξο τρόπο, προτίμησε να αποποιηθεί
τον τίτλο αυτόν μετά από λίγο και να μοιραστεί την κυριαρχία της Μαφίας (ίσως
από φόβο μην δολοφονηθεί και ο ίδιος ή πιστεύοντας πως μέσω αποκέντρωσης η Μαφία
θα ήταν πιο αποτελεσματική), μαζί με άλλες πέντε οικογένειες στην Νέα Υόρκη,
ιδρύοντας με τον τρόπο αυτό την πρώτη Επιτροπή Οικογενειών (γνωστής ως Κόζα Νόστρα),
οι οποίες ελέγχουν τον υπόκοσμο των ΗΠΑ ως σήμερα.
Ο Λουτσιάνο, σε συνεργασία µε τον
Αλ Καπόνε στο Σικάγο (που και αυτός έγινε ηγέτης της Μαφίας με παρεμφερή τρόπο
με τον Λουτσιάνο), ήταν πλέον οι βασιλιάδες του οργανωμένου εγκλήματος στις ΗΠΑ
(μέσω δηλαδή της πώλησης το αλκοόλ, της πορνείας, των ναρκωτικών, της
προστασία, της τοκογλυφία, του τζόγου κ.λ.π).
Στην συνέχεια, ο Λουτσιάνο, συνελήφθη
από τις αρχές των ΗΠΑ, αλλά όπως αναφέρθηκε παραπάνω, μέσω των ανταλλαγμάτων
που έδωσε σε αυτές στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, μετά το πέρας αυτού, αφέθηκε ελεύθερος
και απελάθηκε στην Ιταλία, οπού και συνέχισε ανενόχλητος την εγκληματική του δράση
ως τον θάνατο του.
Αυτή ήταν σε συντομία, η ιστορία
της Μαφίας στον δυτικό κόσμο (υπάρχουν επίσης η Ιαπωνική Γιακούζα, η Γεωργιανη
Τετ, η Ρωσική, η Βουλγαρική, η Αλβανική, η Κορσικανική, καθώς και πολλές άλλες Μαφίες
παγκόσμια), η οποία με την δράση της, ενέπνευσε τον Κόπολα, να γυρίσει τον νονό,
η οποία και αποτελεί μια από τις πιο κλασικές ταινίες της Μαφίας, μαζί με την ταινία:
«Bonnano. A Godfathers Story».
[Και θα γυρνούσε και μια τέταρτη ταινία,
η οποία θα ξεκινούσε με τον νέο νονό της τρίτης, τον ανιψιό του Μάικλ Κορλεόνε
να κυνηγιέται αγρία, και κάποια στιγμή να τον χτυπά σφαίρα ελευθέρου σκοπευτή
στο κεφάλι, σε έναν θάνατο εμπνευσμένο από το τέλος του Πάμπλο Εσκομπάρ, ενώ η ταινία,
θα διαπραγματευόταν το τέλος της μαφιόζικης οικογένειας των Κορλεόνε (η ταινία
δεν γυρίστηκε ποτέ λόγω του θανάτου του Μάρλον Μπράντο, ο οποίος και θα πρωταγωνιστούσε
στην ταινία)].
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου