ΟΙ ΣΗΜΑΝΤΙΚΟΤΕΡΕΣ ΝΑΥΤΙΚΕΣ ΔΥΝΑΜΕΙΣ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΑΙ Η ΜΟΝΙΜΗ ΕΠΙΚΡΑΤΗΣΗ ΤΟΥΣ ΚΑΤΑ ΤΩΝ ΧΕΡΣΑΙΩΝ ΔΥΝΑΜΕΩΝ
Γράφει ο ΑΛΩΠΗΞ
2-7-2015
Η αξία των ναυτικών
δυνάμεων ήταν γνωστή από την αρχαιότητα. Η πιο παλιά ισχυρή ναυτική δύναμη στον
Ελληνικό χώρο ήταν αυτή της Μινωικής Κρήτης, η οποία ηγεμόνευσε στην Μεσόγειο,
μέχρι την έκρηξη του Ηφαιστείου της Θήρας και την πτώση της αυτοκρατορίας της
και της κατάληψης της από τους Μυκηναίους που την διαδέχτηκαν στην ναυτική
ηγεμονία. Αυτοί με την σειρά τους έγιναν κυρίαρχοι της Μεσόγειου μέχρι την
παρακμή τους μετά τα Τρωικά και την πτώση της δικής τους ηγεμονίας εν μέσω
εμφύλιων ταραχών, ισχυρών σεισμών, οικονομικής αναταραχής και εισβολών.
Ακολούθησαν αιώνες
χωρίς την ύπαρξη κάποιας ισχυρής ναυτικής δύναμης μέχρι την επανεμφάνιση
ισχυρών στόλων στην περιοχή τόσο από την πλευρά της Ελλάδας (κυρίως της
Αθηνάς), όσο και των Φοινίκων (Καρχηδόνας). Παράλληλα και οι Πέρσες είχαν
κατασκευάσει μεγάλη ναυτική δύναμη στην περιοχή.
H δημιουργία στόλου
στην Αθήνα απαιτούσε οικονομικούς πόρους και για να βρεθούν αυτοί, αναγκαία
ήταν μια αναδιάρθρωση των δημοσίων οικονομικών. Tο 483-482 π.X. οι Aθηναίοι
ευνοήθηκαν από την τύχη, γιατί ανακαλύφθηκε μια ιδιαίτερα πλούσια φλέβα στα
ορυχεία αργύρου της Mαρωνείας, στο Λαύριο.
Tα έσοδα ήταν 100
τάλαντα (600.000 δραχμές), σε μια εποχή που το ημερομίσθιο ενός ειδικευμένου
τεχνίτη ήταν μια δραχμή. Ήταν αρκετά για να πληρωθούν όλες οι κρατικές δαπάνες
και να μείνει πλεόνασμα. H αρχική πρόταση ήταν να μοιρασθεί το πλεόνασμα σε
όλους τους Aθηναίους πολίτες, ισόποσα, δέκα δραχμές στον καθένα.
Tότε ο Θεμιστοκλής
έφερε την πρότασή του για το ναυτικό ψήφισμα που καλούσε τον αθηναϊκό δήμο να
χρησιμοποιήσει τα έσοδα για τη χρηματοδότηση της ναυπήγησης 100 νέων τριήρων. H
πρόταση έγινε αποδεκτή. H κατασκευή κάθε τριήρους ανατέθηκε σε έναν από τους
εκατό πλουσιότερους Aθηναίους ("δημόσιους" επιχειρηματίες). H Aθήνα
διέθετε ήδη ορισμένες παλαιότερες τριήρεις, και προφανώς το πρόγραμμα
συνεχίσθηκε το έτος 482-481 π.X., ώστε ο συνολικός αθηναϊκός στόλος στη
ναυμαχία της Σαλαμίνας να αποτελείται από 200 τριήρεις (τα δύο τρίτα του
ελληνικού συνολικού στόλου) [Burn (1962)].
Με τον στόλο αυτό η
Αθήνα κατάφερε να κερδίσει τους Πέρσες στην ναυμαχία της Σαλαμίνας μαζί με τον
υπόλοιπο Ελληνικό στόλο και να εγκαθιδρύσει μία ναυτική ηγεμονία (Α’ Αθηναϊκή
Συμμαχία) για να μπορέσει μέσω αυτής να κυριαρχήσει στον Ελληνικό χώρο και να
τον ενοποιήσει υπό την ηγεσία της και στην αρχή η υπεροχή της ήταν
αδιαμφισβήτητη. Όμως όταν ο κύριος αντίπαλος της η Σπάρτη άρχισε να ναυπηγεί
στόλο και να τον ενισχύει διαρκώς (με Περσική υποστήριξη), κατάφεραν οι
Σπαρτιάτες σταδιακά να αποδυναμώσουν και καταστρέψουν τον Αθηναϊκό στόλο (στους
Αιγός ποταμούς), να καταλάβουν την Αθήνα και να γίνουν στο τέλος αυτοί οι
κυρίαρχοι της Ελλάδας.
Όμως η ηγεμονία τους
αυτή δεν κράτησε πολύ, αφού οι Αθηναίοι ανασυντάχτηκαν (με Περσική υποστήριξη)
και επανίδρυσαν την Συμμαχία τους (Β’ Αθηναϊκή Συμμαχία) και κατάφεραν να
καταστρέψουν τον στόλο των Σπαρτιατών.
Οι ίδιοι αποδυναμώθηκαν από τον νεότευκτο στόλο των Θηβαίων, τον οποίο
δημιούργησαν όταν έγιναν ισχυρή δύναμη στην Ελλάδα, αλλά στο τέλος τόσο ο δικός
τους όσο και των Αθηναίων κατατροπώθηκε ολοκληρωτικά από το βασίλειο της
Μακεδονίας, που υπό την ικανότατη ηγεσία του Φιλίππου και του γιου του
Αλεξάνδρου ένωσαν την Ελλάδα υπό την ηγεσία τους, και την οδήγησαν στην
νικηφόρα εκστρατεία κατά των Περσών.
Μετά τους εμφυλίους που
ακολούθησαν μετά το θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου όλα τα Ελληνικά κράτη
υποτάχτηκαν στην Ρώμη, η οποία σύντομα βρέθηκε να πολεμά με την θαλασσοκράτειρα
Καρχηδόνα για την ηγεμονία της Μεσογείου. Η Ρώμη όπως και η Σπάρτη πριν από
αυτήν ήταν αρχικά μία χερσαία δύναμη χωρίς ναυτικό και ο αγώνας της κατά της
Καρχηδόνας ήταν αρχικά ανεπιτυχής. Όμως όταν και αυτή άρχισε να ναυπηγεί στόλο
και να τον ενισχύει διαρκώς κατάφεραν και οι Ρωμαίοι σταδιακά να αποδυναμώσουν
και καταστρέψουν τον Καρχηδονιακό στόλο,
να καταλάβουν και να καταστρέψουν την Καρχηδόνα μετά από μία σειρά πολέμων και
στο τέλος να ενοποιήσουν όλη την Μεσόγειο υπό την ηγεσία τους και γίνουν οι
κυρίαρχοι του αρχαίου κόσμου.
Η Ανατολική Ρωμαϊκή
Αυτοκρατορία (Βυζαντινή Αυτοκρατορία) που τους διαδέχθηκε μπόρεσε να επιβιώσει
για περίπου χίλια χρόνια και αυτό οφείλεται κυρίως στην ικανότητα της ηγεσίας
της γιατί μπορούσε να υιοθετεί νέες στρατηγικές και να διαμορφώνει τις
καταστάσεις προς όφελός της οι ηγέτες της Αυτοκρατορίας κατόρθωσαν να
προσαρμοστούν στρατηγικά ούτως ώστε να μπορούν να αντιμετωπίζουν τους εχθρούς
τους είτε αντιγράφοντας τις μεθόδους τους είτε να ανακαλύπτουν νέες μεθόδους. Ο
στρατός και ο στόλος, η συλλογή φόρων, η γραφειοκρατία άλλαζαν σημαντικά ανά
τους αιώνες, αλλά το στρατηγικό συμπέρασμα που προκύπτει είναι: σε σχέση με
τους Ρωμαίους, οι οποίοι βασίζονταν στη στρατιωτική ισχύ , οι Βυζαντινοί
στόχευαν περισσότερο στη πειθώ.
Όμως εξίσου σπουδαίο
ρόλο έπαιξε και το ναυτικό. Παράλληλα στην Κωνσταντινούπολη στάθμευε μεγάλο
μέρος του ισχυρού Βυζαντινού στόλου. Αν ο στόλος ήταν αποδοτικός, μπορούσε να
διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο κατά τη διάρκεια πολιορκιών. Δεν έπαιζε απλά
μόνο ρόλο ως προς την άμυνα της πόλης, δηλαδή να αποκρούει τους εχθρικούς
στόλους και να εμποδίζει τις αποβάσεις, αλλά μπορούσε και να φέρει ενισχύσεις
από άλλες επαρχίες της Αυτοκρατορίας για να ενισχύσουν την άμυνα της πόλης.
Μακροπρόθεσμα, ο
σημαντικότερος εχθρός των Βυζαντινών υπήρξε το Ισλάμ. Μετά το θάνατο του
προφήτη Μωάμεθ, οι Άραβες ενώθηκαν και κήρυξαν τον πόλεμο κατά των απίστων.
Άμεσοι στόχοι τους ήταν η Βυζαντινή Αυτοκρατορία και η Σασσανιδική Περσία. Οι
δύο Αυτοκρατορίες ήταν εξασθενημένες μετά από τον μακροχρόνιο πόλεμο μεταξύ
τους, από τον οποίο είχαν εξέλθει νικητές οι Βυζαντινοί. Οι Άραβες αφού νίκησαν
στην μάχη του Γιαρμούκ τον Αυτοκρατορικό στρατό, ξεκίνησε η μεγάλη επέκταση
τους.
Για αιώνες η
Αυτοκρατορία άντεξε και εξουσίαζε την Μεσόγειο, χάρις στον ισχυρό στρατό της
και στόλο και κατάφερε στο τέλος να εξουδετερώσει τον αντίπαλο στόλο των Αράβων
εχθρών της και μόνο όταν παραμέλησε την ισχύ αυτών αποδυναμώθηκε και έπεσε στα
χέρια των Σταυροφόρων αρχικά (1204) και των Τούρκων στην συνέχεια (1453), οι
οποίοι δημιούργησαν και αυτοί στόλο και επεκτάθηκαν στην περιοχή μέχρις ότου
στην Ναύπακτο ο στόλος του ηττήθηκε από τις ενωμένες Χριστιανικές δυνάμεις και
άρχισε η απαρχή της οριστικής αποδυνάμωσης και παρακμής τους, τόσο στην θάλασσα
όσο και στην ξηρά.
Στα νεότερα χρόνια η
πιο ισχυρή δύναμη ναυτικά ήταν η Ισπανία, μέχρι την αρχή της ναυπήγησης στόλου
από την Αγγλία από την βασίλισσα η Eλισάβετ, της οποίας κύριος αντίπαλός της
ήταν η ισπανική αυτοκρατορία του Φιλίππου B' των Aψβούργων. Ο στόλος της
σταδιακά ισχυροποιήθηκε και κατάφερε τελικά κατά την διάρκεια των ναυμαχιών στη
Mάγχη να αποφύγουν την εμπλοκή εκ του συστάδην και να προκαλέσουν αρκετές
ζημιές στα ισπανικά πλοία, δεν κατόρθωσαν όμως ούτε να διασπάσουν τη συνοχή της
Aρμάδας, ούτε να την εμποδίσουν να αγκυροβολήσει στο Kαλαί, όπου θα γινόταν η
συνάντηση με τον στρατό του δούκα της Πάρμας. Tην ύστατη στιγμή, το χάραμα της
7ης Aυγούστου 1588, οι Άγγλοι χρησιμοποίησαν το μυστικό τους όπλο, τα
πυρπολικά.
Παρ' όλο που δεν
κατόρθωσαν να τα προσκολλήσουν πάνω σε ισπανικά πλοία, η επίθεση πέτυχε τον
στόχο της. Oι Iσπανοί αναγκάσθηκαν να αποπλεύσουν εσπευσμένα, κόβοντας και
εγκαταλείποντας τις άγκυρές τους. Xωρίς άγκυρες, όμως, τους ήταν αδύνατο να
ξαναγυρίσουν για να παραλάβουν τον στρατό του δούκα, ακόμη και αν το κατόρθωναν
με τους ενάντιους ανέμους, που τους παρέσυραν μακριά από τη Mάγχη, αναγκάζοντάς
τους να πλεύσουν στη Bόρειο Θάλασσα, και να περιπλεύσουν τη Σκωτία και την
Iρλανδία για να επιστρέψουν στην Iσπανία. Eξήντα πέντε από τα 107 πλοία της Aρμάδας
επέστρεψαν. ‘Ετσι η ισπανική αυτοκρατορία και άρχισε και σε αυτή η απαρχή της
οριστικής αποδυνάμωσης και παρακμής της.
Η ναυτική ισχύς της
Αγγλίας της επέτρεψε να κερδίσει στην συνέχεια όλες τις χερσαίες αντιπάλους της
(Γαλλία του Λουδοβίκου του ΙΔ, Γαλλία του Ναπολέοντα, Γερμανία του Κάιζερ,
Γερμανία του Χίτλερ), καταστρέφοντας εν τη γενέσει τους τις απόπειρες των
αντιπάλων της να δημιουργήσουν στόλο και να την ανταγωνιστούν, εδραιώνοντας
έτσι παγκόσμια την ηγεμονία τους. Όμως μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου πολέμου
η Μεγάλη Βρετανία αποδυναμώθηκε σημαντικά και αναγκάστηκε να παραδώσει την
ναυτική της ηγεμονία στις ΗΠΑ, η οποία χρησιμοποιώντας και αυτή την ναυτική και
γεωπολιτική της ισχύ κατάφερα τελικά να κερδίσει τόσο την ναυτική ανταγωνίστρια
της ναυτική δύναμη της Ιαπωνίας στον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο αρχικά, όσο και την
χερσαία (κατά βάση) αντίπαλο της ΕΣΣΔ στον Ψυχρό πόλεμο που ακολούθησε και να
εδραιώσει την κυριαρχία της παγκόσμια.
Σήμερα οι ΗΠΑ
εξακολουθούν να κατέχουν την ναυτική κυριαρχία παγκόσμια, αλλά νέοι
ανταγωνιστές (Κίνα, Ρωσία) έχουν αρχίζει να αναβαθμίζουν το ναυτικό τους και να
την ανταγωνίζονται τις ΗΠΑ, δημιουργώντας και νέους τύπους όπλων και πυραύλων,
ο οποίοι μπορούν να βυθίσουν εύκολα τα πλοία του Αμερικάνικου στόλου. Έτσι αν
θέλουν οι αντίπαλοι των ΗΠΑ σήμερα να κυριαρχήσουν εναντίον τους θα πρέπει
σταδιακά να αναβαθμίσουν και να ενισχύσουν τους στόλους τους, για να μπορέσουν
ανταγωνιστούν και να κυριαρχήσουν επί των εχθρών τους, γιατί όπως είναι γνωστό
ιστορικά το μόνο έθνος που κυριαρχεί πάντα είναι το ισχυρό ναυτικό έθνος,
δικαιώνοντας έτσι διαχρονικά την ρήση της Αρχαίας Ελλάδας: «Μέγα το της
Θαλάσσης κράτος».
Και σαν επίλογος εδώ θα ταίριαζε
η ιστορία που είπε κάποτε ένας αμερικανός στρατηγός για τις ΗΠΑ και την Ρωσία:
«Ήταν κάποτε ο αετός και η αρκούδα (ΗΠΑ και ΕΣΣΔ) και έτρεχαν ασταμάτητα από
κοινού πάνω στον ίδιο δρόμο (ανταγωνιζόταν στον Ψυχρό πόλεμο για το ποιος θα
επικρατήσει). Και έτρεχαν, έτρεχαν, έτρεχαν ασταμάτητα. Κάποια στιγμή η αρκούδα
σταμάτησε και έπεσε σε χειμερία νάρκη (διαλύθηκε και έχασε τον Ψυχρό πόλεμο).
Και ο αετός συνέχισε μόνος να πετά προς τα μπροστά και να συνεχίζει τον δρόμο
του (δηλαδή επικράτησε στην σύγκρουση του Ψυχρού πολέμου και κατάφερε για
μεγάλο διάστημα να συνεχίσει να είναι η μεγαλύτερη υπερδύναμη του κόσμου). Θα
έρθει όμως κάποια στιγμή που η αρκούδα θα ξυπνήσει. Και τότε ο αετός θα πέσει».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου