Η ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΑ ΔΗΜΟΨΗΦΙΣΜΑΤΟΣ ΣΤΗΝ ΑΥΣΤΡΙΑ ΤΟ 1938 ΚΑΙ Η ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΗ ΠΡΟΤΑΣΗ ΓΙΑ ΔΗΜΟΨΗΦΙΣΜΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΤΟ 2015
Γράφει ο ΑΛΩΠΗΞ
Το 1918 η Αυστροουγγρική
Αυτοκρατορία διαλύθηκε. Πολλοί Αυστριακοί πίστεψαν (και ίσως επιθυμούσαν) την
προσχώρηση της Αυστρίας στην Γερμανία ή τον σχηματισμό μιας μορφής ομοσπονδίας.
Όμως η Συνθήκη των Βερσαλλιών ρητά απαγόρευε κάτι τέτοιο και σύμφωνα με αυτήν,
η Αυστρία όφειλε να παραμείνει ανεξάρτητη, καθώς τόσο η Γαλλία όσο και η
Βρετανία είχαν πάντα τον φόβο μιας εκ νέου ισχυροποιημένης Γερμανίας. Ωστόσο,
και παρά την θρησκευτική διαφορά των γερμανόφωνων πληθυσμών στις δύο χώρες (η
Αυστρία είχε πλειοψηφία Καθολικών, ενώ η Γερμανία Διαμαρτυρόμενων), τόσο η
νεοϊδρυθείσα Πρώτη Αυστριακή Δημοκρατία όσο και η Δημοκρατία της Βαϊμάρης υποστήριζαν
ένα είδος συνένωσης. Στις αρχές της δεκαετίας του '30 η επιθυμία αυτή παρέμενε κυρίαρχη
και η αυστριακή κυβέρνηση επιζητούσε την επίτευξη ενός είδους τελωνειακής
ένωσης με την Γερμανία.
Ωστόσο, στις 21 Μαΐου 1935 ο
Χίτλερ δήλωνε, σε λόγο του στο Ράιχσταγκ: "Η Γερμανία ούτε προτίθεται ούτε
επιθυμεί να παρέμβει στις εσωτερικές υποθέσεις της Αυστρίας, να προσαρτήσει την
Αυστρία ή να προκαλέσει την προσάρτησή της". Παρά τις δηλώσεις του,
ναζιστικός δάκτυλος σε συνεργασία με το φασιστικό κόμμα της Αυστρίας, είχε
δολοφονήσει τον Αυστριακό Καγκελάριο Ένγκελμπερτ Ντόλφους (Engelbert Dollfuss).
Η ενέργεια αυτή αποσκοπούσε στην παρεμπόδιση
της επανεγκατάστασης της δυναστείας των Αψβούργων, κάτι που φοβόταν το
ναζιστικό καθεστώς, καθώς η φασιστική Ιταλία του Μουσολίνι ήταν προστάτιδα
δύναμη της Αυστρίας. Ο Μουσολίνι δεν επιθυμούσε να δει την Αυστρία να
προσαρτάται στη Γερμανία και αμέσως μετά την δολοφονία του Ντόλφους η Ιταλία
έστειλε στα ιταλοαυστριακά σύνορα ισχυρά στρατεύματα, υπό τύπον προειδοποίησης.
Αυτή η ενέργεια ματαίωσε τα σχέδια του Χίτλερ για πραξικοπηματική προσάρτηση
της Αυστρίας.
Τον Ντόλφους διαδέχθηκε ο Κουρτ
φον Σούσνιγκ (Kurt von Schuschnigg), ηγέτης του Κόμματος "Πατριωτικό
Μέτωπο", καθολικοφασιστικών αποχρώσεων. Και αυτός, όμως, επιθυμούσε την
ανεξαρτησία της χώρας του. Αυτό που δεν είχε υπολογίσει ο καγκελάριος ήταν η
ισχύς που, με την υποστήριξη του Εθνικοσοσιαλιστικού Κόμματος είχε αποκτήσει η
αντίστοιχη αυστριακή παράταξη. Η Ιταλία, προφανώς πεπεισμένη από τον Χίτλερ και
την μεταξύ τους σύσφιξη των σχέσεων, δεν υποστήριζε πλέον την αυστριακή
ανεξαρτησία με την ίδια ζέση. Ο Χίτλερ και οι συνεργάτες του είχαν καταστρώσει
έξυπνα το σχέδιό τους και φρόντιζαν για την ενδυνάμωση του φυσικού τους
συμμάχου, του Αυστριακού Εθνικοσοσιαλιστικού Κόμματος.
Ο Σούσνιγκ αντελήφθη τον κίνδυνο.
Τον Ιανουάριο του 1938 η αυστριακή αστυνομία εισέβαλε στα κεντρικά γραφεία του
Κόμματος (με τις ευλογίες του Σούσνιγκ) και τα έκλεισε, θέτοντας ταυτόχρονα το
κόμμα εκτός νόμου. Ο Σούσνιγκ υπολόγιζε στην υποστήριξη της Ιταλίας, της
Γαλλίας και της Βρετανίας, κάτι που, όμως, τελικά δεν έγινε. Στις 12
Φεβρουαρίου 1938 ο Χίτλερ κάλεσε τον Σούσνιγκ σε συνάντηση στο Μπερχτεσγκάντεν
(Βαυαρία), όπου είχε ένα από τα αρχηγεία του, και απαίτησε από τον Αυστριακό
Καγκελάριο να άρει την απαγόρευση του Αυστριακού Εθνικοσοσιαλιστικού Κόμματος,
να του αποδώσει τις πλήρεις πολιτικές του ελευθερίες και να απελευθερώσει όσα
μέλη του είχαν φυλακισθεί. Σε αντίθετη περίπτωση, η Γερμανία θα ήταν
υποχρεωμένη σε στρατιωτική επέμβαση.
Ωστόσο, ο Χίτλερ, πριν προχωρήσει
ανοικτά στην επέμβαση στην Αυστρία, έπρεπε να φροντίσει μερικά άλλα θέματα στη
Γερμανία: Οι δύο αναμορφωτές του γερμανικού στρατού, ο Στρατάρχης Βέρνερ φον
Μπλόμπεργκ, Υπουργός Πολέμου και Αρχηγός των Ενόπλων Δυνάμεων και ο Στρατηγός Βέρνερ
φον Φριτς, Αρχηγός του Στρατού, εκδιώχθηκαν από τις θέσεις τους, καθώς ειδικά ο
φον Φριτς είχε ανοιχτά αντιταχθεί στο σχέδιο του Χίτλερ για την προσάρτηση της
Αυστρίας.
Ο Χίτλερ εκμεταλλεύθηκε εμπλοκές
τους σε σκάνδαλα, τους απέπεμψε και μαζί τους και ικανό αριθμό Στρατηγών,
αναλαμβάνοντας παράλληλα ο ίδιος την αρχηγία των Ενόπλων Δυνάμεων. Με τις
ενέργειες αυτές κατάφερε να θέσει ολόκληρο το στράτευμα υπό τον έλεγχό του.
Παράλληλα, αντικατέστησε τον Υπουργό Εξωτερικών Κόνσταντιν φον Νόιρατ με τον
Γιοάχιμ φον Ρίμπεντροπ και έπαυσε και τον Φραντς φον Πάπεν, ο οποίος τον είχε
βοηθήσει να πάρει την εξουσία. Με τις εκκαθαρίσεις αυτές ο Χίτλερ έλυσε τα
εσωτερικά του προβλήματα και μπόρεσε να προχωρήσει στο σχέδιο προσάρτησης της
Αυστρίας, το οποίο αποτελούσε το πρώτο βήμα για την επεκτατική εξωτερική
πολιτική που σκόπευε να ακολουθήσει.
Ο Σούσνινγκ, στην προσπάθειά του
να διατηρήσει την ανεξαρτησία της χώρας του, προκήρυξε, στις 9 Μαρτίου
δημοψήφισμα, στο οποίο, μάλιστα, είχε θέσει κατώτερο όριο ηλικίας τα 24 χρόνια,
για να αποφύγει τη συμμετοχή των νεότερων, για τους οποίους γνώριζε ότι η
συντριπτική πλειοψηφία ήταν οπαδοί του Εθνικοσοσιαλιστικού Κόμματος. Η
διεξαγωγή του ορίστηκε για τις 13 Μαρτίου.
Ωστόσο, σχεδόν αμέσως έγινε
προφανές ότι ο Χίτλερ δεν θα περιοριζόταν να παρατηρεί πώς η Αυστρία θα
διατηρούσε, μέσω λαϊκής ψήφου, την ανεξαρτησία της. Ο Χίτλερ ανακοίνωσε ότι το
δημοψήφισμα θα διεξαγόταν υπό καθεστώς εκφοβισμού και η Γερμανία δεν επρόκειτο
να το δεχτεί. Επιπλέον, ο Υπουργός Προπαγάνδας του Ράιχ, Γιόζεφ Γκέμπελς,
εξέδωσε δελτία τύπου, σύμφωνα με τα οποία είχαν ξεσπάσει ταραχές και
διαδηλώσεις, και μεγάλο ποσοστό Αυστριακών ζητούσαν την επέμβαση γερμανικών
στρατευμάτων, για την αποκατάσταση της τάξης. Ο Σούσνινγκ απάντησε αμέσως και
δημόσια ότι τα περί ταραχών ήσαν ψεύδη.
Ο Χίτλερ απέστειλε τελεσίγραφο
στον Σούσνινγκ στις 11 Μαρτίου, με το οποίο του ζητούσε να παραδώσει την
εξουσία στους Εθνικοσοσιαλιστές, διαφορετικά θα επακολουθούσε εισβολή στη χώρα.
Το τελεσίγραφο εξέπνεε στις 12 το μεσημέρι, ωστόσο παρατάθηκε επί δίωρο. Χωρίς,
βέβαια, να περιμένει απάντηση σε αυτό, ο Χίτλερ υπέγραψε την εντολή αποστολής
στρατευμάτων στην Αυστρία στις 13:00΄ και την επέδωσε λίγη ώρα αργότερα στον
Χέρμαν Γκέρινγκ. Ο Σούσνινγκ διαβλέποντας ότι δεν μπορούσε να διαφυλάξει την
ανεξαρτησία της χώρας του, την απροθυμία παροχής οιασδήποτε βοήθειας από
Βρετανία και Γαλλία και την απουσία της "δυνάμει" συμμάχου (λόγω
συμφερόντων στο Τιρόλο) Ιταλίας, η οποία είχε λάβει ήδη σχετικές διαβεβαιώσεις
και ανταλλάγματα από τη Γερμανία, υπέβαλε το ίδιο βράδυ την παραίτησή του.
Σε ραδιοφωνικό του διάγγελμα,
μαζί με την ανακοίνωση της παραίτησής του, ανακοίνωσε ότι δεν αποδεχόταν την
αλλαγή καθεστώτος ούτε επέτρεψε την ανάληψη της εξουσίας από τους Ναζί για να
αποφύγει τυχόν αιματοχυσία. Παράλληλα, ο Πρόεδρος της Αυστρίας Βίλχελμ Μίκλας
(Wilhelm Miklas) αρνήθηκε να ονομάσει τον Άρτουρ Ζάις-Ίνκβαρτ (Arthur
Seyss-Inquart) Καγκελάριο της Αυστρίας και, αντίθετα, κάλεσε άλλους Αυστριακούς
πολιτικούς, όπως τους Μίχαελ Σκουμπλ (Michael Skubl) και Ζίγκμουντ Σιλάβσκι
(Sigismund Schilhawsky) να αναλάβουν την Καγκελαρία.
Οι Ναζιστές, όμως, ήταν πολύ καλά οργανωμένοι:
Μέσα σε λίγες ώρες κατάφεραν να θέσουν υπό τον έλεγχό τους πολλές περιοχές της
χώρας και της πρωτεύουσας, Βιέννης, καθώς και δημόσιες υπηρεσίες, όπως το
Υπουργείο Εσωτερικών, στον έλεγχο του οποίου υπαγόταν η Αστυνομία. Ωστόσο, ο
Πρόεδρος εξακολούθησε να αρνείται κι έτσι ο Ζάις-Ίνκβαρτ στερούνταν της
νομιμοφάνειας να ζητήσει την παρέμβαση γερμανικών στρατευμάτων. Ο Χίτλερ με τον
Γκέρινγκ, έχοντας απαυδήσει να περιμένουν την αποστολή νομιμοποιημένου
μηνύματος, απέστειλαν κίβδηλο τηλεγράφημα, με το οποίο ζητείτο η γερμανική
παρέμβαση στη χώρα. Οι Ναζιστές ανέλαβαν σχεδόν τον ολοκληρωτικό έλεγχο της χώρας,
συλλαμβάνοντας τους πολιτικούς όλων των κομμάτων και τα μέλη της κυβέρνησης.
Ύστερα από αυτή την εξέλιξη, ο Πρόεδρος ενέδωσε και όρισε τον Ζάις-Ίνκβαρτ
Καγκελάριο.
Στις 12 Μαρτίου η 8η Στρατιά της
Βέρμαχτ πέρασε τα σύνορα της Αυστρίας, όπου την ανέμενε μια μεγάλη έκπληξη:
Αντί να αντιμετωπίσει την αντίσταση του αυστριακού στρατού, έγινε δεκτή με
ναζιστικές σημαίες, χιτλερικούς χαιρετισμούς και λουλούδια, επονομάζοντας,
έτσι, την εκστρατεία Blumenkrieg ("Πόλεμο των λουλουδιών"). Για την
Βέρμαχτ η εκστρατεία αυτή αποτελούσε μια γενική δοκιμή του νέου της υλικού,
πράγμα που δεν έγινε, καθώς δεν υπήρξαν συμπλοκές. Εντοπίστηκαν, όμως,
προβλήματα επικοινωνιών και συντονισμού, που αποδείχθηκαν πολύτιμα για την
επόμενη εισβολή, που επρόκειτο να γίνει στην Τσεχοσλοβακία.
Το ίδιο απόγευμα ο Χίτλερ μπήκε
με το αυτοκίνητό του στην Αυστρία, περνώντας από το Μπράουναου, τη γενέτειρά
του, και κατέφθασε το βράδυ στο Λιντς, όπου έγινε δεκτός με ενθουσιασμό. Η
περιοδεία του στη χώρα κατέληξε σε πορεία θριάμβου, ο οποίος κλιμακώθηκε με την
άφιξή του στη Βιέννη στις 2 Απριλίου: Εκεί ο Χίτλερ, στην πλατεία Ηρώων
(Heldenplatz) διακήρυξε την προσάρτηση της Αυστρίας στο Ράιχ μπροστά σε πλήθος
200.000 περίπου ενθουσιασμένων Αυστριακών. Ανάμεσα στα άλλα ανέφερε:
"Μερικές ξένες εφημερίδες έκαναν λόγο για επίπτωσή μας στην Αυστρία με
βάρβαρες μεθόδους. Μπορώ μόνο να πω ότι ακόμη και νεκροί θα ψεύδονται.
Αγωνίστηκα για να κερδίσω την αγάπη του λαού μου, αλλά, όταν διέσχισα τα μέχρι
προχτές σύνορα, συνάντησα ένα ρεύμα αγάπης που όμοιό του δεν είχα δοκιμάσει
ποτέ. Δεν ήρθαμε ως τύραννοι, αλλά ως απελευθερωτές.".
http://www.protothema.gr/politics/article/446475/vild-ekstrateia-adi-merkel-apo-tsipra-kai-kammeno-/
Νομικά, η προσάρτηση έγινε άμεσα,
ήδη από τις 13 Μαρτίου με πράξη νομοθετικού περιεχομένου, η οποία υπέκειτο σε
επικύρωση με δημοψήφισμα. Η Αυστρία έγινε η επαρχία Όστμαρκ (Ostmark) και ο
Ζάις-Ίνκβαρτ Κυβερνήτης της. Το δημοψήφισμα έγινε στις 10 Απριλίου και το
ποσοστό υπέρ της προσάρτησης ανήλθε, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, σε 99,73%.
Αντίστοιχα σήμερα στην Ελλάδα εν
έτει 2015 η Γερμανία προσπαθεί ακόμα μία φορά με απειλές (για διακοπή
χρηματοδότησης και Grexit)
να κάνει την κυβέρνηση της χώρας να υποκύψει, όπως ακριβώς έκανε και στην
κυβέρνηση της Αυστρίας το 2015 και να υπογράψει μία νέα δανειακή μνημονιακή
σύμβαση υποταγής στο ΔΝΤ και την Γερμανία. Ο πρωθυπουργός της Ελλάδας, Αλέξης
Τσίπρας, στην προσπάθειά του να διατηρήσει την ανεξαρτησία της χώρας του, απειλεί
να κηρύξει δημοψήφισμα (η εκλογές) με ερώτημα την αποδοχή της νέας συμφωνίας
που θα υπογραφεί.
Και σήμερα όπως τότε υπάρχουν
συγκρούσεις στο εσωτερικό κάθε αντίπαλου μέρους (Μέρκελ-Σόιμπλε στην Γερμανία,
μνημονιακών και μη κόμματων στην Ελλάδα), υπάρχουν νέοι Ζάις-Ίνκβαρτ στην χώρα μας πιστοί μόνο στα Γερμανικά
συμφέροντα (Θεοδωράκης, Σαμαράς, Βενιζέλος, Κουβέλης) αλλά και αντιγερμανικές
πολιτικές δυνάμεις (ΣΥΡΙΖΑ, ΑΝΕΛ, ΧΡΥΣΗ ΑΥΓΗ, ΚΚΕ) οι Γερμανοί φροντίζουν συνεχώς
για την ενδυνάμωση των συμμαχικών σε αυτούς κομμάτων στην Ελλάδα (ΝΔ, ΠΑΣΟΚ,
ΠΟΤΑΜΙ, ΔΗΜΑΡ), οι μεγάλες δυνάμεις (που είναι αντίθετες στην Γερμανία) όπως
τότε δεν παρέχουν επαρκή πολιτική και οικονομική στήριξη στην χώρα παρά μόνο
ευχολόγια (ο Τσίπρας φαίνεται να υπολογίζει στην υποστήριξη των ΗΠΑ, κάτι που, ως
τώρα δεν έχει γίνει σε αποφασιστικό βαθμό), η Γερμάνια είναι έτοιμη να ανακοινώσει
ότι το δεν πρόκειται να το δεχτεί σαν δεσμευτικό για την ίδια, ταραχές και
διαδηλώσεις οργανώνονται να ξεσπάσουν την κατάλληλη στιγμή (από φιλοναζιστές
τότε στην Αυστρία, από πράκτορες και εισαγόμενους ισλαμιστές και
λαθρομετανάστες σήμερα στην Ελλάδα) και σε συνδυασμό με την οικονομική ασφυξία
και τις τεράστιες πολιτικές πιέσεις, οι Γερμανοί ευελπιστούν ότι είτε ο Τσίπρας θα υποκύψει στις
απαιτήσεις τους, θα υπογράψει νέο μνημόνιο και θα συμμαχήσει με φιλογερμανικά
κόμματα σε μία νέα διευρυμένη συγκυβέρνηση (με συνέπεια την διάσπαση του
κόμματος του και την απώλεια της λαϊκής στήριξης που έχει ως τώρα), είτε ότι θα
τον ρίξει τμήμα του κόμματος του και θα κάνει το ίδιο, ή ότι όπως ο Ο Σούσνινγκ θα υποβάλλει την
παραίτηση της κυβέρνησης του και θα τον διαδεχτεί μία νέα φιλογερμανική ηγεσία
(είτε μέσω εκλογών είτε μέσω μιας συμμαχίας φιλογερμανικών κομμάτων).
Είναι εύκολα κατανοητό ότι αν η
τωρινή κυβέρνηση δεν θέλει να έχει το τέλος της κυβέρνησης του Σούσνινγκ θα
πρέπει να μην υποκύψει στις πιέσεις των Γερμανών, αλλά να κρατήσει σθεναρή
στάση μέχρι τέλους και αν χρειαστεί να φτάσει στα «άκρα» παίζοντας και το χαρτί
των BRICS και την έξοδο από την Ευρωζώνη και την ΕΕ σαν έσχατη λύση αν
οι εκβιασμοί και οι πιέσεις φτάσουν στο κατακόρυφο. Βέβαια αυτό συνεπάγεται
σχέδιο και ετοιμότητα (και από πλευράς λαού) για μεγάλες θυσίες, αφού αν βγούμε
από την ΕΕ θα υπάρξει μεγάλη επιδείνωση της οικονομικής μας κατάστασης για
κάποιο χρονικό διάστημα μέχρι να σημειωθεί ανάκαμψη (αλλά τουλάχιστον θα
είμαστε ανεξάρτητοι να διαχειριστούμε την πορεία της χώρας και της οικονομίας
μας).
Και για το καλό της χώρας μας θα
πρέπει να πολεμήσουμε μέχρι τέλους και να μην δεχθούμε τους εκβιασμούς των
Γερμανών για αποδοχή σιγά, σιγά όλων των απαιτήσεων τους, γιατί αν
ακολουθήσουμε αυτό το πλάνο στο τέλος θα έχουμε «καταφέρει» την υλοποίηση του
δόγματος του Χίτλερ που έλεγε: «ο έξυπνος κατακτητής επιβάλλει τις απαιτήσεις
του λίγες, λίγες στους υποταγμένους λαούς». Έχουμε μέσα αντίστασης και ένα Grexit θα
προκαλούσε αλυσιδωτές και βίαιες αντιδράσεις εντός και εκτός ΕΕ.
«Είμαστε οι πολλοί (οι λαοί που πιστεύουν στις πατρίδες και στον Θεό), είστε οι λίγοι… Και όταν οι λίγοι σταματήσουν να φοβούνται τους πολλούς»… (είναι γνωστό τι συμβαίνει στην συνέχεια), όπως λέει και στο Game of Thrones. Για αυτό τον λόγο μόνο με ομοψυχία, μεγάλη επιμονή, υπομονή και θάρρος θα μπορέσουμε να υπερασπίσουμε την χώρα μας και να επιτύχουμε στο τέλος μία νέα ηθική, πολιτική, αμυντική και οικονομική ανάταση για την πατρίδα μας. Η πολύ πιο απλά: «μπορεί οι Γερμανοί να έχουν το πετρέλαιο (μνημόνια για να κάψουν την ΕΕ), αλλά εμείς έχουμε τα σπίρτα» (Grexit)…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου